…Όταν είδαν τα πόδια του Κανγκ να μη συνεχίζουν στο μονοπάτι, τα δυο αγόρια βγήκαν έξω μπουσουλώντας. Ήξεραν ότι αυτή ήταν ιδιοκτησία του Γίγαντα. Γνώριζαν ότι δεν επιτρεπόταν να βρίσκονται εδώ. Ένας φράχτης με συρματοπλέγματα ορθωνόταν γύρω από το λόφο, γεμάτος πινακίδες:
ΙΔΙΩΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ: ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ Η ΕΙΣΟΔΟΣ
ΟΙ ΠΑΡΑΒΑΤΕΣ ΘΑ ΤΙΝΩΡΟΥΝΤΑΙ ΑΥΣΤΗΡΑ
Ο ΙΔΙΟΚΤΗΤΗΣ
«Ο Λόφος με τις Κερασιές» …
…Ο Κανγκ σταμάτησε μπροστά από μια πόρτα καλά κλειδωμένη με ένα παλιομοδίτικο λουκέτο, που ήταν σχεδόν θαμμένη μέσα στις περικοκλάδες. Ξεκλείδωσε το λουκέτο και έμεινε έκπληκτος όταν η πόρτα γλίστρησε και άνοιξε μαλακά. Ήταν σωστή η απόφασή του να έρθει εδώ. Μια παιδιάστικη σκέψη πέρασε φευγαλέα μέσα από το μυαλό του: αυτή η πόρτα αναγνώρισε τον ιδιοκτήτη της…
Ένας ηλικιωμένος άνδρας που ακούει στο όνομα Κανγκ Νταέσου επιστρέφει στον τόπο που έζησε τα παιδικά του χρόνια, που δεν είναι άλλος από το Λόφο με τις Κερασιές. Έχοντας διαγνωστεί με όγκο στον εγκέφαλο, η θλίψη τον καταβάλει και αναζητά την απομόνωση, τη γαλήνη και την ησυχία. Ωστόσο, αυτό θα αποδειχθεί αδύνατο. Το σχέδιό του φάνταζε τέλειο. Θα ζούσε το τελευταίο διάστημα της ζωής του όπως εκείνος ήθελε. Ή τουλάχιστον έτσι νόμιζε.
Όμως στο βωμό της ανάπτυξης της περιοχής, μια μεγάλη κατασκευαστική εταιρία έχει μεγαλεπήβολα σχέδια για το λόφο, αγνοώντας τις επιθυμίες του Κανγκ. Οι κάτοικοι της γύρω περιοχής έχουν κι εκείνοι τα δικά τους σχέδια. Όλοι φαίνεται να τον αγνοούν. Παιδιά, γάτες, κότες, γείτονες, παλιοί γνώριμοι θα μετουσιωθούν σε «εισβολείς» και θα εισβάλουν στη ζωή του άνδρα. Είναι όμως πραγματικοί εισβολείς ή είναι καλοί οιωνοί που προσπαθούν να βγάλουν τον Κανγκ από τη θλίψη του;
Ποιος τελικά είναι ο ιδιοκτήτης του Λόφου και ποιος ο εισβολέας; Και γιατί όλοι φαίνεται να έχουν ένα κλειδί και δικαίωμα στην περιουσία του;
Έβρεχε ασταμάτητα για δύο ολόκληρες μέρες. Τα δέντρα ωρύονταν στον πίσω κήπο και η αγριεμένη βροχή μαστίγωνε τα παράθυρα. Ο Κανγκ συνειδητοποίησε για πρώτη φορά ότι είχε κλειδώσει τον εαυτό του σε ένα νησί της δικής του επινόησης. Περίμενε με ανυπομονησία τη βροχή να σταματήσει, τη μέρα να έρθει «Κοίτα, Κύριε Καρούμπαλε! Αυτός είναι ο πατέρας μου. Ο πατέρας μας. Να θυμάσαι αυτό το πρόσωπο, εντάξει; Μόνο τον όγκο είχε ο Κανγκ για να μιλάει. Είχε καταντήσει να μιλάει σ’ αυτόν τον ταραξία, αυτόν τον κλέφτη που τον καταβρόχθιζε. Ευχήθηκε να ήταν και κάποιος άλλος εκεί μαζί του…
Καθώς η ιστορία ξεδιπλώνεται αργά, μαθαίνουμε περισσότερα για το παρελθόν του Κανγκ και αποκαλύπτονται καλά κρυμμένα μυστικά. Ο ηλικιωμένος άνδρας αρχίζει να συνειδητοποιεί ότι η εκδοχή του παρελθόντος που είχε αποθηκεύσει στις αναμνήσεις του είναι λανθασμένη και την αναθεωρεί. Προσπαθώντας να συμφιλιωθεί, αναζητά την απομόνωση γιατί πιστεύει πως αυτό θα τον οδηγήσει στη λύτρωση. Βλέποντας όμως τον κόσμο μέσα από τα μάτια των «εισβολέων», μαθαίνει περισσότερα για τον εαυτό του ως άτομο και το σκοτεινό παρελθόν που νόμιζε ότι θυμόταν τώρα φαντάζει φωτεινότερο.
…Τούτο εδώ το μέρος είναι πολύ ζωντανό… Πάντα υπάρχει τρόπος να μπει κάποιος…
Η Sun-mi Hwang καταφέρνει με τον πολλές φορές απλοϊκό και συχνά παιχνιδιάρικο τρόπο γραφής, χωρίς φλυαρίες και μακροσκελείς περιγραφές, με μικρές και κοφτές προτάσεις, να κάνει μια καταβύθιση στον κόσμο των συναισθημάτων που προκαλούνται από τις αναμνήσεις μας και μας υποδεικνύει ότι αυτές μπορεί να μην είναι μια ακριβής απεικόνιση της πραγματικότητας. Η Κερασιές που ήθελαν να ανθίσουν είναι ένα ταξίδι αυτογνωσίας και συγχώρεσης και μόνο όταν αποδεχτούμε και συμφιλιωθούμε με τον εαυτό μας, ενδυναμώσουμε την πίστη μας στους ανθρώπους και κατανοήσουμε τα βαθύτερα αίτια των πράξεών τους, μόνο τότε θα μπορέσουμε να δούμε την αλήθεια της πραγματικότητας, να αποδεχτούμε το παρελθόν και να οραματιστούμε το μέλλον.
Με κομψό χιούμορ και βαθιά τρυφερότητα, η συγγραφέας προσεγγίζει και πλάθει έναν ήρωα ανθρώπινο με φοβίες, ανησυχίες, εμμονές, με μια ταραγμένη παιδική ηλικία που τον οδηγεί στην ανάγκη να αποδείξει ότι ορίζει τη μοίρα του. Μια ανάγκη που νοιώθουμε όλοι.
Το μυθιστόρημα παρόλο που διαπνέεται από έναν αέρα λύπης και απογοήτευσης για τις χαμένες ευκαιρίες και «το αναπόφευκτο της κατάληξης», σε κάθε γύρισμα της σελίδας ενισχύεται η πεποίθηση ότι τα πράγματα μπορούν, με κάποιο τρόπο, να εξισορροπηθούν, οι ελπίδες μπορούν να ανακτηθούν, και ότι το μέλλον που βρίσκεται στα χέρια των παιδιών παρουσιάζεται ευοίωνο.
Η συγγραφέας θέλοντας να δώσει μια έντονα αλληγορική διάσταση, παραλληλίζει τα άνθη της κερασιάς που συμβολίζουν την αγνότητα και την ομορφιά στην κορεατική παράδοση, με την ιστορία του Κανγκ που αποτελεί μια μετάβαση από ένα σκοτεινό παρελθόν και αβέβαιο παρόν χωρίς αγάπη, σε ένα ελπιδοφόρο μέλλον. Παράλληλα ο τεράστιος κήπος που περιβάλλει το σπίτι περιγράφεται ως ένας διαφορετικός κήπος της Εδέμ, ένα μέρος όπου ο άνθρωπος και η φύση έχουν βρει την ισορροπία τους, ένας γαλήνιος χώρος που προσφέρει μια ανάπαυλα από τον ταραχώδη κόσμο.
Ιδιαίτερα το κεφάλαιο με τίτλο Το μικρό κορίτσι ρωτάει «γιατί», μου θύμισε το βιβλίο του Oscar Wilde, Ο Εγωιστής Γίγαντας, καθώς μιλάει για τη μοναξιά, τον εγωισμό αλλά και την αξία της συντροφικότητας και της πίστης στην ανθρωπιά.
Η όμορφες εικόνες της Γιαπωνέζας εικονογράφου Nomoko μεταφέρουν την φαινομενική απλότητα της ιστορίας, προσθέτοντας μια τρυφερή νότα στο μυθιστόρημα.
Η Sun-Mi Hwang είναι συγγραφέας των best-seller Η κότα που ονειρευόταν να Πετάξει και Ο Σκύλος που Τόλμησε να Ονειρευτεί.
Οι Κερασιές που ήθελαν να ανθίσουν, σε μόλις 215 σελίδες καταφέρνουν να συγκινήσουν τον αναγνώστη και να τον παρασύρουν σε ένα ταξίδι ανακάλυψής και αποδοχής του εαυτού του.
Κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Διόπτρα.
Το Soundtrack του βιβλίου
Lana Del Rey – Cherry (Instrumental)
Queen – The Miracle (Instrumental)
Linkin Park – Papercut (Instrumental)
ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ | Αγόρασέ το |
---|---|
Τίτλος: | Οι κερασιές που ήθελαν να ανθίσουν |
Συγγραφέας: | Sun-mi Hwang |
Τίτλος Πρωτοτύπου: | Miracle on cherry hill |
Μετάφραση: | Αναστασία Καλλιοντζή |
Εκδόσεις: | Διόπτρα, Οκτώβριος 2020 |
Επιμέλεια-Διόρθωση: | Βίκυ Κατσαρού |
Σελίδες: | 216 |
Μέγεθος: | 14 Χ 21 |
ISBN: | 978-960-653-132-3 |