Η βασιλόπιτα είναι ένα ακόμη έθιμο που επιβίωσε από τις αρχαίες θρησκείες και εντάχθηκε φυσικά στα χριστιανικά έθιμα. Μέχρι την εμφάνιση του χριστιανισμού, κατά την αρχαιότητα, οι Έλληνες προσέφεραν στους θεούς τον εορταστικό άρτο κατά τη διάρκεια μεγάλων αγροτικών γιορτών οι οποίες ήταν και οι σημαντικότερες (π.χ Θεσμοφόρια)
Κατά τα Κρόνια, γιορτή προς τιμήν του θεού Κρόνου (παντοδύναμου και ασταμάτητου Χρόνου) αλλά και στα Σατουρνάλια (Saturnalia) της αρχαίας Ρώμης έφτιαχναν πίτες μέσα στις οποίες έβαζαν νομίσματα. Σε όποιον τύχαινε το κομμάτι με το νόμισμα ήταν και ο τυχερός της παρέας.
Αυτές οι πίτες με τα τυχερά νομίσματα μεταφέρθηκαν και στα χριστιανικά έθιμα. Η βασιλόπιτα πήρε το όνομά της από τον Μέγα Βασίλειο ο οποίος για να προστατεύσει την περιφέρειά του (Καισάρεια) από τις επιδρομές εχθρών έκανε έρανο και μάζεψε χρυσά νομίσματα για να τα δώσει στους εχθρούς ώστε να μην καταστρέψουν την περιοχή και το βιος των κατοίκων.
Ο εχθρός, όμως, τελικά, δεν εισέβαλλε ποτέ στην Καισάρεια, τα νομίσματα έμειναν και κατά παραγγελία του Μεγάλου Βασιλείου (που ίσως θέλησε να τα διασπείρει και για να τα προστατεύσει αλλά και για να επιβραβεύσει τους κατοίκους της πόλης για την πίστη τους) τοποθετήθηκαν σε πίτες και ψωμάκια και μοιράστηκαν σε όλους τους κατοίκους αδιακρίτως.
Κάπως έτσι καθιερώθηκε η βασιλόπιτα με τον τυχερό να θεωρείται αυτός που βρίσκει το φλουρί, το μοναδικό τυχερό νόμισμα.
Η βασιλόπιτα είναι ένα ακόμη έθιμο που επιβίωσε από τις αρχαίες θρησκείες και εντάχθηκε φυσικά στα χριστιανικά έθιμα. Μέχρι την εμφάνιση του χριστιανισμού, κατά την αρχαιότητα, οι Έλληνες προσέφεραν στους θεούς τον εορταστικό άρτο κατά τη διάρκεια μεγάλων αγροτικών γιορτών οι οποίες ήταν και οι σημαντικότερες (π.χ Θεσμοφόρια)
Ο λαογράφος Δημήτριος Λουκάτος στο βιβλίο του “Χριστουγεννιάτικα και των γιορτών” αναφέρει σχετικά:
“Υπήρχε στην ελληνική αρχαιότητα το έθιμο του εορταστικού άρτου που σε μεγάλες αγροτικές γιορτές, οι πρόγονοί μας το προσέφεραν στους θεούς, σαν απαρχή. Στα Θαλύσια, γιορτή του θερισμού, αφιερωμένη μάλλον στη Δήμητρα, έφτιαχναν από το νέο σιτάρι ένα μεγάλο καρβέλι, τον “Θαλύσιον άρτον”, και στα Θαργήλια, γιορτή του Απόλλωνα, έψηναν επίσης τον Θάργηλο ή την ευετηρία…
…Υπήρχε επίσης στην αρχαιότητα η συνήθεια των “μειλιχίων προσφορών” στους δαίμονες και στους θεούς του Άδου, από μέλι κυρίως και αγροτικά ηδύσματα, η μελιττούτα ή μελιτούς για τον ιερό, όφι της Ακροπόλεως, άλλοι πλακούντες και μελίπηκτα για τους νεκρούς, που τα πήγαιναν στους τάφους ή τα χρησιμοποιούσαν στα νεκρόδειπνα, μαζί με καρπούς….
…Η βασιλόπιτα λοιπόν είναι συνδυασμός του “εορταστικού άρτου” και του “μελιπήκτου” των αρχαίων προσφορών,τόσο προς τους θεούς, όσο και προς του νεκρούς ή κακούς δαίμονες, για την εξασφάλιση της ευετηρίας, της υγείας, της μαντικής και της καλής τύχης.”
Κατά τα Κρόνια, επίσης, γιορτή προς τιμήν του θεού Κρόνου (παντοδύναμου και ασταμάτητου Χρόνου) αλλά και στα Σατουρνάλια (Saturnalia) της αρχαίας Ρώμης έφτιαχναν πίτες μέσα στις οποίες έβαζαν νομίσματα. Σε όποιον τύχαινε το κομμάτι με το νόμισμα ήταν και ο τυχερός της παρέας.
Αυτές οι πίτες με τα τυχερά νομίσματα μεταφέρθηκαν και στα χριστιανικά έθιμα. Η βασιλόπιτα πήρε το όνομά της από τον Μέγα Βασίλειο ο οποίος για να προστατεύσει την περιφέρειά του (Καισάρεια) από τις επιδρομές εχθρών έκανε έρανο και μάζεψε χρυσά νομίσματα για να τα δώσει στους εχθρούς ώστε να μην καταστρέψουν την περιοχή και το βιος των κατοίκων.
Ο εχθρός, όμως, τελικά, δεν εισέβαλλε ποτέ στην Καισάρεια, τα νομίσματα έμειναν και κατά παραγγελία του Μεγάλου Βασιλείου (που ίσως θέλησε να τα διασπείρει και για να τα προστατεύσει αλλά και για να επιβραβεύσει τους κατοίκους της πόλης για την πίστη τους) τοποθετήθηκαν σε πίτες και ψωμάκια και μοιράστηκαν σε όλους τους κατοίκους αδιακρίτως.
Κάπως έτσι καθιερώθηκε η βασιλόπιτα με τον τυχερό να θεωρείται αυτός που βρίσκει το φλουρί, το μοναδικό τυχερό νόμισμα.