Το είχαν πει οι κορμοράνοι ότι παλιά το νησί ήταν ενωμένο με τον βαλτότοπο. Οι κάτοικοι ζούσαν όλοι παρέα. Έγινε όμως ένας σεισμός κι έκοψε ένα κομμάτι γης. Κι αυτό έφυγε στη θάλασσα κι έγινε νησάκι. Άλλα ζώα βρέθηκαν εδώ, άλλα απέναντι. Και με τον καιρό ξέχασαν πως κάποτε ζούσαν μαζί, Κανείς όμως δεν πίστευε τις ιστορίες των κορμοράνων. Ήταν λίγο τρελούτσικοι γι αυτό τους διώξανε.
Οι ιστορίες που ακούγονταν και μεταφέρονταν από γενιά σε γενιά ήταν τρομακτικές. Το απέναντι νησί μπορεί να φαινόταν όμορφο και καταπράσινο, στην πραγματικότητα όμως, ήταν ένα τρομακτικό μέρος όπου ζούσαν επικίνδυνα πλάσματα. Κανείς βέβαια δεν τα είχε δει από κοντά. Ο μικρός λαγός ρωτάει τη μαμά, εκείνη τον παραπέμπει στον παππού. Ο παππούς είναι σίγουρος για όσα λέγονται αφού τα έχει ακούσει απο τον δικό του παππού κι εκείνος από τον προπάππου του…
Ο ήρωας της ιστορίας μας όμως, είναι ονειροπόλος και ριψοκίνδυνος. Του αρέσουν τα ταξίδια σε μέρη που δεν έχει δει. Πείθει λοιπόν, τον πελαργό να τον “ταξιδέψει” πάνω από το απέναντι νησί. Κατά τη διάρκεια της πτήσης, το λαγουδάκι, θαυμάζοντας τη θέα, πέφτει στο νησί.
Όταν ο πελαργός μεταφέρει τη δυσάρεστη είδηση στον βαλτότοπο επικρατεί πανικός. Συγκαλείται πολεμικό συμβούλιο. Τα ζώα είναι σίγουρα ότι ο μικρός λαγός κρατείται όμηρος. Με το φόβο στην καρδιά φτάνουν κοντά στο νησί και περιμένουν μια κίνηση από τους τρομερούς εχθρούς. Εντωμεταξύ, το λαγουδάκι γνωρίζεται με έναν άλλο μικρό λαγό-κάτοικο του απέναντι νησιού κι ανακαλύπτει πόσο αβάσιμες ήταν οι ιστορίες που διαδίδονταν από στόμα σε στόμα για χρόνια ολόκληρα…
Τη συνέχεια μπορείτε να την απολαύσετε στο ενδιαφέρον βιβλίο της Ελένης Γεωργοστάθη. Η συγγραφέας επέλεξε να διαπραγματευτεί ένα δύσκολο πραγματικά θέμα, αυτό των προκαταλήψεων. Ο τρόπος που το προσεγγίζει είναι πραγματικά ευφυής. Γοητευτικά απλός. Ένας μικρός λαγός ανήσυχος και περίεργος, δεν πείθεται από τις φήμες και καταφέρνει να ξεριζώσει μια βαθιά ριζωμένη προκατάληψη. Αμφισβητώντας τους σημαντικούς “άλλους” μπαίνει σε μια διαδικασία δερεύνησης κάνοντας ερωτήσεις κι αναζητώντας αποδείξεις. Κι είναι τόσο ελπιδόφορο κι αισιόδοξο το μήνυμα ότι η νέα γενιά μπορεί να ξεφύγει από την ρητορική του μίσους ακολουθώντας το ένστικτό της!
Το elniplex συνομίλησε με τη συγγραφέα για την επιλογή του θέματος και τις αντιδράσεις των μικρών αναγνωστών.Η Ελένη Γεργοστάθη μας είπε:
“Η ιδέα για το Απέναντι νησί προέκυψε από μια παιδική ανάμνηση: Μια παραλία που πήγαινα παιδί, μ’ ένα νησάκι απέναντι, μικροσκοπικό, σχεδόν ξερό. Ήθελα πολύ να κολυμπήσω ως εκεί, αλλά οι γονείς μου δε με άφηναν. Χρόνια μετά, θυμήθηκα εκείνο το νησάκι και το πώς η γονική απαγόρευση είχε πυροδοτήσει την παιδική φαντασία μου. Δε θέλει και πολύ εξάλλου αν έχεις διαβάσει ένα σωρό ιστορίες για μυστηριώδεις νήσους, νησιά θησαυρών κ.ο.κ. Ενήλικη πια, χάρη σε κείνο το νησάκι, θυμήθηκα τα παιδικά μου χρόνια στη Λακωνία της δεκαετίας του ’80, των γαλάζιων και των πράσινων καφενείων, κατόπιν τις χρόνιες γηπεδικές και όχι μόνο αντιπαραθέσεις Βορείων και Νοτίων, αλλά και τα φοιτητικά μου χρόνια στην Αγγλία, με τις φοβικές αντιδράσεις μερίδας Ελλήνων φοιτητών απέναντι σε οτιδήποτε μη ελληνικό. Και φυσικά ό,τι άλλο ακολούθησε. Πάντα ένα εδώ κι ένα εκεί. Πάντα εμείς και οι άλλοι. Το απέναντι νησί, με αυτό τον τρόπο, έγινε στη συνείδησή μου ο τόπος όπου ζουν τα φανταστικά τέρατα –να και λίγος Σέντακ– που γεννούν οι φόβοι, οι προκαταλήψεις κι οι ανασφάλειές μας.
Η αλήθεια είναι ότι δεν επιδίωξα να δώσω έμφαση στη διαφορετικότητα αλλά περισσότερο στο παράδοξο του να ζεις μια ανάσα από τον άλλο κι όμως να αρνείσαι να τον γνωρίσεις. Από εκεί ξεκινούν όλα: Αν αρνείσαι να κοιτάξεις αυτόν που ανασαίνει δίπλα σου, πώς θα αφήσεις το βλέμμα σου να ταξιδέψει παραπέρα; Όσοι άλλωστε αποφεύγουν να αντικρίσουν τον άλλο –πολύ ή λίγο διαφορετικό από τους ίδιους– στην πραγματικότητα τρέμουν μη διακρίνουν πάνω του ό,τι ακριβώς τους τρομάζει κι όταν κοιτάζουν τον εαυτό τους στον καθρέφτη. Κλείνονται έτσι στον μικρόκοσμό τους, επαναπαύονται στην παθητική καλοπέραση, αρνούνται όχι μονάχα να ανακαλύψουν, αλλά και να θυμηθούν, να αξιολογήσουν να ερμηνεύσουν νηφάλια και λογικά το ίδιο το παρελθόν τους, ζώντας σε μια γυάλα φόβου, προκατάληψης, άγνοιας και τελικά διαστρέβλωσης της πραγματικότητας.
Έχοντας παρουσιάσει σε πολλές διαφορετικές ομάδες παιδιών το συγκεκριμένο βιβλίο, αντιλαμβάνομαι πόσο τα εντυπωσιάζει το παράδοξο του φόβου αυτού. Γελούν, προβληματίζονται, σχολιάζουν. Συνειδητοποιώ και πόσο πιο ανοιχτά και ώριμα να το συζητήσουν είναι τα παιδιά εκείνα που έχουν μάθει να συνυπάρχουν με συμμαθητές διαφορετικών εθνικοτήτων και καταβολών. Πόσο η ιδέα της συνύπαρξης με το απέναντι ενθουσιάζει παιδιά οικογενειών μοιρασμένων ανάμεσα στο εδώ και στο εκεί μιας παλιάς και μιας καινούριας πατρίδας. Δεν ξέρω σε τι βαθμό ένα παιδικό βιβλίο μπορεί να διαμορφώσει αντιλήψεις, σίγουρα όμως το να συναντιέται με ένα κομμάτι της πραγματικότητας και των συναισθημάτων των νεαρών αναγνωστών του είναι ιδιαίτερα συγκινητικό για κείνον που το έγραψε.”
Η αφήγηση της ιστόρίας είναι τριτοπρόσωπη αλλά άμεση. Ο παντογνώστης αφηγητής παρουσιάζει τα όσα διαδραματίζονται άλλοτε φωτίζοντας τον βαλτότοπο κι άλλοτε το απέναντι νησί με τρόπο κινηματογραφικό. Οι διάλογοι ζωντανεύουν ακόμα περισσότερο την αφήγηση κρατώντας το ενδιαφέρον του αναγνώστη. Η εικονογράφηση ανήκει στη Ελίζα Βαβούρη. Οι εικόνες της είναι πολύχρωμες και χαρούμενες. Μια πολύ όμορφη σκηνή, κατά τη γνώμη μας είναι εκείνη στην οποία απεικονίζονται οι σκιές των ζώων γύρω από τη φωτιά να κάνουν σχέδια για το μέλλον. Σαν μια σκόρπια παρέα φίλων που ξανάσμιξε σε μια μεγάλη γιορτή ύστερα από καιρό.
Αξίζει να αφιερώσετε λίγο από τον χρόνο σας για να διαβάσετε ένα βιβλίο που βάζει τον αναγνώστη “απέναντι” από τις προκαταλήψεις του.
ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ | |
---|---|
Τίτλος: | Χάθηκε η μπάλα |
Σειρά: | Φραουλίτσα (5-6 ετών) |
Συγγραφέας: | Ελένη Γεωργοστάθη |
Εικονογράφηση: | Ελίζα Βαβούρη |
Εκδόσεις: | Ψυχογιός, 2016 |
Επιμέλεια-Διόρθωση: | Άννα Μαράντη |
Σελίδες: | 56 |
Μέγεθος: | 14 Χ 21 |
ISBN: | 978-618-01-1385-3 |