Ο Μίκης έδωσε πολλές μάχες στη ζωή του: κοινωνικές, πολιτικές, ιδεολογικές, μουσικές. Έδωσε όμως και μια μεγάλη εσωτερική: αν θα κάνει ακαδημαϊκή καριέρα ως μουσικός ή αν θα περάσει τη τέχνη του στο ευρύ κοινό. Ρίσκαρε. Διάλεξε το δεύτερο. Μόνο που το επέλεξε και τελικά το έπραξε με τους δικούς του όρους. Θέλησε να “κατεβάσει” την ποίηση στο λαό, σε όλους τους ανθρώπους.
Κάπως έτσι μελοποίησε και 40 ποιήματα για παιδιά. Κι αυτά τα ποιήματα, αυτά τα τραγούδια δεν είναι για να ανεβαίνουν τα πιτσιρίκια στις καρέκλες και να χορεύουν σα μικρογραφίες ξεπεσμένων ενηλίκων. Αυτά τα ποιήματα είναι για να κατεβαίνεις. Να κατεβαίνεις στον κόσμο του Μίκη και των ποιητών.
Και τι δεν έχει η ευφυής, μουσική σαρανταποδαρούσα του Μίκη!
Έχει τραγούδια για όλες τις εποχές, για όλες της μέρας τις στιγμές. Αξιοποιήστε τον θησαυρό αυτό στο σπίτι και την τάξη. Φέρτε τη ψυχή του παιδιού κοντά στα θαύματα της ποίησης και τη μουσική του παγκόσμιου Μίκη Θεοδωράκη.
Είναι Άνοιξη; Έχει Πεταλούδα και Περιβόλι οργωμένο και μαργαριταροσπαρμένο. Μα άνοιξη Δεν είναι μονάχα τα αηδόνια. Μπαίνει Μάης κι ήρθε Πρωτομαγιά;
Είναι καλοκαίρι; Έχει Καλοκαίρι, θεού χαρά! Θες ταξιδάκι; Έχει καραβάκι με άσπρο πανάκι. Ή με βαρκούλα μαζί με την Ξανθούλα. Δες τη φύση την καλοκαιρινή. Χαρά στ’ αλέτρι! Φεύγει το καλοκαίρι;
Ω, Φθινόπωρο ήρθες! Στου Ρυακιού την όχθη ή σε κάποια άλλη Όχθη στάσου και κοίτα το ρέμα.
Έρχεται Χειμώνας; Να μπροστά μας το Παγωμένο πουλί. Θες να κοιμηθείς; Μην ανησυχείς! Όλα κοιμούνται, όλα σβήνουν! Έχει Νανούρισμα. Κι αν δεν σου αρέσει αυτό, Κοιμήσου αγγελούδι μου δίχως αυτό! Θες να πεις Καληνύχτα; Υπάρχει μια όμορφη να πεις καθώς βγαίνει το Λαμπρό Φεγγάρι που θα σου τα πει όλα και κυρίως Που είναι πιο καλά. Δε μπορείς να ξυπνήσεις; Θα σε ξυπνήσει ο Κόκορας! Θες να κάνεις πρωινή προσευχή; Υπάρχει μια ομορφότερη.
Ο παιδικός κόσμος του Μίκη έχει πολλή Ελλάδα. Υπάρχει μέσα στην καρδιά του, Υπάρχει ανάμεσα στη Σύρο και τη Τζια, Έχει και Κύπρο, ένα νησί σαν Χρυσοπράσινο φύλλο στη θάλασσα.Το μουσικό έργο του Μίκη είναι ανεξάντλητο! Μα κράτησα για το τέλος το αγαπημένο μου από ετούτο το δίσκο που εξηγεί Τι θέλω:
Δε θέλω του κισσού το πλάνο ψήλωμα,
σε ξένα αναστηλώματα δεμένο,
ας είμαι ένα καλάμι, ένα χαμόδεντρο,
μα όσο ανεβαίνω, μόνος ν’ ανεβαίνω.
Δε θέλω του γυαλιού το λαμπροφέγγισμα,
που δείχνεται άστρο με του ήλιού τη χάρη,
θέλω να δίνω φως, από τη φλόγα μου,
κι ας είμαι ένα ταπεινό λυχνάρι.
Είναι ποίηση του Γεώργιου Δροσίνη. Κι είναι ένας οδηγός ζωής που νιώθω πως πρέπει να περάσει ως αξία και στάση σε όλους τους ανθρώπους, μικρά και μεγάλα παιδάκια.
Λευτεριά στα πιτσιρίκια! Που πρέπει:
να μάθουν να μην ποθούν την άνοδο ψηλά με ξένα υποστηλώματα, ούτε τη λάμψη εκμεταλλευόμενοι τη λάμψη άλλων
να μάθουν να ανεβαίνουν μόνοι τους και με το σπαθί τους
να γεννούν δικό τους φως και λάμψη. Κι ας είναι λίγη.