Αιρετικός, ανερμήνευτος, απρόσμενος, αντιφατικός, αντικομφορμιστής, αθυρόστομος, αμάζευτος, αφοριστικός, αισθαντικός, αμφιλεγόμενος, ακραίος, αυτοαναφορικός, ανεμπόδιστος. Αληθινός.
Για τον Ντίνο Χριστιανόπουλο τα επίθετα που μπορείς να βρεις για να περιγράψεις το εύρος και την έκταση της προσωπικότητάς του είναι πραγματικά αμέτρητα, ίσως τριψήφια. Κι αυτό φανερώνει ακριβώς το πνευματικό ανάστημα του ανδρός και όχι τον δικό σου λεξιλογικό πλούτο. Όποιες διαφωνίες και αν είχες μαζί του.
Ο ευμεγέθης αυτός τόμος των εκδόσεων IANOS των παρά κάτι χιλίων σελίδων είναι πραγματικά ένα ανόθευτο ανθολόγιο σχολίων, σκέψεων, σπάνιων αυτο-βιογραφικών πληροφοριών, αυθορμητισμού, ενίοτε και ατυχών σχολιασμών για πρόσωπα που και ο ίδιος ο εκδότης του βιβλίου ανέφερε ότι δεν τον εκφράζουν αλλά υπερασπίστηκε την ελευθερία έκφρασης και σκέψης. Η Θεσσαλονίκη, η λογοτεχνία, ο ίδιος ο ποιητής ανθολογούνται εξαιρετικά με ελάχιστες εξαιρέσεις τις οποίες η υπερβολή της στιγμής και η ασθένεια της προφορικότητας έδωσαν.
Το βιβλίο έχει προκαλέσει κάποιες αντιδράσεις (για παράδειγμα βλέπε εδώ), η ίδια όμως η συγγραφέας σπεύδει να βάλει από νωρίς τα πράγματα στη θέση τους: “Από την αρχή είχα ενδοιασμούς αν έπρεπε να βγει το βιβλίο. Επέμενε όμως ο Χριστιανόπουλος, λέγοντάς μου πολλές φορές και με διάφορους τρόπους, ότι με θεωρούσε την πιο κατάλληλη για να μου αφηγείται τις σκέψεις και τα γεγονότα της ζωής του κι εγώ να τα καταγράφω προς διάσωση. Ενδεικτικά παραθέτω δύο φράσεις από το βιβλίο, που θα μπορούσα να πολλαπλασιαστούν: “Ιστορίες που δεν τις πιστεύει κανείς σήμερα. Αν είναι δυνατόν να γίνουν τέτοια πράγματα και υπό ποιες συνθήκες! Αλλά έγιναν, ευτυχώς ή δυστυχώς. Τα ξέρω από πρώτο χέρι, ας πούμε, και τα λέω να τα ξέρεις κι εσύ, ώστε, αν πεθάνω εγώ κι αν αδιαφορήσει (ο ενδιαφερόμενος) να γράψει απομνημονεύματα, κάποιοι να γνωρίζουν μερικά στοιχεία (σ. 62). Ή: “Και λέω: Θα πάρω τη Σωτηρούλα, να της τα πω όλα. Θέλει να τα γράψει, θέλει να μην τα γράψει, αυτές είναι εμπειρίες δικές μου, πραγματικά συγκλονιστικές (σ. 401)“.
Δεν έχω καμία διάθεση να υπερασπιστώ κανέναν, δεν γνωρίζω καν την συγγραφέα. Αλλά από ένα βιβλίο 928 σελίδων που βρίθει ιστορίας, λογοτεχνίας, προσωπικής ματιάς, απίστευτου λόγου και διατυπώσεων, που ζωντανεύει μοναδικά την μεταπολεμική και σύγχρονη Θεσσαλονίκη και κάνει αλοιφή την ίδια τη ζωή του εξομολογούμενου, να απομονώνεις 10-20 κακές; -κακές και ατυχείς, να το δεχθούμε- φράσεις του ποιητή και να επιτίθεσαι αφοριστικά στο βιβλίο (και δεν αναφέρομαι στην επιστολή των ακαδημαϊκών αλλά σε άλλα αστεία σχόλια που είδα στα κοινωνικά δίκτυα), είναι τουλάχιστον ελλιπής προσέγγιση. Ο Χριστιανόπουλος ίσως να υπήρξε κάποιες φορές στη ζωή του αγενής, αφοριστικός και ίσως επιπόλαιος κάποιες άλλες, αλλά ξεμωραμένος γέρος που δεν ξέρει τι λέει δεν νομίζω να βεβαιώνει κανείς ότι υπήρξε. Αλλά ακόμα κι αν στο γήρας κάποιος δραπετεύει από το μέτρο και εκθέτει τις εσωτερικές του υπερβολές, από πότε το γήρας δεν εντάσσεται ως μέρος του βίου στην προσωπικότητα ενός ανθρώπου; Δηλαδή γίνεται ο Ψ να υπήρξε σπουδαίος για 60 χρόνια αλλά να, μωρέ, τα τελευταία 5 χρόνια έκανε παρέα με τον Παττακό και κάτι άλλους χουντικούς, οπότε επειδή μας χαλάει το προφίλ, ας του τα χρεώσουμε ως γεροντικές ανοησίες (καμία σχέση με τον Χριστιανόπουλο αυτά, για να μην παρερμηνευθώ);
Θύμα viral ανοησίας μπορεί να πέσει ο καθένας σε αυτή τη ζωή. Ίσως να έπεσε και ο Χριστιανόπουλος (επί παραδείγματι με τον Ρασούλη) και σε μία χαλαρή κουβέντα μπορεί να αναπαραχθούν και αρλούμπες. Έχει τύχει σε όλους τους ανθρώπους, σε όλους όμως, να πέσουν θύμα μιας καλά σερβιρισμένης ή πολύ πειστικής είδησης. Ωστόσο, έχοντας διαβάσει περισσότερο από τα δύο τρίτα την ώρα που γράφω αυτές τις αράδες, βρήκα αμέτρητες θαυμάσιες στιγμές αυτού του αντιφατικού και αντισυμβατικού δουλευτή των λέξεων και της συνομιλήτριάς του, του ποιητή του “είμαι ικανός να γράψω και φρικτά πράγματα εναντίον του εαυτού μου”, οπότε σιγά μην κολλήσει να τα πει για τον οποιονδήποτε.
Σίγουρα είναι δυσκολοδιάβαστος ένας τέτοιος τόμος, δεν είναι ευρείας κατανάλωσης ανάγνωσμα και σε αρκετά σημεία ίσως να αισθανθείτε ότι φλυαρεί. Όμως είναι τόσο μέσα στο χρώμα της προφορικότητας, της αυθεντικότητας και του αχτένιστου λόγου, είναι τόσο πολλά όσα εκθέτονται, που τελικά σκιαγραφεί κάτι πολύ περισσότερο από έναν ποιητή. Είναι ένα βλέμμα σε μια πόλη τουλάχιστον και σε μια τέχνη τουλάχιστον και σε μια εποχή, επίσης τουλάχιστον, ενός δυνατού νου που δεν έβλεπε τα πράγματα με το βλέμμα του μέσου νου αλλά ασύμμετρα, ανάποδα και τα ξεχαρβάλωνε, γιατί του άρεσε να αποσυνθέτει και την τάξη και το καθώς πρέπει. Ε, αυτό δεν είναι και πολύ συνηθισμένο!
Να τον κρίνουμε για την τέχνη του, την ποίησή του; Ε, όχι και κακός ποιητής ο Χριστιανόπουλος, έτσι; Τουναντίον…
“Γνωριστήκαμε το 1982, όταν ένας κοινός γνωστός μας, ο γλύπτης Κυριάκος Καμπαδάκης, με πήγε στο γραφείο του Χριστιανόπουλου, στη «Διαγώνιο», να του χαρίσω την πρώτη συλλογή μου με πεζογραφήματα – φιλοδοξούσα κι εγώ να μπω στο λογοτεχνικό μας σινάφι, να του αρέσουν και να μου ζητήσει συνεργασία για τη Διαγώνιο. Τον θεωρούσα, κατά κάποιον τρόπο, πατριάρχη των μεταπολεμικών γραμμάτων και επιζητούσα, ας πούμε, την ευλογία του. «Μη λες “πατριάρχης”», με διόρθωσε. «Λιγάκι φοβούμαι ότι πέφτεις έξω. Πες “πατριαρχίδας”». Και γελάσαμε οι παρευρισκόμενοι στο γραφείο του. Τον Μάρτιο του 2003, ο Ντίνος παρουσίασε επαινετικά στον «Ιανό» το βιβλίο μου Οι δεξιώσεις, μαζί με τον πανεπιστημιακό καθηγητή Γιώργο Κεχαγιόγλου, προκαλώντας τον φθόνο των συναδέλφων μου. Στο τέλος του ίδιου χρόνου, λίγο πριν κάνει την επέμβαση καρδιάς, οργάνωσε μια παρουσίαση του λογοτεχνικού μου έργου στο Τελλόγλειο Ίδρυμα Τεχνών, το οποίο υπάγεται στο Πανεπιστήμιο. Είχαν έρθει οι σοβαροί κύριοι της γειτονιάς μας, δημόσιοι υπάλληλοι και μαγαζάτορες, με τις συμβίες τους –Τετάρτη απόγευμα, κλειστά τα εμπορικά καταστήματα– να ακούσουν τον περίφημο ποιητή Χριστιανόπουλο να μιλάει για τη γειτόνισσά τους, καθηγήτρια πανεπιστημίου και πεζογράφο, καθώς και ορισμένοι συνάδελφοί μου και κάποιοι λογοτέχνες της πόλης μας. Κι αυτός, επί δύο ώρες, δεν σταματούσε να ευτελίζει εμένα και το έργο μου, αναιρώντας όλα όσα είχε πει στον «Ιανό» πριν από λίγους μήνες· ερχόταν, έτσι, στα ίσα του. Θα έπρεπε να το περιμένω· όχι μόνο δεν του άρεσαν οι καλοσύνες και οι αγάπες, αλλά συνήθιζε και να προκαλεί στις δημόσιες εμφανίσεις του, ερεθίζοντας αρνητικά το κοινό. «Εγώ είμαι αντικομφορμιστής», απαντούσε στους διάφορους επικριτές του. «Δεν μιλώ με τα στερεότυπα του καθωσπρέπει κυρίου. Και αυτό κάνει κάποια αίσθηση. Μεγάλη. Σαν μια ηλεκτρική εκκένωση».”
Εκδόσεις Ianos.
ΥΓ:
Ἑνὸς λεπτοῦ σιγή
Ἐσεῖς ποὺ βρήκατε τὸν ἄνθρωπά σας
κι ἔχετε ἕνα χέρι νὰ σᾶς σφίγγει τρυφερά,
ἕναν ὦμο ν᾿ ἀκουμπᾶτε τὴν πίκρα σας,
ἕνα κορμὶ νὰ ὑπερασπίζει τὴν ἔξαψή σας,
κοκκινίσατε ἄραγε γιὰ τὴν τόση εὐτυχία σας,
ἔστω καὶ μία φορά;
Εἴπατε νὰ κρατήσετε ἑνὸς λεπτοῦ σιγή
γιὰ τοὺς ἀπεγνωσμένους;
(ἀπὸ τὴ Συλλογή: «Ἀνυπεράσπιστος Καημός»)
ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ | |
---|---|
Τίτλος: | Τα εσώψυχα του Ντίνου Χριστιανόπουλου |
Συγγραφέας: | Σωτηρία Σταυρακοπούλου |
Φωτογραφία εξωφύλλου: | Ανδρέας Σφυρίδης |
Εκδόσεις: | IANOS, Σεπτέμβριος 2019 |
Επιμέλεια-Διόρθωση: | Νάντια Φάμελου |
Σελίδες: | 928 |
Μέγεθος: | 17 Χ 24 |
ISBN: |
978-618-5141-66-0
|