Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1966. Είναι δάσκαλος και νηπιαγωγός με μεταπτυχιακές σπουδές στη Γλωσσολογία στο Πανεπιστήμιο του Έσσεξ και διδακτορικό στο Πανεπιστήμιο Πατρών, όπου υπήρξε λέκτορας και από το 2012 είναι επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Επιστημών της Εκπαίδευσης και της Αγωγής στην Προσχολική Ηλικία.
Έχει διατελέσει πρόεδρος (2005 – 2009) της Ελληνικής Επιτροπής της Παγκόσμιας Οργάνωσης Προσχολικής Αγωγής (Ο.Μ.Ε.Ρ.), ενώ από το 2013 είναι περιφερειακός αντιπρόεδρος της οργάνωσης για την Ευρώπη.
Τα τελευταία χρόνια έκανε την εμφάνισή του στην λογοτεχνία για παιδιά και νέους, μέσα από δύο πολύ αξιόλογα βιβλία που πλησιάζουν την Κύπρο με αξιοπρέπεια, ειλικρίνεια, ρεαλισμό: Είμαι πρόσφυγας από την Κερύνεια και Πόσο κρατά η ελπίδα το οποίο έγινε η αφορμή γι’ αυτήν τη συζήτησή μας. Για την ελπίδα που εξασθενεί και ξεψυχά και σχεδόν πάντα κρατά μια ανάσα, μέσα από ένα βαθύ, εσωτερικό, σπαρακτικό συχνά, κείμενο, όπου έξι ιστορίες γίνονται έξι δρόμοι ιχνηλάτησης της ελπίδας και των αποχρώσεών της.
Ο Νεκτάριος Στελλάκης σε #Συνέντευξη στο #ELNIPLEX.
Κύπρος. Ακόμα χωρισμένη. Ακόμα πληγωμένη. Γιατί;
Γιατί η παγκόσμια κοινότητα δεν έχει βρει τρόπους να πείσει ή επιβάλει το δίκαιο. Ποιο είναι το δίκαιο το γνωρίζουμε. Υπάρχουν τα ψηφίσματα του ΟΗΕ. Αυτό το «ακόμη» πάντως είναι που πληγώνει και στην περίπτωση της Κύπρου όσο και σε κάθε άλλη αδικία στον πλανήτη μας.
Γεννήθηκες το 1966. Πόσο σε έχουν καθορίσει προσωπικά αυτά τα γεγονότα;
Δεν ξέρω αν με έχουν καθορίσει. Θυμάμαι τα γεγονότα: το πραξικόπημα, τη δήλωση του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου από την Πάφο, την εισβολή, την επιστροφή του Καραμανλή από το Παρίσι, την επιστράτευση. Τότε είδα στην τηλεόραση τις πρώτες εικόνες πραγματικού πολέμου. Στη συνέχεια είχα συμμαθητή και φίλο που ήρθε με την οικογένειά του πρόσφυγας από την Κύπρο. Υπήρχαν αυτά στη μνήμη μου και αναζωπυρώθηκαν με τις επισκέψεις μου στην Κύπρο, τη μελέτη γύρω από τα γεγονότα και, βεβαίως, τις αφηγήσεις που άκουσα.
Κυπριακό. Αυτή η λέξη νομίζω ότι υποτιμά την υπόθεση της Κύπρου. Έχει μάλιστα και υποτιμητική χρήση όταν κάτι τραβάει σε χρόνο και συζητιέται διαρκώς. «Κυπριακό το κάναμε».
Συμφωνώ. Νομίζω πως είναι ορθότερο να λέμε «τουρκική εισβολή» και «τουρκική κατοχή». Δηλώνεται με σαφήνεια ο δράστης και το πρόβλημα και δεν αφήνουμε να αιωρείται η εσφαλμένη ιδέα πως πρόκειται απλώς για ένα δυσεπίλυτο πρόβλημα.
Πώς διάλεξες αυτές τις έξι ιστορίες; Υπήρξαν άλλα κριτήρια πέραν από την έκταση του φάσματος της ελπίδας;
Έχω ακούσει πάρα πολλές αφηγήσεις. Κάποιες είναι πολύ πιο συνταρακτικές ή σπαρακτικές. Έπρεπε να αποφασίσω πόσες θα συμπεριλάβω. Το έξι σαν υπόμνηση του ότι η Κύπρος είναι ο τόπος που φυλάσσει την ελπίδα, μου φάνηκε εύστοχο και το κράτησα. Στη συνέχεια διάλεξα ιστορίες που απαντούν στο ερώτημα της ελπίδας.
Προτείνω να τις δούμε. Θα ήθελα να μου πεις κάποιες σκέψεις για κάθε μία από αυτές. Ιστορία πρώτη. Αγνοούμενος. Ιούλιος 74’. Αγνοείται. Ρήμα. Όνομα στον κατάλογο. Αναμονή. Προσευχή. Προσμονή. Μνήμη ζωντανή. Μιχάλης. Ποιος;
Ο Μιχάλης είναι ο μόνος ήρωας που αναφέρεται με το όνομά του. Η ιστορία του τοποθετείται πρώτη γιατί η μητέρα του Λουκία απαντά στο ερώτημα με έναν αγέρωχο και πεισματικό τρόπο από τον οποίο πηγάζει πολύ φως κι Ανάσταση. Λόγω της σύνδεσής μου με την οικογένεια του Μιχάλη είχα τη δυνατότητα να μπω πιο μέσα στην ιστορία του, να επισκεφτώ τους τόπους, να δω τον πόνο των αδελφών του.
Ιστορία δεύτερη. Γιαλούσα. Εγκατάλειψη. Η ζωή σε μια βαλίτσα. Νοσταλγία. Η ελπίδα δεν πεθαίνει τελευταία. Πώς;
Η Γιαλούσα είναι ένας υπέροχος τόπος. Θα θυμάμαι πάντα το φως της Καρπασίας, την φρεσκάδα του αέρα, τις μυρωδιές… Από την άλλη θα θυμάμαι τον άδειο ναό του Αρχαγγέλου, σκοτεινό και ψυχρό και πάνω απ’ όλα το κοιμητήριο. Εκεί που η ηρωίδα έψαξε αλλά δεν βρήκε το μνήμα του πατέρα της.
Οι συλημένοι τάφοι, οι σπασμένοι σταυροί, οι τρύπες που χάσκουν είναι ένα απολύτως αποτρόπαιο θέαμα. Θυμώνεις για το πού μπορεί να φτάσει η καταστροφική μανία του ανθρώπου, μέχρι τον Άδη, ως να μαγαρίσει τα οστά των κεκοιμημένων. Κι απελπίζεσαι…
Αυτό συνέβη και στην ηρωίδα. Ήταν η πρώτη και τελευταία επίσκεψή της στο γενέθλιο τόπο. Μετά το σπίτι της, πήγε να αποθέσει ένα φιλί στον τάφο του πατέρα της. Δεν τα κατάφερε. Πήγε στο ναό του Αρχαγγέλου, αλλά η πόρτα ήταν κλειστή κι ό,τι είδε από την κλειδαρότρυπα. Σκληρή ώρα. Γι’ αυτό κι ο λόγος της για την ελπίδα.
Ιστορία τρίτη. Σκορπίσαμε. Πρόσφυγας έξι χρονών. Στον τόπο σου. Τραχανάς. Κόλλυβα. Η αγκαλιά της γιαγιάς. Σιωπή. Γιατί;
Η ιστορία αυτή δίνει μια άλλη οπτική στην ελπίδα. Η αφηγήτρια θεωρεί ότι όταν όλη η οικογένεια ήταν συγκεντρωμένη στο σπίτι των παππούδων ένιωθε ασφάλεια, χαρά και δύναμη. Στη προσφυγιά κάθε οικογένεια τράβηξε έναν ξεχωριστό δρόμο κι έπρεπε να συγκεντρωθεί στη δουλειά. Κι έτσι της φάνηκε πως η ελπίδα σκόρπισε σε διάφορους τόπους και τρόπους ζωής. Αν δει κανείς πόσοι Κύπριοι αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν μετά την εισβολή θα συνειδητοποιήσει το δράμα του πολέμου εκείνου. Από την άλλη η ομογένεια στο εξωτερικό προόδευσε και διαπρέπει. Είναι σημαντικό κι ελπιδοφόρο αυτό το γεγονός.
Ιστορία τέταρτη. Απ’ το «μαζί» στο «χώρια». Λευκωσία. Οι Τουρκόπληκτοι. Η ελπίδα χάνεται σαν την ξεχνάς και σπάει σαν την πιέσεις. Πόσο;
Η ιστορία αυτή είναι σημαντική κατά τη γνώμη μου, καθώς αναφέρεται στα γεγονότα του 1963 και τον πρώτο χωρισμό των κοινοτήτων. Ο ήρωας αναγκάζεται να φύγει από τη γειτονιά του, αλλά είχε προλάβει να ζήσει τη συνύπαρξη και δίνει μια άλλη διάσταση στην ελπίδα.
Έχω την εντύπωση πως στην Ελλάδα γνωρίζουμε ελάχιστα για την ιστορία της Κύπρου και θα ήμουν πολύ ευτυχής εάν ήξερα πως με αφορμή τις ιστορίες του βιβλίου κάποιοι αναγνώστες ανέτρεξαν στα γεγονότα κι είδαν πως δεν έγινε ο πόλεμος του 1974 έτσι ξαφνικά. Όλα τα φίδια που τον προκάλεσαν είχαν ρίξει πολύ δηλητήριο από πριν.
Ιστορία πέμπτη. Εύκολα γκρεμίζεις δύσκολα χτίζεις. Απόβαση. Φόβος. Δώδεκα χρονώ παιδί. Το χωριό. Οι μνήμες. Πού;
Η ιστορία αυτή είναι σύντομη, αλλά ανοίγει μια προοπτική στην ελπίδα, την εκπαίδευση. Ο ήρωας γεννημένος σε μια αγροτική οικογένεια αγαπά το χωριό του που είναι όλος του ο κόσμος. Και θα παρέμενε όλος του ο κόσμος, αφού θα συνέχιζε τις αγροτικές εργασίες. Ο πόλεμος του ανοίγει μια νέα οδό, το σχολείο. Και τώρα ώριμος πια από το σχολείο προσδοκά να δυναμώσει την ελπίδα. Τέλος, ο ήρωας αναφέρει κάτι που αξίζει να προσέξουμε. Λέει ότι οι γονείς του δεν αφηγούνταν ιστορίες από το χωριό. «Πόναγαν να θυμούνται». Έχει όντως παρατηρηθεί να αποφεύγουν πολλοί να ανατρέχουν σε τραυματικές εμπειρίες.
Ιστορία έκτη. Κατακωπιά. Πρόσφυγες. Λευκωσία. Καταυλισμός. Επιστροφές. Τι έχουμε να χωρίσουμε; Διζωνική. Δικοινοτική. Ομοσπονδία. Νόημα. Τι;
Κι αυτή η ιστορία μιλά για τη συνύπαρξη. Κι η ιστορία του Περιστερώνα ως μεικτού χωριού είναι ενδιαφέρουσα.
Το ζήτημα της Διζωνικής, Δικοινοτικής Ομοσπονδίας είναι καίριας σημασίας. Πρωτοσυμφωνήθηκε το 1977 με τις Συμφωνίες Υψηλού Επιπέδου μεταξύ του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου και του Ντενκτάς κι έκτοτε είναι η πρόταση που υιοθετούν τα ψηφίσματα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών αλλά και η Ευρωπαϊκή Ένωση. Καταλαβαίνει κανείς ότι αναγνωρίζονται οι δύο κοινότητες και θα υπάρχει μια ομοσπονδιακή κυβέρνηση.
Είναι σημαντικό ότι αυτό το πλαίσιο υποδεικνύει ότι το «μαζί» είναι η λύση. Δεν μπορώ να πω σε ποιο βαθμό οι δυο κοινότητες εργάζονται γι’ αυτό το μαζί, αλλά υπάρχουν πολλά που με ανησυχούν.
Έντονα προσωπικές, πρωτοπρόσωπες αφηγήσεις, ισορροπία μεταξύ ελπίδας και απόγνωσης, λυρισμού και κυνικής πραγματικότητας, ιστορίας και προσωπικών ιστοριών. Πώς έφτασες σε αυτόν τον τρόπο γραφής; Σε διάλεξε ή τον διάλεξες;
Η πρωτοπρόσωπη αφήγηση είναι ο τρόπος μου να δείξω πως καταγράφω συγκεκριμένες ιστορίες που άκουσα. Και βοηθούν τον αναγνώστη να μπει στην ίδια θέση με μένα, του ακροατή. Βεβαίως η ακρόαση είναι πολύ ζωηρή στάση.
Ακρόαση σημαίνει σε ακολουθώ ή καλύτερα σε συνοδεύω στην αφήγησή σου, μοιράζομαι, συμπάσχω και καταλαβαίνω πώς βλέπεις τα πράγματα, πώς τα ερμηνεύεις, πώς νιώθεις.
Από την άλλη, είναι φανερό ότι υπάρχει κι ένας βαθμός παρέμβασης. Δεν μεταφέρονται αυτούσια τα λόγια. Σε όσες περιπτώσεις ήταν εφικτό διάβασα τις ιστορίες μου στα πρόσωπα που μου τις αφηγήθηκαν. Ήταν το δικό μου αντίδωρο.
Κύπρος και στο άλλο σου βιβλίο. Είμαι πρόσφυγας από την Κερύνεια. Πάλι πραγματικά γεγονότα. Πάλι πρόσφυγες. Πάλι ανθρώπινη σκληρότητα και ελπίδα και απόγνωση. Γιατί;
Ο πόλεμος είναι από πολλές πλευρές «ελκυστικό» θέμα. Αποκαλύπτει τη σκληρότητα αλλά και τη μεγαλοσύνη κάποιων ανθρώπων. Και οι πραγματικές ιστορίες είναι τις περισσότερες φορές πιο δυνατές από τις φανταστικές.
Γιατί με νοιάζει η Κύπρος; Με νοιάζει ως σημείο, που κρίνεται η αλήθεια και το δίκαιο. Και ως τέτοιο σημείο θέλω να το εξερευνήσω, να μελετήσω την ιστορία του, να ακούσω τους ανθρώπους, να δω τις θέσεις των διαφόρων κομμάτων, να δω τις θέσεις και τις δράσεις των κρατών που εμπλέκονται, τι κάνουν οι διεθνείς οργανισμοί.
Πώς παλεύουμε και γιατί παλεύουμε; Καταλαβαίνετε, νομίζω, πως μου μένουν πολλές διαδρομές ακόμη. Και θέλω να πιστεύω πως θα γίνω σοφότερος και καλύτερος πολίτης διαβαίνοντάς τες.
Κλείνοντας. Υπάρχει ελπίδα, Νεκτάριε;
Βεβαίως υπάρχει. Αλλά, ας έχουμε στο νου μας αυτό που λέει στο βιβλίο «Η ελπίδα ισορροπεί: πίστις, ελπίς, αγάπη. Γιατί μπαίνει στη μέση η ελπίδα; Αν πιστεύεις πως είναι εφικτό να επικρατήσει η αγάπη σε τούτο τον κόσμο, αν πιστεύεις πως δεν είναι το κακό και το σκοτάδι τα πιο δυνατά στον κόσμο αλλά το καλό και το φως είναι τα παραπάνω δυνατά και τούτη η πίστη σου είναι γνήσια κι ενεργή, έχει καρτσιλίκιν, -τούρκικη λέξη – αντίκρισμα, τότε η ελπίδα γεννιέται, θρέφεται απ’ τη στοργή μας κι αντρειεύει».
Νεκτάριος Στελλάκης
Πόσο κρατά η ελπίδα –)
Δείτε ακόμα:
Είμαι πρόσφυγας από την Κερύνεια –)
Εκδόσεις Καλειδοσκόπιο