«Τα κάστρα εξασκούν μυστηριώδη γοητεία στην ψυχή του ανθρώπου{…} Το κάστρο μας θυμίζει το οχυρό αυτό σημείο που δε θα θέλαμε ποτέ να παραδώσουμε, το στερνό καταφύγιο της συνείδησης, της αξιοπρέπειας και της ανδρείας…»
Με αυτά τα λόγια του Καζαντζάκη ξεκινά η ιστορία καθώς περιγράφει τους πύργους της Μάνης που στέκουν περήφανοι, σύμβολα του άγριου τοπίου της περιοχής.
Αν έχεις βρεθεί στη Μάνη τότε γνωρίζεις για τους περίφημους πύργους που δεσπόζουν στα βουνά της και νιώθεις ότι αντικρίζεις έναν τόπο παραμυθένιο. Υπάρχουν ολόκληροι οικισμοί με διώροφα ή τριώροφα πέτρινα κτίσματα, γνωστά ως πυργόσπιτα. Οι πύργοι της αποτελούν μνημείο αρχιτεκτονικής παράδοσης από τον 18ο και 19ο αιώνα.
Σ’ έναν λοιπόν από τους πολλούς πύργους στο Λιμένι, λίγο έξω από την Αρεόπολη, θα βρεθούν δυο παιδιά, ο Παύλος και ο Γιάννης. Ο Πύργος τους κέντρισε τη φαντασία και από ένα μισάνοιχτο πορτάκι τρύπωσαν στο υπόγειο του παλιού αρχοντικού. Τα δύο παιδιά καθώς έπαιζαν, θυμήθηκαν το θρύλο της Νεράιδας με τα χρυσά μαλλιά και του Σαρακινού κουρσάρου και ξεκίνησαν ένα παιχνίδι με φανταστικά όπλα και ξύλα για να διώξουν τον κουρσάρο. Ο Παύλος, καθώς έπαιζε, σκόνταψε πάνω σ’ ένα σιδερένιο κουτί. Μέσα σ’ αυτό, ένα ξύλινο μπαούλο. Η κλειδαριά άνοιξε στη στιγμή και ήρθαν στο φως ένα σιδερένιο κλειδί και παλιά χειρόγραφα με καλλιγραφικά γράμματα και ζωγραφιές, σκονισμένα και ξεχασμένα στο χρόνο. Οι γονείς των παιδιών ειδοποίησαν την αστυνομία και τα χειρόγραφα βρέθηκαν στην Εφορία Αρχαιοτήτων στη Σπάρτη.
Σ’ αυτά τα παλιά χειρόγραφα οι αρχαιολόγοι ανακάλυψαν τα παραμύθια που η Κυρά του Πύργου θέλησε να μοιραστεί μαζί μας. Τα χειρόγραφα παραμύθια που θα δουν το φως και θα ζωντανέψουν μύθους και δοξασίες για την δύναμη της αγάπης, το φόβο, την ευγνωμοσύνη αλλά και την πονηριά, τη χαρά και τη λύπη μιας άλλης εποχής.
Τα δυο παιδιά καμάρωναν για την ανακάλυψη που έκαναν και μια νύχτα άκουσαν νεράιδας φωνή και τους σφηνώθηκε στο μυαλό η ιδέα, όταν μεγαλώσουν να γράψουν ιστορίες για τον Πύργο του Λιμενιού. Εκείνη τη νύχτα ο δάσκαλος θα αφηγηθεί σε μικρούς και μεγάλους όχι ένα, ούτε δύο αλλά τρία παραμύθια:
«Το θαυματουργό αηδόνι και η Πανώρια»
Ήταν ένας σπουδαίος άρχοντας που είχε τρεις γιούς και υπέφερε από μια ασθένεια που σταδιακά θα τον οδηγούσε στην τύφλωση. Απελπισμένος καθώς ήταν ζήτησε από τους γιούς του να βρουν το φάρμακο για να γίνει καλά. Ο τρίτος ο μικρότερος γιός ήταν ο μόνος που υποσχέθηκε ότι θα φτάσει και στην άκρη του κόσμου για να βρει κάποιο γιατρικό. Πράγματι καταφέρνει με το θάρρος και την επιμονή του να βρει το θαυματουργό αηδόνι που ήξερε να διαλέγει το θαυματουργό βότανο και την Πανώρια. Όμως οι δυσκολίες συνεχίζονται γιατί θα βρει στο δρόμο του εμπόδια πολλά και απρόσμενους εχθρούς. Όμως τώρα δεν είναι πια μόνος τον συντροφεύει η δύναμη της αγάπης. Χαρακτηριστική η εικόνα του ζευγαριού καθώς η Πανώρια γέρνει στον ώμο του παλικαριού με τα μάτια χαμηλωμένα από σεμνότητα και το βλέμμα του παλικαριού που ακτινοβολεί από αγάπη.
«Άνθρωπος πρώτα να γενείς»
Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένα ζευγάρι που είχε ένα μοναχογιό έξυπνο, όμορφο όμως πολύ δύσκολο παιδί. Κι όπως λένε οι Μανιάτες “κανένας δεν μπορούσε να τον κάνει ζάφτι”, δεν έπαιρνε ούτε από λόγια ούτε από μαλώματα. Οι γονείς του μια συμβουλή του έδιναν: «Κοίτα άνθρωπος πρώτα να γενείς». Όταν μεγάλωσε έφυγε από το σπίτι για να κυνηγήσει την τύχη του, με πονηριές και τεχνάσματα απέκτησε πλούτη και δόξα στην πόλη και τα νέα έφτασαν γρήγορα στο χωριό. Η δόξα και τα αξιώματα όμως δεν κάνουν τον άνθρωπο και έρχεται εκείνη η ώρα που θα θυμηθεί τη συμβουλή των γονιών του. Η εικόνα του γυρισμού του γιού και η αγκαλιά με τους γονείς αντανακλά συναισθήματα και μεγάλη δύναμη ψυχής.
«Το δικαστήριο των ζώων»
Μια φορά κι έναν καιρό ζούσε ένας γεωργός που είχε όλα τα καλά αλλά «ούτε του αγγέλου του θύμιαμα δεν έδινε»μια μέρα καθώς έσκαβε το χωράφι του μια οχιά τυλίχτηκε στο λαιμό του και τώρα κινδυνεύει η ίδια του η ζωή. Τελευταία απόπειρα να σωθεί είναι να κρίνουν και άλλοι τη στάση του. Τα ζώα καλούνται να τον δικάσουν και να αποφασίσουν για τη ζωή του. Όλα τα ζώα έχουν παράπονα και τον καταδικάζουν εκτός από ένα ζώο που ξεχωρίζει για την πονηριά του. Η εικόνα του γεωργού στο χωράφι, με την οχιά τυλιγμένη στο λαιμό του και το βλέμμα απόγνωσης στα μάτια του, αποτελεί αφορμή για συζήτηση και προβληματισμό. Η αχαριστία όμως τιμωρείται και ο γεωργός θα πάρει ένα μάθημα ζωής.
Το εξώφυλλο του βιβλίου με την Πανώρια και το παλικάρι παραπέμπει σε μια άλλη εποχή και αν ανοίξεις και το οπισθόφυλλο είναι σαν ένας πίνακας ζωγραφικής με το ζευγάρι σε κίνηση να βαδίζει θαρρείς τον ανήφορο της ζωής με τις χαρές και τις λύπες.
Αν πάλι αναρωτιέστε τι απέγιναν τα δυο παιδιά που βρήκαν τα χειρόγραφα και αν πραγματοποίησαν το όνειρό τους δεν έχετε παρα να αποκτήσετε αυτό το βιβλίο με τα Χειρόγραφα του Πύργου και να σας λυθούν όλες οι απορίες.
Τα παραμύθια της Μάνης ανακάλυψε και μας αφηγείται η Αθηνά Μπίνιου και εικονογράφησε μαγικά, με τρυφερή ματιά και χρώμα, η Έφη Λαδά. Η Αθηνά Μπίνιου μας αποκαλύπτει στο τέλος του βιβλίου: «Δε γεννήθηκα στη Μάνη, αλλά μεγάλωσα στα χέρια ενός πατέρα Μανιάτη που μιλούσε με παραμύθια για τον τόπο του» Για περίπου πέντε χρόνια έκανε έρευνα και ρώτησε απλούς ανθρώπους για τη λαλιά, για λέξεις και εκφράσεις της Μάνης ώστε να αποκτήσει την αξία του αυθεντικού.
Η λαϊκή παράδοση ζωντανεύει μνήμες του παρελθόντος και γεφυρώνει το παρελθόν με το παρόν. Τα Χειρόγραφα του Πύργου είναι το τρίτο βιβλίο της σειράς Παραμύθια από τη Μάνη. Προηγήθηκαν: «Η Ταρώ κι ο Ζαχαροζυμμωμένος» και «Το κατόρθωμα του Δάκρυ»
ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ | |
---|---|
Τίτλος: | Τα χειρόγραφα του Πύργου |
Συγγραφέας: | Αθηνά Μπίνιου |
Εικονογράφηση: | Έφη Λαδά |
Εκδόσεις: | Πατάκη, Δεκέμβριος 2007 |
Σελίδες: | 68 |
Μέγεθος: | 24 Χ 29 |
ISBN: | 978-960-16-2581-2 |