Ψάλλε, θεά, τον τρομερόν θυμόν του Αχιλλέως,
πώς έγινε στους Αχαιούς αρχή πολλών δακρύων·
που ανδράγαθες ροβόλησε πολλές ψυχές στον Άδη
ηρώων, κι έδωκεν αυτούς αρπάγματα των σκύλων
και των ορνέων— και η βουλή γενόνταν του Κρονίδη,
απ’ ότ’ εφιλονίκησαν κι εχωριστήκαν πρώτα
ο Ατρείδης, άρχων των ανδρών, και ο θείος Αχιλλέας.
Αυτό είναι το προοίμιο της Ιλιάδας του Ομήρου.
Πιάσε το χέρι μου, Θεά· ψυχή μου δώσε ρεύμα,
να γράψω μ’ έναν κεραυνό πάνω σε μαύρη πλάκα
του Αχιλλέα τον θυμό και τ’ Αρχηγού το πείσμα
μήπως και ταρακουνηθούν οι δύο πολεμάρχοι.
Θυμώσανε, πεισμώσανε και πήραν στον λαιμό τους
τόσες χιλιάδες Αχαιούς που δάγκασαν το χώμα
και τους κατασπαράξανε οι σκύλοι και τα όρνια.
Τόσες ψυχές αθάνατες γκρεμίστηκαν στον Άδη
για έναν γυναικοκαβγά που ’καναν οι μεγάλοι:
ο Αγαμέμνων ο Αρχηγός κι ο Μέγας Αχιλλέας.
Δάχτυλος Δία βέβαια κρύβεται από πίσω
μα την πληρώσαν οι θνητοί, όπως συμβαίνει πάντα.
Αυτό είναι το προοίμιο και οι πρώτοι στίχοι της Α ραψωδίας από την διασκευή του ποιητή Μιχάλη Γκανά στην ομηρική Ιλιάδα. Δείτε τώρα το έναυσμά του, εκεί όπου ο αρχαίος ποιητής ζητά έμπνευση από την Μούσα, ο σύγχρονος ποιητής βρίσκει στο ρεύμα του Διονύση Σαββόπουλου μια αντίστοιχη, μαγευτική, επίκληση, από το γεμάτο ρίγος Ζεϊμπέκικό του.
“Σήκω ψυχή μου, δώσε ρεύμα, βάλε στα ρούχα σου φωτιά
βάλε στα όργανα φωτιά
Να τιναχτεί σαν μαύρο πνεύμα η τρομερή μας η λαλιά”
Κατά καιρούς ακούς διάφορες επικριτικές απόψεις όταν κάποιος δημιουργός, σε λογοτεχνία, θέατρο, σινεμά κι αλλού, πιάνει ένα “ιερό”=δοκιμασμένο στο χρόνο και την κριτική κείμενο, τραγούδι, ταινία και το επανεκτελεί, το αναδιατάσσει και το αντιδιαστέλλει μερικώς από το πρωτότυπο. Διαβάζοντας την επανεγγραφή αυτή της Ιλιάδας προσπερνάς πολύ γρήγορα την συζήτηση περί ιερότητας έργων τέχνης και την στείρα αντιπαράθεση και αναρωτιέσαι δυο απλά πράγματα: Απολαμβάνω αυτό που διάβαζω; Προσβάλλει με κάποιον τρόπο τον πρώτο δημιουργό και το έργο του;
Ο Μιχάλης Γκανάς παίρνει λέξεις σύγχρονες, παίρνει λέξεις ομηρικές, παίρνει λέξεις λυρικές, λέξεις ποιητών μεταγενέστερων του Ομήρου αλλά και νεώτερων, λέξεις και γραμμές από τον πλούτο όσων έγραψαν ή μεταφράστηκαν σε γλώσσα ελληνική αιώνες τώρα, κρατεί το υλικό του “τυφλού τραγουδιστή, βραχνού προφήτη” και άδει τον θυμό του Αχιλλέα και την διαμάχη του με τον έτερο μεγάλο, τον Αγαμέμνονα. Αυτό το συνταίριασμα έχει δουλευτεί πολύ και φαίνεται ήδη από τις πρώτες σελίδες όπου ο στίχος τρέχει με την άνεση του αγέρα. Ο Μιχάλης Γκανάς βλέπει στην σκληρή, πολεμική Ιλιάδα Λέοναρντ Κοέν (“And who by fire, who by water…”) και Οδυσσέα Ελύτη, Κώστα Κρυστάλλη (Το κέντημα του μαντηλιού, «στην άκρη του γιαλού ξανθή κάθεται κόρη, κι ωριόπλουμο λευκό χρυσοκεντάει μαντίλι…») και Μπέρτολτ Μπρεχτ (Ο κύκλος με την κιμωλία στον Καύκασο, «μπροστά πολύ μην προχωρείς, πίσω μην απομένεις, μπροστά φωτιά, πίσω φωτιά, καταμεσής να μένεις»), δημοτικά και ριζίτικα τραγούδια, αλλά και το δικό του ξεχωριστό οπλοστάσιο, τον λυρισμό και την απέριττη αμεσότητα και απλότητα των λαϊκών τραγουδιών και λέξεων τις οποίες τόσο καλά γνωρίζει και ανασύρει με επιδεξιότητα.
Έμμετροι στίχοι και παρένθετοι διάλογοι με ιδιαίτερη ζωντάνια, με όλα τα αφηγηματικά όπλα του Ομήρου σε πλήρη παράταξη και όλη την ποιητική παράδοση της Ελλάδας να τρυπώνει άμεσα και έμμεσα στους στίχους του. Ο Μιχάλης Γκανάς αναδύει από τον βυθό ουσίες και νοήματα, λέξεις διαμάντια που στον Όμηρο ίσως σκεπάστηκαν από γειτονικές λέξεις με σκληράδα, την αρχετυπική ιστορία του πρώτου δοξασμένου ποιητή της Μεσογείου για το κλέος και τον νόστο, την μοίρα και το μερίδιό σου στην απλωσιά της στη ζωή.
Αυτό που θα διαβάσετε είναι πέρα από τις προοικονομίες και τα In media res, πέρα από τις επιβραδύνσεις και ασύνδετα σχήματα που γεμίσαμε τα σχολικά μας βιβλία όλοι. Είναι ένας όμορφος ομηρικός κόσμος, οι 15.693 στίχοι του οποίου ταξίδεψαν κάπου είκοσι επτά αιώνες πλουτίζοντας τα χρώματά του ως σήμερα. Η εικονογράφος Σοφία Παρασκευοπούλου κατάφερε να γλυκάνει «τον πολεμικό τόνο του κειμένου» με τα σχέδιά της.
Αξίζει!
Ω αναγνώστη άγνωστε, δεν χόρτασες το αίμα
των Τρώων και των Αχαιών; Το αίμα και το δάκρυ;
Ω αναγνώστη γνωστικέ, δεν ξέχασες το ψέμα
που σε ταΐζουν μια ζωή, κι εφτά ζωές, και χίλιες,
πριγκίπισσες και πρίγκιπες και λήσταρχοι ρηγάδες
μα κι αθεόφοβοι θεοί, που θέλουνε ραγιάδες.
Τι να σου πει κι ο Ποιητής, λαέ μου αγαπημένε,
πάντοτ’ ευκολοπίστευτε και πάντα προδομένε.
Διακρίσεις
ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ | |
---|---|
Τίτλος: | Ομήρου Ιλιάδα |
Συγγραφέας: | Μιχάλης Γκανάς |
Εικονογράφηση: | Σοφία Παρασκευοπούλου |
Επιμέλεια Σειράς: | Ειρήνη Χριστοπούλου |
Μακέτα εξωφύλλου: | Γιώργος Παναρετάκης |
Εκδόσεις: | Μεταίχμιο, Νοέμβριος 2019 |
Ηλ. σελιδοποίηση: | Γιώτα Μπόμπου |
Σελίδες: | 288 |
Μέγεθος: | 17,5 Χ 20,5 |
ISBN: | 978-618-03-1938-5 |