Δεν υπάρχει πιο μεγάλο χασαπομάχαιρο που μπορεί να σου τραβήξει ένα παιδί από την ειλικρινή έκφραση της βαρεμάρας του. Και καλά να είσαι η μάνα του και το βλαστάρι σου στο σπίτι -καλή ώρα τα δικά μου- να σου πετάξει ένα "μαμά, βαριόμαστε, τι θα κάνουμε σήμερα;" Κάποια στιγμή θα πεις, από μέσα σου ή απέξω σου "ε, ας βαρεθείς και λίγο, παιδί μου, η ζωή δεν είναι μιας ασταμάτητη παράσταση".
Άμα όμως είσαι νηπιαγωγός/δασκάλα και ένας καλούλης πεντάχρονος σαν τον δικό μου προχθές σου ρίξει στη μούρη ένα "άντε πάλι τα ίδια" ξεφυσώντας ντέρτικα κιόλας, επειδή τόλμησα η δύστυχη νηπιαγωγός να βγάλω ένα βιβλίο που δεν τους είχα ξαναδιαβάσει- τότε εκεί πέρα σηκώνεις τα χέρια, ενώνεις τα δάχτυλα, αρχίζεις τις γιόγκες, φυσάς και ξεφυσάς κι εσύ, σταυροκοπιέσαι, επικαλείσαι τη συνδρομή καθηγητάδων πανεπιστημίου, σαραπέντε μαστόρων κι εξήντα δουλευτάδων, ξεχνάς τις ικανότητές σου κι όσα ξέρεις και αισθάνεσαι τόσο λίγη, τόσο πληγωμενη από την φαρμακερή ατάκα του μικρούλη σου που θες να ανοίξει η γη να σε καταπιεί, να σε μασήσει και να σε χωνέψει το ίδιο δευτερόπλεπτο.
Τις πρώτες φορές στην καριέρα μου που άκουσα αυτό το "άντε πάλιιιι" πειράχτηκα πολύ. "Να πάρει", μονολόγησα. "Τι άλλο να κάνω για να μην το ακούσω ξανά αυτό από κάποιο παιδί;" αναρωτήθηκα. Το πρώτο βράδυ δεν μιλιόμουνα. Ο άντρας μου έβλεπε έναν αγώνα στην τηλεόραση κι εγώ που μισώ το ποδόσφαιρο αφηρημένη κοιτούσα την οθόνη τόσο που τον έπεισα ότι βλέπω κι εγώ μαζί του. Για λίγο βέβαια, μέχρι να με γειώσει: "Μπάσκετ είναι, μωρό μου. Μπάσκετ".
Μίλησα με συναδέλφους, πιο έμπειρες από εμένα. Όλες δοκίμαζαν πράγματα. Καμιά δεν είχε απάντηση ξεκάθαρη. Καμιά εκτός από τη μάνα μου. "Δε μου λες…", μου λέει η μάνα μου καθώς σιδέρωνε έναν Όλυμπο κι έναν Κίσσαβο (τα δυο βουνά μαλώναν) που δεν πρόκοψα εγώ για τα εγγόνια της. "Αυτός που σου λέει αυτο το άντε πάλι και τάχα μου βαριέται μετά τι κάνει; Παρακολουθεί ή σφυρίζει όντως αδιάφορα;" Της λέω "παρακολουθεί και συμμετέχει κι αρκετά".
Δεν ήταν εκπαιδευτικός η μάνα μου, αγράμματη ήταν. "Τότε το πρόβλημά σου δεν είναι αυτός. Αυτός θέλει μόνο να του κάνεις παρατήρηση εκείνη την ώρα, θέλει το βλέμμα σου επάνω του".
Κοίταξα τη μάνα μου όπως κοιτούσαν τις ορδές του Τζέκινγκς Χαν στα βάθη της Ασίας οι νοικοκυραίοι. "Κι εσύ που το ξέρεις ρε μάνα;" τη ρώτησα. "Εγώ, κόρη μου όσα έμαθα, μου τα έμαθε ο πατέρας σου. Ήταν μια εποχή που όποτε ήμασταν με κόσμο σε κάποια γιορτή κι εγώ πήγαινα να πω κάποια παλιά ιστορία, ο πατέρας σου πεταγότανε σαν τον μπροστινό στον καλαματιανό κι έλεγε 'όχι, πάλι βρε μανούλι μου'. Κάθε φορά όμως παρακολουθούσα την ιστορία μου και γελούσε μαζί με τους άλλους σαν πρώτη φορά. Αν είχε αληινό πρόβλημα, θα μου σακάτευε την ιστορία στη μέση συνέχεια".
"Το πρόβλημά σου είναι εκείνος που δε σου λέει πως βαριέται και όταν διαβάσεις το παραμύθι θα φροντίσει να στο διαλύσει", με συμβούλευσε σαν μεγάλη προφεσσόρα.
"Αυτό τώρα πώς το λες;" τη ρώτησα φουντωμένη. "Εγώ; Σου είπα. Από τον πατέρα σου. Όλα από τον πατέρα σου. Κάποτε ο πατέρας σου είχε κάποια περιπέτεια με κάποια πιτσιρίκα. Δε μου είχε δώσει δικαιώματα ποτέ. Όμως τότε ήταν σα να με έχει βαρεθεί. Κείνες τις βδομάδες που τραβήχτηκε με κείνο το κοντοπούτανο απ' το Αιγάλεω, κατάλαβα ότι εκείνος που σε βαριέται και δεν στο λέει, θα σου κάνει τη μεγαλύτερη ζημιά, θα σε κρεμάσει στο πιο ψηλό τσιγκέλι. Κι εκείνος που στο λέει είναι σα να σου λέει βάλε τα δυνατά σου και σήμερα. Γι' αυτό σου λέω. Εκεινού που στο πε, δώστου και φιλί."
Δε ξέρω αν έχει μελετηθεί ιατρικά με επάρκεια η συμπεριφορά των νευρώνων στο γυναικείο μυαλό όταν ακούει τη μάνα της να έχει για όλα μία απάντηση. Από τη μία αισθανόμουν τη μάνα μου σαν μεγάλη προφεσσόρα και τον πατέρα μου σαν πρύτανη του Αριστοτελείου που της έδωσε πτυχίο με θητεία μια ζωή. Από την άλλη, η απάντησή της μου έδειξε έναν δρόμο. Να μη με ενοχλεί όποιος λέει ελεύθερα αυτό που αισθάνεται. Το παιδί που βαριέται ή υποπτεύεται πως θα βαρεθεί ας το πει. Κι εγώ ας συνεχίσω να κάνω εκείνο που φοβάται σα βαρετό, όσο πιο ενδιαφέρον μπορώ. Δε θα πετύχω πάντα. Γιατί είμαι νηπιαγωγός. Που σημαίνει των νηπίων αγωγός. Και αγωγός στη Φυσική είναι το υλικό σώμα εκείνο που διαθέτει ελεύθερα ηλεκτρόνια ώστε να επιτρέπει την ελεύθερη κίνηση ηλεκτρικών φορτίων μέσω αυτών. Κι αυτά τα υλικά σώματα στα σχολεία είμαστε εμείς, οι νηπιαγωγοί και στα σπίτια οι γονείς.
Αγαπημένο μου ημερολόγιο, τα λέμε ξανά σύντομα…
ΥΓ: Μετά τις συμβουλές της μάνας μου, παρακολουθούσα για εβδομάδες τη συμπεριφορά του άντρα μου. "Τι έχεις πάθει και με ρωτάς αν βαριέμαι επιτέλους;" με ρώτησε εκνευρισμένος ενώ έβλεπε μπάσκετ. Ηρέμησα. Δεν ήταν πρύτανης σαν τον μπαμπά μου. Τουλάχιστον όχι ακόμα.