Διαβάζεται σε 3′- Ηλικιακό κοινό: 17+ – Λογοτεχνία
Καλημέρα τι κάνεις
να ‘σαι πάντα καλά
κι όταν όλα νομίζεις
ότι πάνε στραβά
πάντα κάτι θα γίνει
μη ρωτάς το γιατί
καλημέρα τι κάνεις
σ’ αγαπάω πολύ…
Σταμάτης Σπανουδάκης
Άλλες γυναίκες φοράνε τα φουστάνια σου. Μια σκέψη βασανίζει το μυαλό μου -το θεριό την είχε αγκαλιάσει.
Πάγωσα, το βλέμμα της- παγωμένη λεπίδα – καρφώθηκε στην καρδιά μου. Με κοιτούσε- τι έβλεπε;
Φοβήθηκα, όπως φοβήθηκα τότε…. Τότε που πρωτοσυναντηθήκαμε με το θεριό, τότε που μου ‘δειξε τα δόντια του, τότε που ζάρωσα από το φόβο και έγινα τόσο μικρή ώστε να μη μπορέσει να με βρει. Με βρήκε…με έχασε, με βρήκε ξανά αλλά κατάφερα να κρυφτώ καλύτερα, με ξαναβρήκε αλλά και πάλι εξαφανίστηκα, μέχρι που το αλλόκοτο αυτό κρυφτό μας μετατράπηκε σε παιχνίδι κι έτσι κοίταξα το θεριό κατάματα κι έπαψα να το φοβάμαι και ξεδίπλωσα τα φτερά μου και πέταξα ψηλά προς τη ζωή. Ήταν η σειρά του να ζαρώσει.
Τρόμαξα, πως θα ανασύρει θύμησες παλιές σκέψεις – εικόνες που είχα καλά κρυμμένες στα γωνιές του μυαλού μου, πως θα ανοίξει τις πληγές και θα τρυπώσει στα πιο απρόσιτα μονοπάτια της ψυχής μου, πως θα ξεσκίσει τη σάρκα μου και θα ξυπνήσει το θεριό που κρύβω μέσα μου….και τότε τι; Τι θα γίνει αν ξυπνήσει; Λες και οι λέξεις του θα ‘χαν τη δύναμη να το βγάλουν από το λήθαργό και να του δώσουν νέα ζωή και δύναμη για να με καταπιεί.
Βυθίστηκα στο σκοτάδι, στο δικό μου σκοτάδι, στο δικό της σκοτάδι, στη φωλιά του θεριού.
Πόνεσα σαν να ‘ταν χθες. Ψηλάφισα το κορμί μου, οι νυχιές του θεριού στη σάρκα μου άρχισαν να με καίνε.
Δάκρυσα, με δάκρυα πυρωμένα που κύλησαν στο πρόσωπό μου και το τραυμάτισαν. Κλαίω για μένα, για εκείνη. Κλαίω γιατί είμαι μόνη, κανείς δε με βλέπει, ούτε καν το θεριό.
Λυπήθηκα, αλλά δεν είμαι για λύπηση. Ούτε εκείνη ήταν.
Θύμωσα, με εμένα, με εκείνη, με τον πόλεμο που ξεκινήσαμε μέσα μας, που βάλαμε τα κύτταρά μας να μαλώνουν προσπαθώντας να εξοντώσει το ένα το άλλο.
Ένιωσα, το δηλητήριό του θεριού, στις φλέβες μου, να απλώνεται στην ψυχή μου. Το κορμί μου έτρεμε σαν να ‘ταν το δικό της. Ίσως και να ‘ταν. Ήξερα, καταλάβαινα, ένιωθα, πονούσα. Το μυαλό μου σεργιάνιζε στα σκοτεινά μονοπάτια του φόβου.
Και τελικά ανέπνευσα. Ανάπνευσα βαθιά για μένα και για εκείνη. Μια ανάσα για να μας κρατήσει και τις δύο στη ζωή…. Μια ζωή του χθες, του τώρα του αύριο…του μετά. Η ανάσα της, να δίνει φτερά στην ελπίδα και η δική μου να κρατά ζωντανή την ψυχή της.
Το όνομά του το γνωρίζουν οι περισσότεροι, γνωστός από το θέατρο, τον κινηματογράφο, την τηλεόραση, με το χαρακτηριστικό καυστικό του χιούμορ και την κοινωνικοπολιτική του σάτιρα, αυτή τη φορά ο Λάκης Λαζόπουλος, έρχεται να ταράξει τα νερά του εγχώριου λογοτεχνικού στερεώματος, με μια ιστορία αγάπης και απώλειας, που δεν είναι άλλη από την ιστορία της ζωής του.
Κάνοντας μια καταβύθιση στην άβυσσο της ψυχής του, ξεγυμνώνεται μπροστά μας αποκαλύπτοντας τα συναισθήματά και τις σκέψεις του για τα σημαντικά και τα τρομακτικά της ζωής, συνθλίβοντας το προσωπείο που τον προφυλάσσει από τα αδιάκριτα βλέμματα, αναζητά τα λάθη και εξομολογείται τις ενοχές, μοιράζεται τις αναμνήσεις μιας ζωής, μέσα από το χρονικό του άνισου και δύσκολου αγώνα με το θηρίο, που έδωσε η γυναίκα της ζωής του, η Τασούλα, η Τζοκόντα του, όπως την έλεγε. Μια γυναίκα που αγάπησε βαθιά, που πόνεσε, που φώτιζε τη ζωή του, που του έδινε πυρομαχικά για να αγωνίζεται, που μιλούσε με τη σιωπή της, που έγραφε όσα δεν μπορούσε να του πει, που έκανε κινήσεις αθόρυβες, που περίμενε να την αγκαλιάσει εκείνος πρώτος και μετά να ανταποδώσει σηκώνοντας τα χέρια της, που πάντα τον στήριζε και τον καταλάβαινε, με το καθαρό βλέμμα και την απέραντη καλοσύνη που έμοιαζε να πηγάζει από τα βάθη των αιώνων.
«Τι είναι έρωτας;
Έρωτας είναι δυο άλογα που σέρνουν ένα κάρο μαζί και έτσι τρέχει γρήγορα το κάρο.
Κι αγάπη τι είναι;
Αγάπη είναι όταν φύγουν τα άλογα και πρέπει να κουβαλήσετε το κάρο οι δυο σας, μόνοι σας.
Λοιπόν, το κουβαλήσαμε μαζί το κάρο. Ίσως η ίδια κουράστηκε, αλλά τώρα με βλέπει να κουβαλάω μόνος μου το κάρο της αγάπης μας».
Σώμα και ψυχή είναι άρρηκτα συνδεδεμένα. Κι αυτή η ψυχή μας δεν έχει άλλο τρόπο να εκδηλώσει την ύπαρξή της και την ανάγκη της για αλήθεια και αγάπη. Αρρωσταίνει και μαζί της συμπαρασύρει και το σώμα. Έτσι κάθε συνδυασμός ψυχής και σώματος αρρωσταίνει διαφορετικά, έχει τον δικό του προσωπικό καρκίνο, που έχει να κάνει μ’ αυτόν, με την προσωπικότητά του, με τον χαρακτήρα του, με τις σκέψεις του, με τις άμυνές του, με τους θυμούς του, με όλα αυτά που έχει πιέσει μέσα του, με όλες του τις προσευχές, με όλες του τις δυνάμεις, με όλη του την ενέργεια.
Τρία χρόνια πάλευε η Τασούλα με τον καρκίνο της, τρία χρόνια ο Λάκης συμπαραστάτης στο πλευρό της, τρία χρόνια επίπονων θεραπειών, εξετάσεων, συζητήσεων και αναγκαστικών αποφάσεων. Όλα ήταν αλήθεια και ψέματα μαζί. Οι λύπες και οι αγωνίες διαδέχονταν μικρές χαρές που αναπτέρωναν τις ελπίδες και μόλις το χαμόγελο επέστρεφε στα χείλη της Τασούλας, ήταν σαν κάποιος να το ζήλευε κι έτρεχε να το κλέψει. Νέες απαντήσεις, νέες επιδεινώσεις. Στέκονταν πάνω σε ένα ολισθηρό δρόμο, σαν πάγος, που απ’ όπου κι αν πήγαιναν θα γλιστρούσαν. Ο αγώνας με το θηρίο φαινόταν να πλησιάζει στο τέλος του και το καραβάκι που είχαν φορτώσει τα όνειρά τους τσακίστηκε με δύναμη στα βράχια. Η Τασούλα είχε κουραστεί.
«Εμείς μιλάγαμε. Η Τασούλα κοίταζε έξω από το παράθυρο. Η ζωή ήταν έξω. Οριστικά έξω από το παράθυρο. Κρατούσε τα χείλη της, σχεδόν τα δάγκωνε για να μην κλάψει».
Μια ελπίδα υπήρχε μόνο στην σκέψη του Λάκη, να λυπηθεί το θηρίο την Τζοκόντα του και να την αφήσει. Όμως το θηρίο θύμωσε και έτσι έμεινε μόνο η αλήθεια να τον κοιτάει κατάματα. Εκείνη είχε πια φύγει. Έμειναν μόνο τα γράμματά της να μιλούν για όλα τα ανείπωτα μιας ζωής. Και τα φουστάνια της, που άλλες γυναίκες πια θα φοράνε. Φουστάνια που θα κουβαλούν την ψυχή της, που η ίδια θέλησε να δοθούν στις φυλακισμένες του Κορυδαλλού, έμελλε να γίνουν ο τίτλος του βιβλίου του Λάκη της.
Πώς θα είναι εκείνη η στιγμή; Που θα συναντούσα μια γυναίκα στις φυλακές, αυτή τη γυναίκα στις φυλακές, ή έξω αν είχε βγει, και φορούσε τα φουστάνια της; Πώς θα ήταν αν έβλεπα όλες τις γυναίκες στη φυλακή να φοράνε τα ρούχα της; Πώς είναι ένα αγαπημένο ρούχο, ανάμνηση μιας ζωής, να φοριέται από μια άλλη γυναίκα; Καινούρια δάκρυα κατεβαίνουν πάλι για να πάρουν μια θέση στην άκρη των ματιών μου.
Η Τασούλα ήταν κι αυτή φυλακισμένη. Από τις δικές της σκέψεις. Ο νους του ανθρώπου η πιο μεγάλη φυλακή. Και ο θάνατος; Απόδραση;
Με λόγο λυρικό, συμβολικό, κάποιες φορές ποιητικό, άλλοτε γίνεται ενοχικός αναζητώντας την εξιλέωση, άλλοτε οι λέξεις του γίνονται δηλητήριο που στάζει από την πένα του πίκρα για τον άνθρωπο που έχασε και άλλοτε συνεπαρμένος από τις μνήμες τις αγάπης τους αλλά και τα ανεκπλήρωτα όνειρα, θέλοντας να μας γνωρίσει τον άνθρωπο που φώτιζε το δρόμο του, δημιουργεί μια γεμάτη συγκίνηση κατάθεση ψυχής, μια ειλικρινή εξομολόγηση, ένα ανθολόγιο συναισθημάτων, δικών του – δικών της, αποτίοντας φόρο τιμής στην αγαπημένη του Τζοκόντα γράφοντάς -όπως δεν είχε γράψει ποτέ στη ζωή του – όσα δεν πρόλαβε να της πει.
«Ήθελα να βυθιστώ στο δικό της σκοτάδι μήπως τη συναντήσω, μήπως της μιλήσω, μήπως να μου πει κάτι…. Μου λείπει το κορίτσι μου και θα μου λείπει».
Εκδόσεις Διόπτρα
Απόσπασμα
Διαβάστε απόσπασμα εδώ
Με μια ματιά
- Με λόγο λυρικό, συμβολικό, κάποιες φορές ποιητικό, άλλοτε γίνεται ενοχικός αναζητώντας την εξιλέωση, άλλοτε οι λέξεις του γίνονται δηλητήριο που στάζει από την πένα του πίκρα για τον άνθρωπο που έχασε και άλλοτε συνεπαρμένος από τις μνήμες τις αγάπης τους αλλά και τα ανεκπλήρωτα όνειρα, θέλοντας να μας γνωρίσει τον άνθρωπο που φώτιζε το δρόμο του, δημιουργεί μια γεμάτη συγκίνηση κατάθεση ψυχής, μια ειλικρινή εξομολόγηση, ένα ανθολόγιο συναισθημάτων, δικών του – δικών της, αποτίοντας φόρο τιμής στην αγαπημένη του Τζοκόντα γράφοντάς -όπως δεν είχε γράψει ποτέ στη ζωή του – όσα δεν πρόλαβε να της πει.
Το Soundtrack του βιβλίου
Καλημέρα τί κάνεις – Σταμάτης Σπανουδάκης
Όταν έχω εσένα – Δημήτρης Μητροπάνος
You’re Gonna Be Okay (Lyric Video) – Brian & Jenn Johnson | After All These Years
Hans Zimmer ~ Time (Inception) (Slowed and Reverb)
Loreena McKennitt – The Mystic’s Dream
TAYTOTHTA | |
---|---|
Τίτλος: | Άλλες γυναίκες φοράνε τα φουστάνια σου |
Συγγραφέας: | Λάκης Λαζόπουλος |
Εκδόσεις: | Διόπτρα, Μάιος 2021 |
Σχεδιασμός εξωφύλλου: | Εριφύλη Αράπογλου/ ενARTE |
Επιμέλεια: | Βίκυ Κατσαρού |
Σελίδες: | 364 |
Μέγεθος: | 14 Χ 20,5 |
ISBN: | 978-960-653-414-0 |