Διαβάζεται σε 3′- Ηλικιακό κοινό: 13+ (target 14-20) – Λογοτεχνία για εφήβους και νέους
Κι αφού ήμουν μόνος μου, είπα να βγω γυμνός από το μπάνιο, χωρίς πετσέτες κ.λ.π. Ξέρεις τώρα εσύ: άμα είσαι μόνος σου στο σπίτι και είσαι και έφηβος… Καλά, δε συνεχίζω, γιατί κάπου διάβασα για λογοκρισία και δε θέλω να κόβομαι γι’ άσχετους λόγους.
σελ. 29.
Ο συγγραφέας Αλέξης Γεράσης γράφει διόλου μέτρια για έναν μέτριο Αλέξανδρο και όλους τους μέτριους που δεν είναι απαραίτητα μετριότητες.
Περί τίνος πρόκειται
Ο Αλέξανδρος αφηγείται. Δεκαπέντε χρονών. Το σχολείο το βαριέται. Το σπίτι το βαριέται. Ο πατέρας του λείπει συνεχώς στη δουλειά. Δεν τον λέει μπαμπά. Ούτε πατέρα. Τάκη τον φωνάζει. Η μητέρα του λείπει οριστικά, για πάντα, από τότε που ήταν μωρό, δεν τη θυμάται. Η οικονόμος δεν λείπει κι αυτό είναι μια περιστασιακή παρηγοριά, δίνει λίγη ζωντάνια στο σπίτι η επαφή μαζί της, ενίοτε. Η αυτοπεποίθησή του είναι κάτω από το πάτωμα του υπογείου. Δεν πιστεύει ότι μπορεί να κάνει κάτι καλά, είναι λίγο τεμπελάκος, πασχίζει να βρει κάτι να τον συγκινεί, άδειος από ενδιαφέροντα, από χόμπι, από δυνάμεις, δεν μαθαίνει εύκολα, δεν είναι κοινωνικός, δεν τον συμπαθούν οι άλλοι, φαντάζεται πράγματα, άλλοτε απροσδόκητα ακατανόητα, έχει βυθίσματα στο μέσα του, έχει ξεσπάσματα, αυτοσαρκάζεται και ονειρεύεται να εκδικηθεί όσους τον έχουν πικράνει με τις σούπερ δυνατότητές του. Στο τέλος κάτι θα καταφέρει από αυτό, αλλά δεν θα χρειαστεί κάποια σούπερ δύναμη. Η απογοήτευση είναι μεγάλη κινητήριος δύναμη. Το ίδιο και η πίστη ότι το να είσαι μέτριος δεν είναι αποτρεπτικό για να προχωρήσεις.
“Αλλά σε κάποια φάση, γνωρίζω µια κυρία από τη Βραζιλία που κάνει κάτι περίεργες µαγικές τελετές και φτιάχνουµε ένα πήλινο δοχείο, το «vaso vagio», που µου δίνει στ’ αλήθεια αυτές τις σούπερ δυνατότητες που λέγαµε. Μετά γίνεται χαµός, αλλά αυτά σ’ αφήνω να τα διαβάσεις µόνος. Τι λες; Ψήνεσαι;”
Εστιάζοντας
Ο Αλέξης Γεράσης, επιστρέφει στις αγαπημένες του μετριότητες. Στο προ δωδεκαετίας πρώτο του βιβλίο, Ο διαφημιστής, Η αυτού μεγαλειότης, η μετριότης: Βασισμένο σε αληθινά γεγονότα, ο ήρωάς του ήταν πάλι μια “μετριότητα” από τον χώρο της διαφήμισης ο οποίος έχανε τον εαυτό του μέσα στον αδηφάγο και ανταγωνιστικό χώρο της διαφήμισης και εν τέλει θα μπορούσε να επιβιώσει μόνο αν έστεκε στο ίδιο ύψος με τις υπόλοιπες… μετριότητες.
“Κοίτα, θέλω να σου εκμυστηρευτώ κάτι πριν μπούμε για μάθημα. Είμαι λίγο χλαμπάτσας. Είμαι ανώριμος, όπως σου είπα. Θα αλλάξει όμως αυτό, κάνε λίγη υπομονή. Θα γίνουν κάποια κουλά μεταφυσικά που θα με αναγκάσουν να ωριμάσω και δε θα μοιάζω με βλαμμένο. Πού ξέρω το μέλλον;… Άσε ρε, μπορεί να μην ξέρω το μέλον, αλλά ξέρω το παρελθόν. Είναι το ημερολόγιό μου αυτό που διαβάζεις, κι εγώ ξέρω τι γίνεται στο τέλος, ενώ εσύ δεν ξέρεις. Κουλ, ε;”
Η γλώσσα που βάζει ο συγγραφέας στον αφηγητή Αλέξανδρο είναι η γλώσσα του μέσου εφήβου. Μια γλώσσα με αυθορμητισμό, ανεπιτήδευτη, με αρκετές ξένες και ξενικές λέξεις που χρησιμοποιούν κατά κόρον σήμερα οι έφηβοι, αν τους έχεις συναναστραφεί και ξέρεις ότι δεν μιλούν ως λόγιοι ούτε ως μορφωμένα κολεγιόπαιδα που κάνουν αρχαία ελληνικά από την πρώτη δημοτικού. Η συχνή χρήση αυτών των λέξεων, μπορεί έναν ενήλικα των -άντα και -ήντα να τον ξενίσει κάπως, να σχολιάσει τη χρησιμότητά τους, αλλά στις ηλικίες που απευθύνεται το βιβλίο κάνει μεγάλο γκελ. Δεν γράφω θεωρίες. Τα δοκίμασα όλα πριν τα γράψω. Γιατί εγώ βλέπω λόγω οικογενειακής σύνθεσης εφήβους καθημερινά. Και βλέπω εφήβους όλων των τάξεων και δυνατοτήτων. Οπότε αυτό το υπογράφω και μπορώ να προσθέσω ότι και συγκρατημένος ήταν ο συγγραφέας. Ως λογοτεχνική μπορούμε να τη θέσουμε υπό συζήτηση, ως πραγματικότητα όχι.
Μια δεύτερη σημείωση, μετά τη ζωντάνια και σπιρτάδα της γλώσσας του ήρωα-αφηγητή είναι ο μέτριος Αλέξανδρος πρέπει να αντλεί από το παρελθόν του συγγραφέα, ο οποίος φαίνεται ότι είναι ιδιαίτερα συμφιλιωμένος, ταυτισμένος και αφημένος σαν δεύτερο εγώ μέσα στον κόσμο του Αλέξανδρου. Έχει κάποιο νόημα αυτό που είπα; Έχει, γιατί ο συγγραφέας, αν η υπόθεσή μου έχει έστω κάποιο ποσοστό επιτυχίας, τραβά από τη δεξαμενή που γνωρίζει καλά, πλάθοντας έτσι έναν ήρωα που γνωρίζει, πηγαίνοντας σε μονοπάτια ρεαλιστικά και όχι σε ιδεατές λογοτεχνικά λύσεις. Κι αυτό είναι ένα δεύτερο στοίχημα, ο ήρωας, που κερδίζει, καθώς είναι αξιαγάπητος και αυθεντικός μέσα στην αλήθεια του και τη διαρκώς υπενθυμιζόμενη μετριότητά του.
Μετριότητα! Άλλο η χρυσή και πολυπόθητος μεσότητα και άλλο η αντιπαθητική στο άκουσμά της μετριότητα. Βέβαια, ο Αλέξανδρος, ο ήρωάς του, ο μέτριος Αλέξανδρος, αυτοανακηρύσσεται μέτριος ήδη από τον τίτλο, καθώς και σε όλη την πρωτοπρόσωπη αφήγησή του. Αυτή ακριβώς τη λέξη και τη διάσταση, το βάρος της στον ψυχισμό των εφήβων απενοχοποιεί ο συγγραφέας. Των εφήβων που ζουν μέσα στη διαρκή ανασφάλεια του “δεν είμαι καλός σ’ αυτό”, που δεν πατούν γερά στα πόδια τους, που ακούνε γύρω τους υπερφίαλες δηλώσεις, που δέχονται απαιτήσεις και εντολές, που δέχονται υποδείξεις και δρομολογημένα μέλλοντα, έξω από τα θέλω τους. Όλους αυτούς τους εφήβους, που είναι μια πλατιά πλειοψηφία, ελαφραίνει μέσα από την ιστορία του Αλέξανδρου ο συγγραφέας και το κάνει εξίσου απενοχοποιημένα, γράφοντας πρώτα επειδή ο ίδιος το απολαμβάνει.
Ο μέτριος Αλέξανδρος κουβαλά ανείπωτα διδάγματα. Ότι όσο μέτριος κι αν αισθάνεσαι, είσαι μία ακόμα μετριότητα στα εκατομμύρια που είμαστε, ξεχωριστές μετριότητες όλοι μας. Ότι όσο μέτρια κι αν κάνεις τα πράγματα, όσο κι αν αποτυγχάνεις, όσες φορές κι αν πέφτεις κάτω, σήκω και ξανασήκω και ξαναστάσου όρθιος, γιατί αυτό είναι ζωή, αυτό είναι εμπειρία και αυτό θα σε οδηγήσει να μάθεις να πράττεις, να επιλέγεις, να ζεις. Ότι όσο μετριότητα κι αν νιώθεις, θα βρεις πράγματα στα οποία θα νιώσεις πιο άνετα∙ αυτά πρέπει να κυνηγήσεις, σε αυτά πρέπει να σταθείς και να πάψεις να αυτοκρίνεσαι, να αυτολογοκρίνεσαι, να αυτοχαστουκίζεσαι και να πέφτεις στο πάτωμα σαν μποξέρ του νοκ άουτ.
Ο Αλέξανδρος είναι ένα παιδί του σήμερα, με εργαζόμενο και ολίγον άφαντο δημοσιογράφο καριερίστα πατέρα, με μητέρα απούσα λόγω της ζωής που κάποτε είναι σκληρή, με συναισθήματα που κινούνται στη βεντάλια της απογοήτευσης, της μετριότητας, της απουσίας αυτοπεποίθησης, της μοναξιάς, της απαξίωσης, με πληγές ανοιχτές. Δεν βρίσκει πουθενά να ακουμπήσει, δεν έχει φίλους, δεν είναι αγαπητός ή δημοφιλής, δεν απολαμβάνει θετικών συναισθημάτων από κάποιον και μοναδικός του συνομιλητής είναι ο εαυτός του και η οικονόμος του σπιτιού.
Η πλήρης, συνεπής σκιαγράφηση του ήρωα, η επαφή με την πραγματικότητα, η απουσία τακτοποιημένων λύσεων, συνταγών και happy end, η ευρυθμία της απενοχοποιημένης, όπως προείπαμε, γραφής, η έκταση των συναισθημάτων, το εύρημα του τρίτου προσώπου στο τέλος με όσα αυτό συνοδεύει σε αντιδιαστολή με την αμεσότητα της πρωτοπρόσωπης αφήγησης σε όλο σχεδόν το βιβλίο, η ενσωμάτωση της επανεγγραφής τετράκις του βιβλίου στον ήρωα ως συγγραφέα του βιβλίου, είναι τα σημαντικά πλεονεκτήματα του βιβλίου του Αλέξη Γεράση που διόλου μέτριος δεν είναι.
Θα μιλήσει στους εφήβους με τη φλόγα του, με την αυθεντικότητα και την ειλικρίνειά του, ειδικά σε όσους δεν έχουν καλή σχέση με την ανάγνωση. Θα βρουν πολύ από τον εαυτό τους, δίχως την περιγραφική, πιο αργόσυρτη λογοτεχνία που τους “βαραίνει” και τους απωθεί, δικαιολογημένα ή αδικαιολόγητα.
Εξώφυλλο από τον Τόμεκ Γιοβάνη.
Για αναγνώστες από 13 περίπου ετών.
Εκδόσεις Πατάκη.
Απόσπασμα
Διαβάστε απόσπασμα εδώ.
TAYTOTHTA | |
---|---|
Τίτλος: | Ο Μέτριος Αλέξανδρος |
Συγγραφέας: | Αλέξης Γεράσης |
Εικονογράφος: | Τόμεκ Γιοβάνης |
Εκδόσεις: | Πατάκη, Δεκέμβριος 2022 |
Υπεύθυνη έκδοσης: | Υβόνη Καρύδη |
Επιμέλεια: | Αντωνία Γουναροπούλου |
Σελιδοποίηση: | Αλέξιος Δ. Μάστορης |
Σελίδες: | 168 |
Μέγεθος: | 14 Χ 21 |
ISBN: | 978-960-16-7807-8 |