Νότια Πολωνία, στρατόπεδο συγκέντρωσης Άουσβιτς. 1944. Η 14χρονη Έλλα αφηγείται. Και το Άουσβιτς-Μπερκενάου, που βρίσκεται 3 χιλιόμετρα από την πόλη Brzezinka αποκαλείται Μπερτσγουντ/Birchwood (=δάσος από σημύδες), δηλαδή με την αγγλική μετάφραση της πόλης. Ίσως γιατί και μόνο η λέξη Άουσβιτς προκαλεί μια αυτόματη αλυσίδα εγκεφαλικών συνάψεων που δυσκολότερες δεν φαίνεται να μπορεί να παράγει κάποιο ημισφαίριο του κρανίου μας.
Η Έλλα βρίσκεται ως ράφτρα στο Ατελιέ Υψηλής Ραπτικής του Μπερτσγουντ, ενός εργαστηρίου μόδας που εμπνεύστηκε η γυναίκα του διοικητή για να είναι κομψές όλες οι γυναίκες των αξιωματικών. Είχαν προτεραιότητες οι κυρίες, βλέπετε!
Έχει μάθει να ράβει και να σχεδιάζει ρούχα από τη γιαγιά της. Στην επίθεση της Μάρτα, εκ των “αφεντικών” του Ατελιέ, η Έλλα απαντά με επίθεση. Δεν είναι απλά μια ράφτρα, σαν όλες τις άλλες που σκυμμένες μπροστά στις μηχανές περνούν κλωστές. Είναι και κοπτοραπτού, δηλαδή περιζήτητη. Η Έλλα εκμεταλλεύεται κάθε πιθανότητα, κάθε γνώση της κι έτσι περπατά πάνω στην πραγματικότητα και μόνο. Τα όνειρά της έχουν απωθηθεί, ένα έχει διασωθεί κι αυτό μάλλον είναι περισσότερο δρόμος επιβίωσης: να αποκτήσει κάποτε το δικό της μαγαζί. Τα βιβλία δεν την αφορούν, δεν έχει διαβάσει ούτε ένα στη ζωή της, τις φαίνονται παραμύθια, χαμένος χρόνος. Κοιτάζει την επιβίωσή της, κάνει το παν για να σταθεί στην λεπτή κλωστή της επιβίωσης. “Ζωή είναι η δουλειά“. Ή μήπως “Arbeit Macht Frei”, όπως έγραφε η είσοδος του στρατοπέδου;
“…Έπρεπε να μείνω εγώ. Δεν σκόπευα να κυλιέμαι στις λάσπες από δω κι από κει, όπως οι άλλοι εκεί έξω, μια ανώνυμη μέσα στο πλήθος. Είχα ικανότητες. Ταλέντο. Φιλοδοξία. Δεν μου άξιζε να έχω μια αξιοπρεπή δουλειά και μια ευκαιρία να ανέβω; Η γιαγιά δε θα ήθελε να βουλιάξω, να χαθώ. Θα με περίμενε σπίτι…”
Ο δρόμος ανοίγει. Η Έλλα γνωρίζει την Ρόουζ. Διαφέρουν. Η Ρόουζ δεν είναι πραγματίστρια. Τραγουδά, χορεύει, ονειρεύεται, κάμπτεται, ονειρεύεται, αδιαφορεί για την τρέχουσα ζωή μέσα σε αυτό το θλιβερό χάος, διαβάζει, θυμάται, υποδύεται, είναι γήινη, δεν είναι με τους ναζί, δεν είναι με αυτόν τον κόσμο και τους αβανταδόρους του. Και κυρίως, για όλες τις συνθήκες έχει μία ιστορία να πει, να δραπετεύσουν από τη στιγμή τη μαύρη, από το οδυνηρό τέλος που ζυγώνει.
“Μετά μας έκοψαν τα μαλλιά. Μας τα έκοψαν από τη ρίζα. Μας τα ξύρισαν με στομωμένα ξυράφια. Μας έδωσαν κάτι κουτσουρωμένα τριγωνικά πανιά για κεφαλομάντιλα. Μας έβαλαν να διαλέξουμε παπούτσια από έναν σωρό ψηλό ίσαμε το σπίτι. Βρήκα ένα ζευγάρι. Η Ρόουζ προφανώς δεν στάθηκε τόσο τυχερή, γι’ αυτό φορούσε ένα μεταξωτό παπούτσι και ένα δερμάτινο με κορδόνια”.
Πάνε οι κοτσίδες των κοριτσιών, στον όλεθρο, στο ερείπιο των ανθρώπων. Για να ξέρεις ότι εκεί μέσα δεν γράφτηκε μια ιστορία μυθολογικού περιεχομένου. Γίνηκαν στα αλήθεια αυτά, αν πας στο Άουσβιτς σήμερα θα δεις πολλά και θα ανατριχιάσεις με άλλα τόσα. Η Κόκκινη Μεταξωτή Κορδέλα της Λ. Άντλινγκτον το φροντίζει με επάρκεια αυτό.
Η Έλλα και η Ρόουζ. Δύο κορίτσια που το ένα συμπλήρωνε το άλλο, που έκοβε η μία και έραβε η άλλη, που η μία έβαζε το όνειρο, την ηθική επιβίωση και την ανάποδη μαγεία του Ρ. Μπενίνι στο “La vita e bella” και η άλλη την αντοχή, το τώρα και την σωματική απόδραση από την τραγωδία. Δυο κορίτσια που η μία ερχόταν όταν έλειπε η άλλη, που η μία ανακάλυπτε μία λύση όταν η άλλη έβλεπε ένα αδιέξοδο, που έφτιαχναν ζωή μέσα στο απόλυτο μαύρο, που έλπισαν να σωθούν στηρίζοντας τις ελπίδες τους σε ένα κομμάτι κόκκινη μεταξωτή κορδέλα.
“Τι είναι αυτό;” της ψιθύρισα.
“Μια κορδέλα. Θα τη δεις το πρωί. Ένα κομμάτι ομορφιάς, μόνο για σένα”.
“Ρόουζ, αυτό είναι μεταξωτό. Πώς στο καλό μπόρεσες να το πληρώσεις; Εσύ δεν κατάφερες ποτέ να κερδίσεις τσιγάρα για να τα παζαρέψεις”.
Μια κορδέλα που σημαίνει την ελπίδα διαφυγής από αυτούς που τους έταξε η εποχή.
“Φύλαξέ την κάπου, και να θυμάσαι ότι μια μέρα θα βγούμε από δω μέσα και θα φοράμε όσες κορδέλες θέλουμε. Θα πάμε στην Πόλη του Φωτός και θα δέσουμε αυτή τη μικρή κορδέλα στο κλαδί ενός δέντρου που έχω στον νου μου. Θα συμβολίζει την ελπίδα μας”.
Ελπίδα. Τώρα υπήρχε μία λέξη”.
Το σπουδαιότερο που κάνει η συγγραφέας και ιστορικός Λούσι Άντλινγκτον σε αυτό το βιβλίο είναι η υπέροχη σκιαγράφηση αυτού του εξαιρετικού αντιθετικού ζεύγους κοριτσιών μέσα στο ζοφερό τοπίο του Άουσβιτς. Ο τρόπος που υφαίνονται οι διαφορές στον τρόπο αντίληψης και δράσης τους και πώς όλα αυτά σταδιακά εξατμίζονται μπροστά στην ανάγκη για τον έναν, τον άλλο, τον φίλο, είναι πραγματικά όμορφος. Τα κορίτσια πιστεύουν στην σωτηρία. Για την ακρίβεια η Ρόουζ πιστεύει πιο πολύ το ένστικτο winner της Έλλα από τον εαυτό της:
“Αν υπάρχει ένας άνθρωπος που μπορεί να βγει αλώβητος από το Μπέρτσγουντ, αυτή είναι η Έλλα”.
Θα τα καταφέρουν; Δε θέλω να αποκαλύψω και δεν είναι αυτό, το τέλος η αξία του βιβλίου, ίσως του κάθε βιβλίου. Γιατί στο βιβλίο μετράει πολύ το ταξίδι. Η αλήθεια είναι ότι για εφηβικό YA (Young Adult) μυθιστόρημα που προσδοκά να μιλήσει στους νέους για το ολοκαύτωμα και τη θηριωδία εκείνη, προσπαθεί να ισορροπήσει. Να καταδείξει την κτηνωδία και τον παραλογισμό, παράλληλα να δώσει την ελπίδα. Να ζωντανέψει την πιο μαύρη πλευρά την ανθρώπων, συνάμα όμως να μην μαυρίσει εντελώς το βλέμμα του έφηβου αναγνώστη, να μην τον συντρίψει. Έχοντας μελετήσει πάνω από 20 χρόνια τα γεγονότα του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου, η Άντλινγκτον ανασυνθέτει το περιβάλλον του μεγαλύτερου στρατοπέδου συγκέντρωσης ιδιαιτέρως παραστατικά, μεστά, συγκεκριμένα, δίχως περιττολογίες.
“Η Κάρλα ρουθούνισε. “Δεν υπάρχει ελπίδα για σένα τώρα. Θα πεθάνεις από την πείνα ή το κρύο, ό,τι σε βρει πρώτο. Χάρη θα σου κάνω να σε πυροβολήσω”.
Η Κάρλα και η Μάρτα. Οι απέναντι. Η πρώτη παράγραφος του βιβλίου:
“Ήμασταν τέσσερις: η Ρόουζ, η Έλλα, η Μάρτα και η Κάρλα.
Σε κάποια άλλη ζωή μπορεί να ήμασταν φίλες.
Μα βρισκόμασταν στο Μπέρτσγουντ.”
Ανάγλυφο, υψηλής αισθητικής εξώφυλλο, μετάφραση της σπουδαίας -και- μεταφράστριας Αργυρώς Πιπίνη, κεφάλαια με ονόματα συμβολικών χρωμάτων και ραφτικών αντικειμένων (δαχτυλήθρα, κουβαρίστρα, ραπτομηχανή κτλ) και ένα μυθιστόρημα υποψήφιο για το βραβείο Carnegie Medal 2019.
Εκδόσεις Διόπτρα. Προτείνεται.
Διακρίσεις
ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ | |
---|---|
Τίτλος: | Κόκκινη μεταξωτή κορδέλα |
Τίτλος πρωτοτύπου: | The red ribbon |
Συγγραφέας: | Lucy Adlington |
Σχεδιασμός εξωφύλλου: | Ελένη Οικονόμου |
Μετάφραση: | Αργυρώ Πιπίνη |
Εκδόσεις: | Διόπτρα, Ιανουάριος 2019 |
Επιμέλεια-Διόρθωση: | Βάλια Μπράβου |
Σελιδοποίηση: | Ηλίας Σούφρας |
Σελίδες: | 400 |
Μέγεθος: | 14 Χ 20,5 |
ISBN: |
978-960-605-616-1
|