Διαβάζεται σε 4′- Ηλικιακό κοινό: 7-8+ – Εικονογραφημένο βιβλίο για παιδιά, εφήβους, ενήλικες
Ναι.
Τι;
Δεν το πιστεύεις;
Αλήθεια…
Ο Κυριάκος Χαρίτος και ο Βασίλης Κουτσογιάννης φτιάχνουν ένα από τα πλέον απολαυστικά hotspot της χρονιάς.
Περί τίνος πρόκειται
“Μεταξένιο μου κι απαλένιο μου, εσύ δεν είσαι σαν τα άλλα”.
Ένα παιδί από μετάξι, σε μια χώρα μακρινή, μεταξένιο το όνομά του, μα φοβόταν τη ζωή. Πρόσεχε τη βροχή και τα δάκρυα και την πυροστιά και τα τριαντάφυλλα και τα φιλιά, του έλεγε η μεταξομάνα του. Γιατί αυτά και άλλα τόσα πονάνε και τραβάνε και αρπάζουν και κομματιάζουν και βασανίζουν. Και πώς να μη φοβάσαι όλα τούτα έτσι όπως τα λεγε η μεταξομάνα του, η ακριβομάνα του!
Και μια μέρα έγινε γιορτή μεγάλη, που την αποφάσισε ο βασιλιάς γιατί θυμήθηκε πού είχε βάλει τις παντόφλες του. Βασανιζόταν το μεταξένιο από τον φόβο, αλλά στο τέλος φώναξε “Θα πάω κι εγώ”!
Θα φυλαχτεί, θα προστατευτεί, θα πάει. Και σαν το είδαν όλοι το τραβούσαν και έχασε αρκετά κομμάτια του κι όταν τελείωσε η γιορτή βρέθηκε μονάχο, πεταμένο. Μα αυτό ήταν η αρχή για να βρει την αγάπη και τη φροντίδα. Αυτό ήταν η αρχή για να βρει τον εαυτό του. Τι; Δεν το πιστεύεις; Αλήθεια…
Εστιάζοντας
Αμάραντος ο λόγος του συγγραφέα∙ αμάραντος, ακριβός και μεταξένιος, δουλεμένος λέξη τη λέξη, κλωστή τη κλωστή, έχοντας φτάσει σε ένα απόσταγμα που κινητοποιεί όλες τις αισθήσεις, ακόμα κι εκείνες που φύσει είναι αδρανείς στην ανάγνωση ενός βιβλίου. Ουσιαστικά και ρήματα που σκίζουν τον αέρα στα δυο, καθώς ξετυλίγουν μπροστά σου ένα ατμοσφαιρικό πέπλο σύγχρονου παραμυθιού, το οποίο αξιοποιεί δυναμικά μοτίβα και χαρακτηριστικά των λαϊκών παραμυθιών για να μεταβολίσει αλήθειες και νοήματα, λεπτά κεντημένα, ξεγυμνωμένα, παραδομένα στο δυναμικό κάθε αναγνώστη, αφού αυτός δεν είναι ένας, μιας ξεκάθαρης ηλικίας.
Ο Κυριάκος Χαρίτος, που πάλλεται μέσα στον ποιητικό λόγο, εδώ, στο Μεταξένιο εγείρει ένα πολυεπίπεδο λογοτεχνικό κράτος, μια επικράτεια που όμοιά της σπάνια συναντάς σε εικονογραφημένο ελληνικό βιβλίο. Ο φόβος με τον οποίο ανατρέφονται εκατομμύρια παιδιά από τις μανάδες και τους φροντιστές τους, η συσσώρευση φοβικών συνδρόμων και ανασφαλειών για να το κρατήσουμε κοντά μας το μικρό μας ή για να έχουμε το κεφάλι μας ήσυχο, φτάνουν να γίνουν ψυχικά τραύματα και μη ζωή και κάθισε στ’ αυγά σου, δεν έχει τίποτα εκεί πέρα, μόνο κακό και πόνο. Και έρχεται κάποτε η ώρα και κλαις και ρημάζεις και σαπίζεις και διαλύεσαι και τελειώνεις. Και δεν έχεις ζήσει. Η πόλις, η μάνα σου δηλαδή, ο τρόπος που μεγάλωσες δηλαδή, ο ραμμένος στον μυ της καρδιάς κώδικας του φόβου δηλαδή, σε ακολουθεί παντού. Αλλά μια γιορτή, έστω ψεύτικη, έστω αν την προκήρυξε ένας βασιλιάς που βρήκε τις παντόφλες του, έστω με κόσμο που άγεται από άρτους και θεάματα, είναι μια αφορμή να φύγεις, να κόψεις τον ομφάλιο λώρο, να σταθείς επιτέλους στο ανάστημά σου. “ΘΑ ΠΑΩ ΚΙ ΕΓΩ”. Που σημαίνει θα ζήσω κι εγώ. Που σημαίνει θα ζήσω κι εγώ κάτι που θα το επιλέξω εγώ και ας μην είμαι ασφαλής και προστατευμένος όπως εδώ. Θα πάω και ας ξηλωθώ. Θα πάω μακριά από την πόλη, τη μάνα μου, τον κώδικα τον ραμμένο και τον γραμμένο μου. Έτσι γίνεται στον κόσμο, από τον κόσμο, από την εποχή του Καβάφη κι από πιο πριν, “μες στες πολλές κινήσεις κι ομιλίες… ως που να γίνει σα μια ξένη φορτική“. Και μένεις μόνος, παρατημένος, ρημάδι, κουφιόξυλο, δουράτεος. Μέχρι να έρθει ο ξένος, ο Χ factor, ο απομηχανής ή από κάρμα θεός και να σου δώσει ένα χέρι, μια αγκαλιά, λίγη αγάπη.
Αλλά εκείνος, ο μικρός θεούλης που βρέθηκε στον δρόμο σου να σ’ αλλάξει, είναι ένα ραφτάκι. Δεν έχει μετάξια, δεν ξέρει απ’ αυτά. Πρέπει να αλλάξεις τα υλικά σου, να φτιάξεις αλλιώς τον εαυτό σου. Δίχως γυαλιστερά μετάξια, δίχως ιριδισμούς, με υφάσματα που δεν λεκιάζουν από το δάκρυ, με βαμβάκι. Και πια δεν θα σε θέλουν τόσα χέρια να σε αγγίξουν, θα είσαι λιγότερο ποθητός, θα είσαι στο περιθώριο του εαυτού σου. “Αν με αυτό με ράψεις… θα με αλλάξεις“. Και τότε έχεις για πρώτη φορά μια απόφαση. Δική σου. “Θέλω“. Και έτσι, για πρώτη φορά ορίζεις τον εαυτό σου. Ή τουλάχιστον ξεκινάς. Να μην έχεις ξέφτια. Οι βάρβαροι ήταν μια κάποια λύσις να εξηγήσεις τα ξέφτια και τα μετάξια σου, αλλά τώρα το άλλοθι τελείωσε, δεν θα ‘ρθουν και είσαι εσύ∙ για να τα καταφέρεις, ένα ραφτάκι ήρθε μόνο, δεν ξέρεις για βαρβάρους.
Ο συγγραφέας διαχειρίζεται με επιδεξιότητα θυμωνιές μικρών ιδεών και σκέψεων, σπέρνει στο χώμα της ιστορίας του φιλοσοφικές αναζητήσεις, φτιάχνοντας ουσιαστικά ένα εκτενές ελεύθερο ποίημα αναζήτησης του εαυτού, μακριά από την υπερπροστασία του γονεϊκού φάσματος και χάσματος και τα ρήγματα που είσαι γεμάτος κι εσύ κι εγώ και όλοι. Οι λέξεις διατάσσονται σε στίχους ποικιλόσχημα, οι προτάσεις αποκτούν κίνηση, τις παίρνει ο αέρας και η γραμμικότητα του κειμένου διασπάται, την ώρα που όλο το κείμενο συναντάται με την εικονογράφηση του Βασίλη Κουτσογιάννη, ο οποίος εμπνευσμένα αποσπά ατμοσφαιρικές ψηφίδες από τον κόσμο του μεταξένιου, υψώνοντας το δικό του οπτικό σύμπαν, άλλοτε συνοδοιπορώντας με τα βασικά κύτταρα του συγγραφέα και άλλοτε πραγματοποιώντας παράλληλες αφηγηματικές επεκτάσεις. Το κυρίαρχο μπλε, αλλά και το μοβ που αναδύεται από μέσα του, είναι χρώμα ψυχρό, παγωμένο, το οποίο όμως συνδιαλέγεται με θερμά χρώματα, αποδίδοντας αντιθέσεις και συνθέσεις που λειτουργούν μαγικά για το βλέμμα.
Έχουμε ένα βιβλίο που αναμφίβολα στέκει ψηλά στη νοερή κλίμακα της ποιότητας, αξίζει να το γνωρίσετε, να το απολαύσετε και να μπείτε σε αυτό το λεκτικό σύμπαν της ποίησης και της τρυφερότητας που έχει δομήσει ο Κυριάκος Χαρίτος, ο οποίος εξακολουθεί να μην εκπίπτει ούτε στα εύπεπτα υλικά ούτε να γράφει προσποιούμενος το παιδί.
Περιλαμβάνει QR code με την αφήγηση της ιστορίας από τον συγγραφέα.
Ακούστε ένα απόσπασμα παρακάτω:
Για αναγνώστες από 7-8 περίπου ετών και δίχως ηλικιακό περιορισμό.
Εκδόσεις Μεταίχμιο.
Απόσπασμα
Δείτε απόσπασμα εδώ
TAYTOTHTA | |
---|---|
Τίτλος: | Το μεταξένιο |
Συγγραφέας: | |
Εικονογράφος: | |
Εκδόσεις: | Μεταίχμιο, Νοέμβριος 2024 |
Επιμέλεια: | Θοδωρής Τσώλης |
Προσαρμογή εξωφύλλου: | Ντίμη Μηλιώρη |
Σελίδες: | 48 |
Μέγεθος: | 25 Χ 29 |
ISBN: | 978-618-03-4145-4 |