Διαβάζεται σε 4′- Ηλικιακό κοινό: 14+ – Μυθιστόρημα για εφήβους/νέους και άνω
Κι αλλάζουν παρέα, κι αλλάζουν μπαράκι
κι αλλάζουν στιλ και τραπεζάκι
κι αλλάζουν πόζες, κι αλλάζουν τίποτα,
η νύχτα φεύγει, δεν έγινε τίποτα.
Βασίλης Νικολαίδης
Ο Μάρκος έχει ψύχωση πραγματική με το σινεμά. Από μικρός, τότε που η υπόλοιπη οικογένειά του πολιορκούσε τηλεοπτικές εκπομπές, εκείνος ήθελε αυτή τη συσκευή μόνο για την παρακολούθηση ταινιών. Είμαστε κάπου στα 1997-98. Έχουμε αναλάβει τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Το Filmnet έχει εμφανιστεί ως η πρώτη διαδικτυακή πλατφόρμα∙ το netflix της εποχής που καθηλώνει. Το Νάτο βομβαρδίζει την πρώην πια Γιουγκοσλαβία. Κόσοβο. Διακοπή προγράμματος. Έκτακτα δελτία παντού. Ο παππούς πεθαίνει, ανήμερα εθνικής εορτής. 1999. Στοπ. Αυτός ήταν ο πρόλογος.
“Της ζήτησε ένα τσιγάρο και κάθισαν μαζί. Ο αναπτήρας της δεν δούλευε. Μία, δυο, τρεις. Στην τέταρτη προσπάθεια τον πέταξε στη μέση του δρόμου. Οι σταγόνες της βροχής ενώνονταν η μία με την άλλη, άλλοτε σχηματίζοντας σύρματα στον ουρανό και άλλοτε ολόκληρες κουρτίνες που σάρωναν την άσφαλτο και δρόσιζαν για τελευταία φορά την πόλη πριν παραδοθεί στο καλοκαίρι”.
Η Άννα σπουδάζει. Και χορεύει. Και ασχολείται με τα κοινά. Και βλέπει τα αδιέξοδα, βλέπει τα κλισέ των παλαιότερων για γενιές βαριεστημένες και παραστρατημένες. Η Άννα διαφέρει. Στο δωμάτιό της έχει Doors και Φρίντα Κάλο, Νίνα Σιμόν, Φουκώ και Νίκο Πουλαντζά. Η Άννα θέλει δικαιοσύνη και αλήθεια. Και από τους ανθρώπους της. Και έρωτα και πίστη.
“Η τέχνη είναι σαν τον έρωτα. Θέλει τόλμη τη στιγμή που πρέπει. Είναι βέβαιο: θα βραχείς. Αλλά θα έχεις χορέψει στην καταιγίδα”. Ο Μάρκος και η Άννα έρχονται κοντά. Φοιτητές στην Πάτρα είναι, η ζωή τους ανήκει. Και ο έρωτας. “Κάπου σε ξέρω”, λένε κι οι δυο ταυτόχρονα, ένα βροχερό βράδυ με βροχή περιμένοντας ένα λεωφορείο που δεν ερχόταν με τίποτα.
2004. Χαριστέας. Γκολ. Εθνική ευφορία. Την είδαν από κάπου εκεί, ίσως και λίγο πιο απόμερα. 2008. Εξάρχεια. Μεσολογγίου και Τζαβέλα. 9:18 μ.μ. Θάνατος. Ένα παιδί δεν έπρεπε να περνάει μπροστά από τη σφαίρα του αστυνομικού Κορκονέα. 2012. Μνημόνια. Η Ελλάδα χρεοκοπεί. Πορείες, διαδηλώσεις, χαμός. Η Αθήνα φλέγεται. 2015. Το μεγάλο ΟΧΙ που γύρισε στον δρόμο και έγινε κάτι σαν ΝΑΙ. Ένα μέλλον αβέβαιο.
“Διψάω για μέλλον, Μάρκο. Για μέλλον! Για νέα οράματα!”
Είναι η ιστορία του Μάρκου και της Άννας. Και πολλών άλλων. Μέσα από τους κόμβους τριών δίσεκτων και ενός περίπου δίσεκτου έτους, απ’ όπου η Ελλάδα έζησε από την γυαλάδα της παγκόσμιας αίγλης μέχρι την χλεύη της παγκόσμιας οικονομικής ελίτ, ένας έρωτας γεννιέται, ανθίσταται, αντιδιαστέλλεται και αναστέλλεται. Με φόντο την Ελλάδα των Ολυμπιακών Αγώνων και της απροσδιόριστης ευφορίας, της αστυνομικής βίας και της κρατικής καταστολής, των αγώνων και των διαμαρτυριών, της μνημονιακής πολιτικής και της συντηρητικής κυριαρχίας, των προοδευτικών θραυσμάτων δω κι εκεί, των νέων που ονειρεύονται, που παλεύουν για τη ζωή τους, για το μέλλον τους, για το κάτι άλλο από το κυκλωτικό τίποτα που βλέπουν τριγύρω τους. Μικρές και μια λιγότερη μικρή ιστορία που συμπλέκονται με ευρηματικούς τρόπους με το σύγχρονο και μόλις πρόσφατα παρελθοντικό πολιτικό και κοινωνικό γίγνεσθαι, τις οποίες ο συγγραφέας αναπλάθει διαρκώς επανανοηματοδοτώντας τις καθώς όλα φαίνονται τόσο έωλα και ασαφή γύρω τους.
Ο συγγραφέας επιτυγχάνει να ισορροπεί μεταξύ της μυθιστορηματικής πλοκής των ηρώων του και της ντοκιμαντερίστικης ατμόσφαιρας της μεγάλης εικόνας, ενώ οι διαφορετικές εκδοχές κατάληξης που επιλέγει λειτουργούν ευεργετικά εν τέλει για το τελικά αποτέλεσμα και τους ορίζοντές του, καθώς και ως αντανάκλαση του τότε στο τώρα και κυρίως στο μέλλον. Θα έλεγε κανείς ότι έχουμε να κάνουμε με ένα μυθιστόρημα πολιτικής ιστορίας όπως αυτή δομήθηκε τότε (ένα Χ παρόν) και καθορίζει με συγκεκριμένους τρόπους το μέλλον.
Παίρνει θέση ο συγγραφέας σε όλη αυτή την περίπου δεκαετία της αποκαθήλωσης της “παλιάς” Ελλάδας; Παίρνει. Είναι προφανείς οι ιδεολογικές του ρίζες, όπως και των ηρώων του. Όμως, παρότι έχει ιδεολογικό πρίσμα από το οποίο κοιτάζει τα γεγονότα, δεν κατηχεί, δεν σηκώνει το δάχτυλο, δεν δείχνει προς τα πού να κοιτάξεις. Ανοίγει δρόμο στο ομιχλώδες τοπίο, απλά για να μπορείς να κοιτάξεις.
Αγάπη, φιλία, έρωτας, εξέγερση, όνειρο, τέχνη, αποκαθήλωση, πολιτική, αυτοδιάθεση. Ο Πάνος Τσερόλας αναλαμβάνει το διπλό ρίσκο να μιλήσει μέσα από τις ιστορίες του για γεγονότα τόσο νωπά, τόσο έντονα και ακόμα όχι με ακρίβεια αξιολογημένα στο πόσο βαθιά έγδαραν το δέρμα της κοινωνίας. Να μιλήσει όμως και για όσα θα μπορούσαν να έχουν γίνει. Έχω την εντύπωση ότι τα κατάφερε. Με δεκάδες ταινίες, τραγούδια, εικόνες, νύξεις, σκέψεις, διακειμενικές παραπομπές, ευθέως ή πλαγίως, αφήνει ένα δυνατό στίγμα.
Για αναγνώστες από 15 περίπου ετών.
Εκδόσεις Κέδρος.
Απόσπασμα
Διαβάστε απόσπασμα εδώ
Το Soundtrack του βιβλίου
Βασίλης Νικολαΐδης – Η Νύχτα ήταν πάλι κάπου αλλού
Έγινε η απώλεια συνήθειά μας – Διάφανα κρίνα
Red Hot Chili Peppers – Snow (Hey Oh)
The Temptations – Papa Was A Rolling Stone
Αυτή που περνάει – Φοίβος Δεληβοριάς
The Smiths – There Is A Light That Never Goes Out
Γιαννης Αγγελακας χορος για εναν |ο χαμενος τα παιρνει ολα OST
Το κακοήθες μελάνωμα (γραμμένο από τον Α. Αλκαίο για τον Νίκο Πουλαντζά)
Χάρης και Πάνος Κατσιμίχας- Μάρκος και Άννα
TAYTOTHTA | |
---|---|
Τίτλος: | Όσα επιστρέφουν από τη θάλασσα |
Συγγραφέας: | Πάνος Τσερόλας |
Εκδόσεις: | Κέδρος, Οκτώβριος 2021 |
Υπεύθυνη τμ. διορθ.: | Μαρία Σπανάκη |
Επιμέλεια-Διορθώσεις: | Αναστασία Παπασταθοπούλου |
Σελιδοποίηση: | Νικολέττα Δουλάμη |
Σελίδες: | 416 |
Μέγεθος: | 14 Χ 20,6 |
ISBN: | 978-960-04-5170-2 |