Διαβάζεται σε 2′- Περιέχει βίντεο- Ηλικιακό κοινό: 7+ (target 7-12) – Βιβλίο γνώσεων
Όπως αναφέρει η λαογράφος και ενδυματολόγος Ιωάννα Παπαντωνίου, το όνομά της το παίρνει από ένα ύφασμα, το οποίο στις ημέρες μας στην Ιταλία σημαίνει “Fustagno”, δηλαδή βαμβακερό ύφασμα -απ΄όπου το Fustana, με υποκοριστικό το Fustanella- που στην ουσία προέρχεται από μια πόλη της Αιγύπτου, το Φουστάτ, που είναι προάστιο του Καΐρου. Εκεί κατασκευαζόταν ένα είδος τζιν, ένα δίμητο χοντρό ανθεκτικό ύφασμα, το οποίο χρησιμοποιείται για πανιά στα καράβια, τις λεγόμενες “φούστες”. Πάντως, η ενετική λέξη fustagno προήλθε από το υστερολατινικό fustaneum που ήταν λέξη κατασκευασμένη από τους Λατίνους για να αποδώσουν στη γλώσσα τους την ελληνιστική λέξη “ξύλινο”, επειδή έτσι αποκαλούσαν οι Έλληνες το βαμβακερό και άλλα υφάσματα που χρησιμοποιούνταν για φορεσιές. (Το λατινικό fustaneum προήλθε συγκεκριμένα από τη λέξη fustis που σήμαινε ξύλο.)
Πηγή: Wikipedia
Στις 26 Φεβρουαρίου 1826 ο Τουρκοαιγυπτιακός στόλος κατέλαβε το νησάκι Βασιλάδι που βρισκόταν στην είσοδο της λιμνοθάλασσας Μεσολογγίου και αποτελούσε ένα ανάχωμα προς τον Ντολμά, εκείνη την ακατοίκητη λασπώδη νησίδα που υπερασπιζόταν την άμυνα των Μεσολογγιτών. Με πλοιάρια, σχεδίες και πυροβόλα από τη στεριά, ο στόλος και ο στρατός των Τουρκοαιγυπτίων έβαλε κατά των Μεσολογγιτών. Ο στρατηγός Γρηγόρης Λιακατάς, σαν άλλος Λεωνίδας και οι δικοί του γενναίοι 300 απέκρουσαν όλες τις επιθέσεις μέχρι τη δύση του ηλίου. Όμως κάπου εκεί, μια τουρκική οβίδα, χαρά στο σημάδι του πυροβολητή, που έπεσε μέσα στην μπαρουταποθήκη, προκάλεσε τρομερή έκρηξη σκοτώνοντας τους περισσότερους υπερασπιστές του Ντολμά. Το νησάκι έπεσε. Ο δρόμος προς το Αιτωλικό ήταν ανοιχτός. Την 1η Μαρτίου, οι Τούρκοι κατέλαβαν το νησί και το εκκένωσαν βίαια, καθώς γλίτωσαν μόνο όσοι δεν είχαν ήδη διαφύγει. Το τραγικό τέλος επισφραγίστηκε με την ιστορική έξοδο του Απρίλη του 1826. Στις 25 Μαρτίου 1826, εκατόν τριάντα ένας μαχητές θα δώσουν τη μεγαλύτερη παράσταση πριν την μεγάλη Έξοδο: θα κατατροπώσουν στρατό και στόλο έξι χιλιάδων απωθώντας τους και αποδιοργανώνοντάς τους. Είναι η ανυπέρβλητη μάχη της Κλείσοβας που θα έσωζε όλο το Μεσολόγγι, αν οι κάτοικοι της περιοχής αποφάσιζαν να φύγουν εκείνη τη μέρα. Όμως όχι! Τα κλειδιά κρέμονταν στις μπούκες των κανονιών της πόλης. Το μολών λαβέ είναι αποκτήσει έναν νέο, ασύγκριτο χαρακτήρα.
Εκείνο τον στρατηγό, τον Γρηγόρη Λιακατά, τον λεβεντόκορμο, όμορφο, καπετάνιο, θεριό ανήμερο όπως λένε, πιάνει ο εξ Αιτωλικού ορμώμενος συγγραφέας Διονύσης Λεϊμονής, δίχως όμως να δημιουργεί μια γραμμική αφήγηση του βίου του. Με πλούσιο λεξιλόγιο, γλώσσα αρκετά καλά προσαρμοσμένη στην εποχή του Αγώνα με κάποιους ιδιωματισμούς, λέξεις και ντοπιολαλιές, μερικώς φορτισμένη και κάπως φορτωμένη γλωσσικά κάποιες φορές, αλλά ευτυχώς μακριά από πατριωτικές ενέσεις, ο συγγραφέας συσχετίζει ένα παιδί του σήμερα, έναν Γρηγόρη, γεννημένο με κάποια οπτική αναπηρία, με εκείνον τον Γρηγόρη, το θεριό το ανήμερο από Ξηρόμερο ή τον Ασπροπόταμο της Πίνδου. Τους εναλλάσσει στην αφήγηση, την οποία μετακινεί χρονικά συνεχώς σε αυτές τις εξήντα σελίδες, τους εναλλάσσει στην ανάδυση των αξιών και δημιουργεί έναν πολύ ενδιαφέροντα παραλληλισμό, όπου ένα σημερινό παιδί που δέχεται τον εκφοβισμό και την περιφρόνηση -κυρίως των συνομηλίκων του- λόγω της οπτικής του μειονεξίας, βρίσκει μια γέφυρα έμπνευσης και ταύτισης με έναν ήρωα που σύνδεσε το όνομά του με την ιστορία της περιοχής αλλά και του Αγώνα ολόκληρου. Έναν ήρωα που γνωρίζει ακούγοντας ιστορίες στο καφενείο και καταφεύγει στο άγαλμά του, μιλώντας του για τα βάσανά του. Μια συγκυρία όμως θα δέσει την ιστορία του νεαρού Γρηγόρη με εκείνη του Λιακατά, που ονειρευότανε την απελευθέρωση του τόπου του.
Μέσα από αυτές τις δύο ιστορίες, ο συγγραφέας πραγματοποιεί έναν όμορφο εγκιβωτισμό της μιας στην άλλη, του τώρα στο τότε, αναπτύσσοντας ενδιαφέροντα και ξεκάθαρα στοιχεία της προσωπικότητας των δύο διαφορετικών Γρηγόρηδων, δημιουργώντας εν τέλει μια ιστορία θάρρους και ανάπτυξης της προσωπικότητας πέρα από μειονεξίες και δυσκολίες.
Σήμερα, στον Ντολμά υπάρχει μνημείο αφιερωμένο στους πεσόντες εκείνης της μάχης. Επίσης, στην είσοδο της κοινότητας του Αιτωλικού θα δει κανείς την προτομή του Γρηγόριου Λιακατά.
Ρεαλιστική και ιδιαιτέρως εκφραστική η εικονογράφηση του Αρτέον και του Πρόδρομου Μάνου με δυνατό σημείο τα τοπία και την αισθητική της εποχής του Αγώνα.
Για αναγνώστες από 8 περίπου ετών.
Εκδόσεις Αρτέον.
Με μια ματιά
- Μέσα από δύο ενδιαφέρουσες ιστορίες, μία του μικρού Γρηγόρη με την οπτική αναπηρία σήμερα και μία του λεβεντόκορμου αγριμιού Γρηγόρη Λιακατά, ήρωα της μάχης του Ντολμά το 1826 στο Μεσολόγγι, ο συγγραφέας Διονύσης Λεϊμονής πραγματοποιεί έναν όμορφο εγκιβωτισμό της μιας στην άλλη, του τώρα στο τότε, αναπτύσσοντας ενδιαφέροντα και ξεκάθαρα στοιχεία της προσωπικότητας των δύο διαφορετικών Γρηγόρηδων, δημιουργώντας εν τέλει μια ιστορία θάρρους και ανάπτυξης της προσωπικότητας πέρα από μειονεξίες και δυσκολίες.
Το Soundtrack του βιβλίου
Το χάραμα επήρα – Νένα Βενετσάνου
Γρηγόρης Λιακατάς (χρυσός αητός τριγύριζε)
TAYTOTHTA | |
---|---|
Τίτλος: | Το παιδί με τη φουστανέλα-Για τις μνήμες που φωτίζουν το μέλλον |
Συγγραφέας: | Διονύσης Λεϊμονής |
Εικονογράφηση: | Αρτέον, Πρόδρομος Μάνου |
Εκδόσεις: | Αρτέον, Οκτώβριος 2020 |
Σειρά: | Λίμνες & Ποτάμια – Παραμύθια & Θρύλοι |
Σελίδες: | 68 |
Μέγεθος: | 17 Χ 24 |
ISBN: | 978-618-55-1701-4 |