More
    patakis_MHNAS EFHVEIAS banner_1068x150
    patakis_tallek_1068x150 (1)
    patakis_Grizelda banner_elniplex 1068x150
    patakis_MHNAS EFHVEIAS banner_1068x150
    patakis_tallek_1068x150 (1)
    patakis_Grizelda banner_elniplex 1068x150
    patakis_MHNAS EFHVEIAS banner_1068x150
    patakis_tallek_1068x150 (1)
    patakis_Grizelda banner_elniplex 1068x150
    patakis_MHNAS EFHVEIAS banner_405x150
    patakis_tallek_405x150 (1)
    patakis_Grizelda banner_elniplex 405x150
    ΑρχικήΣυνεντεύξειςΕικονογράφοιKanellos Cob: "Το comic είναι κάτι πολύ περισσότερο από μια εικόνα"

    Kanellos Cob: “Το comic είναι κάτι πολύ περισσότερο από μια εικόνα”

    Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1985. Σε απλά μαθηματικά απέχει ακόμα κάμποσο από τα σαράντα. Το 2010 τελείωσε τις σπουδές του στο Τμήμα Συντήρησης Αρχαιοτήτων και Έργων Τέχνης στην Αθήνα. Δεν έφτανε. Ετοίμασε τη φυγή του στη Γαλλία για να σπουδάσει εικονογράφηση και κόμικ στην École Émile Cohl της Λυών, από την οποία αποφοίτησε με τιμητική διάκριση το 2014.

    Το 2013 εκδίδει το πρώτο του παιδικό βιβλίο με τίτλο L’arbre (εκδ. Les Mains Sales). Το 2014 αρχίζει να εικονογραφεί άρθρα για τα περιοδικά Acteurs de l’économie, La Tribune και myTOC.fr. Το 2016 εκδίδει το κόμικ Tout nu et tout bronzé (εκδ. Épicerie séquentielle), ενώ το 2017 συμμετέχει στις εκδόσεις κόμικ Guide de Paris και Histoires du timbre en BD (εκδ. Petit à Petit).

    Κάπου εκεί θα τον γνωρίσουμε και εντός των συνόρων. Το 2018 εκδίδει το κόμικ Αντίο Μπάτμαν, σε σενάριο Τάσου Θεοφίλου (εκδ. Red n’ Noir), το οποίο κέρδισε το βραβείο κοινού στα Ελληνικά Βραβεία Κόμικς 2019. Την ίδια χρονιά αρχίζει να συνεργάζεται με το περιοδικό Μπλε κομήτης, ενώ παράλληλα εργάζεται ως εικονογράφος για περιοδικά στον Καναδά (Québec Science), τη Γαλλία (Reliefs, Lyon Capitale) και την Αϊτή (Revue 360).

    Το 2019 αναλαμβάνει την καλλιτεχνική διεύθυνση του Hadra Trance Festival στη Γαλλία και, παράλληλα, διασκευάζει σε graphic novel το βιβλίο Ο Ζητιάνος του Ανδρέα Καρκαβίτσα (εκδ. Polaris).

    Τις εντυπώσεις, τις θετικές κριτικές και μέχρι σήμερα (γιατί θα έχει και συνέχεια) τη διάκριση του καλύτερου βιβλίου (Best of the best) στην κατηγορία του στη Χρυσή Λίστα 2023 κέρδισε η διασκευή του σε graphic novel του βιβλίου της Ζωρζ Σαρή Ο Θησαυρός της Βαγίας που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Πατάκη. Ένα βιβλίο-σημείο αναφοράς για τον χώρο που θα γοητεύσει άπαντες με την αισθητική και ποιότητά του.

    Ο graphic novel artist Kanellos Cob (kanelloscob.com), κατά κόσμον Κανέλλος Μπίτσικας, σε μια απολαυστική live #Συνέντευξη στο #ELNIPLEX.

    Διάβαζες, ζωγράφιζες στα περιθώρια των βιβλίων όταν βαριόσουν, έπαιζες video games; Τι τύπος ήσουν γενικότερα, γύρω στα 90ς που μεγαλώνεις;

    Σαφέστατα. Γενικώς ζωγράφιζα, αυτό ήταν το στοιχείο μου. Δεν ήμουν καλός μαθητής. Δεν μπορούσα να συγκεντρωθώ και πολύ σπάνια έβρισκα ένα μάθημα που θα μου τραβούσε την προσοχή. Οπότε μόνο με τη ζωγραφική τα υπόφερα. Υπήρξε ένα κενό κατά την εφηβεία, που ψάχνεις πράγματα, συνειδητοποιείς πράγματα. Στα 17 -18 ωριμάζει περισσότερο αυτή η ανάγκη να το βρεις. Μπήκα σε μια σχολή από τις Πανελλήνιες που δεν με ενδιέφερε τόσο, στα ΤΕΙ Αθήνας, στο Τμήμα Συντήρησης Αρχαιοτήτων και Έργων Τέχνης. Από εκεί και πέρα είδα ξανά τον εαυτό μου: να πηγαίνω για μάθημα και να μην με ενδιαφέρει τι γίνεται. Εργαστήρια. Η συντήρηση χαρτιού που ήταν η μεγάλη μου αγάπη ήταν ενδιαφέρουσα. Όμως όλο το υπόλοιπο; Αναρωτιόμουν: τι κάνω εγώ εδώ;

    Ήταν μια περίοδος ωρίμανσης για μένα. Να θέσω τον στόχο και να δω εάν μπορώ να το κάνω επάγγελμα και κατά πόσο είναι δυνατόν να ζήσεις από αυτό. Αυτό το άγχος της επιβίωσης όταν δεν έχεις πλάτες, γίνεται τρόπος ζωής. Η ζωή γυρίζει γύρω από αυτό, γιατί πέρα από το δημιουργικό κομμάτι, έρχεται και το βιοποριστικό που το δηλητηριάζει λίγο, γιατί δεν παύει να είναι μια δουλειά. Και δεν είναι μόνο αυτό. Σήμερα ξύπνησα και δεν έχω πολλή όρεξη, άστο λίγο, θα δουλέψω αργότερα. Και ακριβώς επειδή δεν έχεις κάποιο αφεντικό πάνω από το κεφάλι σου, να χτυπάς την κάρτα σου, πρέπει να έχεις τη δική σου αυτοπειθαρχία και να έχεις ένα πρόγραμμα, γιατί όταν θα μιλήσεις με έναν εκδότη, θα του δώσεις ένα deadline που πρέπει να το σεβαστείς ώστε να χτίσεις μια σχέση εμπιστοσύνης.

    Το ότι δεν ήσουν καλός μαθητής, ωστόσο βρήκες στη ζωή σου αυτό που σου άρεσε να κάνεις και το ακολούθησες, είναι ένα μήνυμα αισιοδοξίας πως δεν τελειώνουν όλα μέσα στο σχολείο, με τις Πανελλήνιες και τα Πανεπιστήμια, έτσι δεν είναι;

    Δεν υπάρχει τεμπελιά. Πολλές φορές χαρακτηριζόμουν ως τεμπέλης στο σχολείο γιατί δεν τα πήγαινα καλά. Καλώς ή κακώς δεν υπήρχε η υποδομή στο σχολείο ώστε να μου δώσει μια κατεύθυνση στο πώς να χτίσω κάτι τέτοιο. Όλοι οι καθηγητές γνώριζαν πως ζωγραφίζω αλλά αυτό έμενε πάντα στην άκρη γιατί υπήρχαν μπροστά οι Πανελλήνιες. Είχα πειστεί κι εγώ ότι  «μέχρι εκεί πάει, δεν είσαι πιο έξυπνος για να βγάζεις εικοσάρια».

    Η «διαύγεια» ήρθε όταν έφυγα για τη Γαλλία όπου η καινούρια σχολή ήταν θα έλεγα σαν στρατός. Ήμουν πια στα είκοσι πέντε μου, η φοιτητική μου ζωή είχε πλέον παρέλθει και επειδή προετοιμαζόμουν δύο χρόνια για να φύγω και να μπω σε μια σχολή τεσσάρων ετών, ξυπνούσα και ήμουν σαν να πήγαινα στη δουλειά κι όχι στη σχολή. Το έβλεπα πάρα πολύ σοβαρά και τα κατάφερνα σιγά σιγά. Έβλεπα τις βαθμολογίες και έλεγα “έχεις κι άλλο, μπορείς παραπάνω”.

    Δικαιώθηκε η επιλογή σου;

    Ναι, δεν το μετάνιωσα ποτέ. Πέρασα δέκα πανέμορφα χρόνια. Πολύ δύσκολα βέβαια γιατί όπως και να το κάνεις ήμουν μετανάστης. Έφυγα κατά την περίοδο της κρίσης στην Ελλάδα και είχα να αντιμετωπίσω και όλο αυτό το ρατσιστικό κομμάτι του Έλληνα, του τεμπέλη, που δεν πληρώνει τους φόρους του. Τότε μαθαίνοντας γαλλικά, ξεκίνησα να επιχειρηματολογώ: “πιστεύεις ότι μια χώρα έρχεται σε χρεωκοπία επειδή όλοι της οι πολίτες δεν πληρώνουν φόρους; Είναι βλακώδες να το σκέφτεσαι αυτό”. Και ξεκινάς μια πολιτική κουβέντα πάνω σε αυτό το ζήτημα με ανθρώπους από διαφορετικές κουλτούρες και τάξεις, κάτι που με βοήθησε πάρα πολύ γιατί είναι κάτι που σου ανοίγει το μυαλό. Έτσι αποκτάς γνώση και καταλήγεις να αποδείξεις ότι δεν είναι έτσι. Μιλάμε για συστήματα και στην Ελλάδα και στη Γαλλία. Το ίδιο τραπεζικό σύστημα υπάρχει παντού.

    Και πέτυχες μάλιστα τη Γαλλία στην άνοδο της ακροδεξιάς…

    Την πέτυχα από το 2015 και μετά. Αλλά νομίζω ότι είχε τεθεί ήδη από το 2012 (σημ.: εξελέγη τον Μάιο του 2012) με τον Φρανσουά Ολάντ και τον ας πούμε σοσιαλισμό του, αλλά αυτό έφερε και τη Λεπέν στο προσκήνιο ακόμα περισσότερο. Τότε έγινε μία μάχη μεταξύ Λεπέν και Μακρόν που ήταν μια φάση…

    Το μη χείρον βέλτιστον, ε;

    Ναι. Και στον δεύτερο γύρο δεν υπήρχε το λογύδριο “μην ψηφίσετε Λεπέν“. Υπήρχε το λογύδριο “ψηφίστε Μακρόν για να μη βγει η Λεπέν“. Είναι σημαντική η διαφορά αυτή.

    Για πάμε και στα της τέχνης σου. Η σχέση σου με τα graphic novel πώς ήταν; Από μικρός τα αγαπούσες;

    Δεν ήμουνα τόσο βιβλιοφάγος. Διάβαζα βέβαια. Θυμάμαι μικρούλης περίμενα πως και πως να βγουν τα Μarvel και έτρεχα στο ψιλικατζίδικο, εκεί που μεγάλωσα. Το χαρτζιλίκι έφευγε εκεί. Είχα μαζέψει πολύ υλικό, το οποίο το διάβαζα και μετά καθόμουν και τα κοίταζα και τα έφτιαχνα εντελώς ενστικτωδώς, γιατί μου άρεσε πάρα πολύ.

    Μετά πέρασα μια εφηβεία που δεν ήταν τόσο στα comic, έπρεπε να ανακαλύψω και άλλα πράγματα. Γύρω στα 17- 18 συνέχισαν να μου πέφτουν comics στα χέρια και άρχισα να το κυνηγάω κι εγώ περισσότερο. Τότε ήρθα και σε επαφή με τη Γαλλοβελγική Σχολή η οποία μου μίλησε πολύ περισσότερο από την Αμερικανική σχολή. Υπήρχε η αγάπη και επικεντρώθηκα πάρα πολύ στην εικονογράφηση και κάναμε αρκετά comic. Το να ασχοληθώ κυρίως με αυτό όμως, ήρθε πιο μετά.

    Για μένα η αγάπη μου θα ήταν αν μπορούσα να συνεργάζομαι με τρία περιοδικά κάθε μήνα και να εικονογραφώ άρθρα, θα ήταν το ιδανικό, γιατί εκεί πέρα χρειάζεται περισσότερη φαντασία.

    Το comic δεν είναι απλώς μια εικόνα. Είναι κάτι πολύ περισσότερο. Δεν είναι μια εβδομάδα δουλειά∙ είναι ένας χρόνος και πλέον. Ξέρεις ότι πρέπει να βγει το storyboard, ξέρεις ότι πρέπει να βγει το χρώμα. Το πώς θα το κάνεις είναι δική σου υπόθεση. Δεν δουλεύουμε όλοι το ίδιο. Δεν το χτίζεις αυτό μόνος σου.

    Το comic έρχεται πιο κοντά με την αγάπη για τον κινηματογράφο καθώς έχουν παρόμοιους κώδικες, με τη διαφορά πως στο comic δεν υπάρχει ήχος και κίνηση. Έχεις όμως άλλους κώδικες εκεί για να τα αντικαταστήσεις αυτά. Η αγάπη βρίσκεται, όμως, στο γεγονός ότι μου αρέσει να λέω ιστορίες. Εφόσον μου αρέσει να ζωγραφίζω, το comic είναι ένα μέσο με το οποίο μπορώ να λέω ιστορίες.

    Πάμε και στη Ζωρζ Σαρή. Σας χωρίζουν 62 χρόνια. Τι σε συνέδεσε με την σπουδαία αυτή συγγραφέα που πραγματικά είναι μια από τις δυο-τρεις που άλλαξαν το τοπίο στη λογοτεχνία;

    Είναι τα παιδικά μου χρόνια. Είχα διαβάσει τα βιβλία της. Οπότε, όταν η Έλενα Πατάκη επικοινώνησε μαζί μου για να μου κάνει την πρόταση, ανατρίχιασα. Δεν σκεφτόμουν να κάνω παιδικό comic. Αλλά όταν άκουσα Ζωρζ Σαρή είπα “εννοείται πως θέλω, πάμε και βλέπουμε πώς θα βγει“. Το πιο δύσκολο κομμάτι ήταν στους κώδικες. Είναι άλλοι οι κώδικες που απευθύνονται σε μικρότερες ηλικίες. Πρέπει να σεβαστείς πράγματα και κάποια να είναι πιο κατανοητά. Είτε στην καρικατούρα, είτε να παίξεις πολύ περισσότερο με τις εκφράσεις του προσώπου για να δείξεις περισσότερο τα συναισθήματα έτσι ώστε να γίνει αμέσως η σύνδεση στο παιδί.

    Από εκεί έρχεται για μένα μια σύνδεση με τα βήματά της. Διαβάζοντας το πάλι σήμερα θα πω πως ξεχωρίζει ότι είναι παιδικό, αλλά είναι πάντα επίκαιρος ο τρόπος που γράφει  και τα μηνύματα που θέλει να περάσει στα παιδιά κάθε εποχής. Αυτό με συνέδεσε μαζί της. Ο Θησαυρός της Βαγίας συνέδεε πολύ την Κατοχή, το ρατσισμό, τους Γερμανούς.

    Φαντάζομαι έχεις ακούσει το επιχείρημα πολλών μικρότερων παιδιών “τι με νοιάζει εμένα τι έγινε πριν 100 χρόνια“; Μπορεί να το έχουμε πει και εμείς ως παιδιά στα 10 μας. Πιστεύεις ότι σήμερα τα παιδιά, αν μπορούμε να τα ομαδοποιήσουμε σε μια γενιά,
    ενδιαφέρονται να δουν τι γινόταν στην Κατοχή; Πιστεύουν ότι υπήρξε Κατοχή, πόλεμος σε αυτή τη χώρα, μια τελείως άλλη χώρα από αυτή που περιγράφει η Σαρή;

    Όταν ήμουν εγώ μικρότερος, υπήρχαν οι άνθρωποι που δεν τους ένοιαζε καθόλου και άλλοι που είχαν ενδιαφέρον. Νομίζω ότι οι ισορροπίες αυτές είναι οι ίδιες σε κάθε γενιά, απλά κάποιοι κώδικες αλλάζουν. Σήμερα είναι πολύ πιο εύκολο να πάρεις μια πληροφορία που σε ενδιαφέρει. Αλλά για να σκεφτούμε. Εμάς τους ίδιους πόσο μας ενδιέφερε τι έγινε στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, που ήταν κάτι το πολύ μακρινό;

    Έρχεται λοιπόν η εκπαίδευση να εξηγήσει στο παιδί ότι την ιστορία την μαθαίνεις έτσι ώστε να μάθεις τα λάθη της και να μην τα επαναλάβεις ουσιαστικά. Κάποια παιδιά το καταλαβαίνουν αυτό, κάποια όχι, ανεξαρτήτως περιόδου.

    Δεν αλλάζουν οι γενιές τόσο πολύ…

    Οι νοοτροπίες βασικά. Το σχολείο είναι μια μικροκοινωνία σε οποιαδήποτε εποχή έχει τον κάγκουρα, έχεις τον επιθετικό, έχεις το φυτό, έχεις τον πιο συνεσταλμένο, τον γκέι, τη λεσβία. Αυτό συμβαίνει σε κάθε εποχή. Ο τρόπος που εκφράζονται αυτά αλλάζουν σύμφωνα με την εποχή γιατί αλλάζουν και τα μέσα.

    Είχες κάνει για το Ζητιάνο του Καρκαβίτσα. Πάλι μια μεταφορά ενός πολύ σημαντικού βιβλίου σε graphic novel. Πώς δουλεύεις μια τέτοια μεταφορά; Πως εργάζεσαι; Μελετάς, διαβάζεις το βιβλίο, μελετάς χαρακτήρες, υπόθεση; Είναι πολύ γενναίο να συμμαζέψεις ένα βιβλίο τόσων σελίδων…

    Τον Ζητιάνο τον έκανα με πολλή αγάπη γιατί λάτρεψα το κείμενο. Το διάβαζα και ήρθε σε απόλυτη σύνδεση με το τώρα κι αυτό είναι που κάνει το κείμενο κλασικό. Ειδικά για τον Ζητιάνο που ήταν και το πρώτο εγχείρημα, έβαλα πολλή ψυχή μέσα, με την έννοια του πειραματισμού, του άγχους να ανακαλύψεις και να χτίσεις πράγματα.

    Με τη Σαρή τα πράγματα ήταν λίγο πιο εύκολα γιατί είχα το πρωτόκολλο στο μυαλό μου. Το κάθε βιβλίο το διάβασα τρεις και τέσσερις φορές με σκοπό να χτίσω τις σκηνές. Έπειτα, ποιοι είναι οι χαρακτήρες; Το πρώτο πράγμα που θα κάνω είναι να καταγράψω τους χαρακτήρες και να τους σχεδιάσω, να βρω το graphic design, να δω τη στάση του σώματός τους, εάν είναι ξινός, χαρούμενος, και μετά βάζεις και άλλες λεπτομέρειες που δίνουν υπόσταση. Θυμάμαι συγκεκριμένα έμενα Καναδά τότε, πάνω από το γραφείο μου είχα φτιάξει ένα blackboard γεμάτο με post-it, όπου χώριζα την κάθε σκηνή και το τι γινόταν σε αυτή, πράγμα το οποίο με βοήθησε να κάνω το ντεκουπάζ μετά, το τι κρατάω, τι προσθέτω. Γιατί είναι άλλο να διηγείσαι μια ιστορία γραπτώς και άλλο με εικόνα. Το ντεκουπάζ και το μοντάζ που θα κάνεις είναι τελείως διαφορετικό, άρα εγώ πρέπει να πάρω αυτήν την πληροφορία και να δω πώς θα τη βάλω σε μια σειρά με εικόνες. Μετά από αυτό έρχεται το storyboard όπου επιλέγεις τα πλάνα σου στην ουσία.

    Για μένα αυτό είναι το πιο δημιουργικό κομμάτι, γιατί εκεί είναι που χτίζεις τον σκελετό του βιβλίου, εκεί που ορίζεις τον ρυθμό του και στην ουσία όταν περνάς μολύβια, μελάνια, χρώμα, το επόμενο βήμα είναι ένα στυλιζαρισμένο storyboard. Σβήνεις τις μουτζούρες και το κάνεις όμορφο. Έχει ενδιαφέρον, αλλά είναι και το πιο χρονοβόρο κομμάτι. Ξεφεύγουμε, δηλαδή, από το δημιουργικό και πάμε στο πρακτικό κομμάτι. Τι παλέτες θα διαλέξω, να είναι καλές οι ανατομίες, να μη βγει με πιο κοντά πόδια από τα χέρια του, ή το κεφάλι να μην είναι σαν κουμπότρυπα σε σχέση με το σώμα. Όλη αυτή η διαδικασία είναι κάτι το οποίο το μαθαίνεις και δεν σταματάς ποτέ να το εξελίσσεις κιόλας.

    Είδα ότι κράτησες τη δομή των κεφαλαίων της, δηλαδή με εξαίρεση μια σύμπτυξη που έχεις κάνει σε 2 κεφάλαια, κράτησες ουσιαστικά όλη τη δομή, σχεδόν και τους τίτλους με ελάχιστες μικροαλλαγές.

    Τα δύο κεφάλαια τα σύμπτυξα γιατί δεν έβγαινε τεχνικά. Αυτό έρχεται στα πλαίσια του σεβασμού του κειμένου. Δεν είχε κάποιο διηγηματικό πρόβλημα, ούτε της Σαρή, ούτε του Καρκαβίτσα. Στον Καρκαβίτσα πρότεινα στον εκδοτικό να το γράψω ξανά στη νέα ελληνική γλώσσα, αρνήθηκαν και στην πορεία κατάλαβα το γιατί, αφού ο τρόπος που είχε γράψει ο συγγραφέας μετά από λίγο συνηθίζεται, παρότι είναι λίγο έξω από τα νέα ελληνικά. Στη Ζωρζ Σαρή ήταν πιο εύκολο γιατί η γλώσσα ήταν πολύ πιο κοντά στη δική μας γενιά. Διηγηματικά οτιδήποτε έγραφε, υπήρχε λόγος που το έγραφε, οπότε κράτησα τη ροή αυτή.

    Μου είπες ωραία πράγματα, τεχνικά. Όταν το διάβαζα, έτσι καθώς το κοίταζα παρατήρησα πως είναι σαν να άλλαζες οπτικές λήψης, δηλαδή μετακινούσες λίγο το σημείο εστίασης από ψηλά, μακριά, το πηγαινοέφερνες κάπως. Προφανώς είναι κάτι που το έκανες συνειδητά, αλλά περισσότερο θέλω να μου πεις γιατί το έκανες;

    Πάμε σε κώδικες κινηματογράφου. Για παράδειγμα στο comic, όπως και στον κινηματογράφο, όταν ξεκινάς μια σκηνή, το πρώτο πράγμα που λες είναι πού βρίσκεσαι, ποια είναι αυτή η σκηνή, τι συμβαίνει, τι ώρα της ημέρας είναι. Οπότε συνήθως σε κάθε κεφάλαιο, εγώ έχω ανοιχτά πλάνα περιγράφοντας λεπτομερώς που περίπου βρισκόμαστε για να ετοιμάσω ουσιαστικά το πεδίο μέσα στο οποίο θα παίξουμε.

    Έπειτα, οι γωνίες της κάμερας έρχονται σε συνάρτηση με τον ρυθμό και αυτό που θες να πεις. Πριν συμβεί κάτι σημαντικό, θα πάρω την κάμερα και θα την βάλω πάνω από τον χαρακτήρα, σαν κάποιος να τον παρακολουθεί. Στην ουσία αυτό λειτουργεί ψυχολογικά σε σένα, ότι κάτι περίεργο θα συμβεί. Γιατί τον βλέπω από ψηλά; Ο χαρακτήρας αυτός μπορεί για παράδειγμα να πετάξει για πρώτη φορά στη ζωή του. Δηλαδή σου μιλάω με τη γλώσσα της εικόνας.

    Δεν είναι τυχαία η λέξη σενάριο μέσα στα graphic Novel, έτσι;

    Ακριβώς και πρέπει να μείνεις όσο πιο λακωνικός γίνεται στον λόγο για να αφήσεις χώρο στην εικόνα σου πει αυτό που θέλει. Για μένα όνειρο είναι να κάτσω να γράψω ένα σενάριο το οποίο δεν θα χρειαστεί καθόλου διάλογο και θα σου διηγηθώ αυτό που θέλω μόνο μέσω της συλλογής των εικόνων, όπως ήταν στην αρχή ο κινηματογράφος που δεν υπήρχε ήχος. Αυτό το βρίσκω αριστουργηματικό.

    Έχεις ας πούμε τον Νικολά Ντε Κρεσί, έναν μεγάλο εν ζωή Γάλλο κομίστα, που έχει βγάλει άλμπουμ το οποίο δεν έχει καθόλου λόγια, αλλά είναι όλο πλήρως κατανοητό, ιδιαιτέρως ψυχογραφικό και πολύ προσωπικό, πανέμορφο. Αυτό είναι comic στην ουσία. Και στον κινηματογράφο μέσω του Χόλιγουντ ξεκίνησε όλη αυτή η φάση του επεξηγηματικού διαλόγου που δεν αφήνει καθόλου το μάτι σου να ξεφεύγει και να στα κάνει όλα πιο εύκολα. Αυτό είναι που με ενοχλεί λίγο και δεν το βλέπεις πλέον.

    Είσαι ακόμα αρκετά νέος, έχεις λίγα χρόνια καριέρας, αλλά ήδη έχεις διακρίσεις, έχεις πράγματα που έχουν συμβεί.

    Η έννοια της διάκρισης πραγματικά δεν με απασχολεί τόσο πολύ γιατί αυτό που με νοιάζει είναι εάν αρέσει αυτό που κάνω, τότε θα μπορέσω να ζήσω από αυτό. Εννοείται ότι η ποιότητα της δουλειάς που θα δώσω πρέπει πρώτα να ικανοποιεί εμένα εκατό τοις εκατό και μετά έρχεται και η κριτική αυτού που είναι αναπόφευκτη κιόλας.

    Το γεγονός ότι μπορεί να πάρεις κάποια διάκριση για αυτό είναι απλά μια απόρροια όλης αυτής της δουλειάς που έχεις κάνει, αλλά και να μην πάρεις αυτή τη διάκριση, στο μυαλό μου δεν σημαίνει τίποτα γιατί όλη αυτή η φάση δημιουργεί έναν ανταγωνισμό ο οποίος δεν ξέρω κατά πόσο είναι υγιής ή όχι.

    Έχεις σχέση με τους αναγνώστες σου; Επικοινωνούν μαζί σου, κατά καιρούς κάποιοι που τους αισθάνεσαι ότι είναι λίγο ενεργοί μέσα στα κείμενα σου, στις εικόνες σου, στο όλο το πρότζεκτ που έχουν διαβάσει από σένα;

    Με κάποια μηνύματα και σε κάποια comicon θα με πλησιάσει κόσμος για να μου πει κάτι, να σχολιάσει και παίρνεις ένα feedback πολύ πιο προσωπικό και συνειδητοποιείς ότι προσφέρεις κάτι το οποίο εσύ το έχεις νιώσει έτσι και έχει ένα αντίκρυσμα τελείως διαφορετικό στον αναγνώστη. Αυτή είναι η χαρά της τέχνης κιόλας. Μπορεί να σε κάνει να αισθανθείς, μπορεί να μη σε κάνει να αισθανθείς αυτό που ένιωσα εγώ και δεν είναι αυτός ο σκοπός, αλλά το γεγονός ότι σε κάνει να αισθανθείς κάτι, αυτό σε κάνει και νιώθεις ότι έχεις πετύχει τον σκοπό. Και είναι πολύ ωραίο αυτό.

    Θέματα όπως ταυτότητα, διακρίσεις, στερεότυπα, διεμφυλικότητα, διαφορετικότητα, κλιματική αλλαγή, προσφυγική κρίση, τα βλέπεις ως ζητήματα της σημερινής εποχής που σου αρέσει να θίξεις, να σχολιάζεις μέσα από τη δουλειά σου και γιατί;

    Η δουλειά που κάνω έχει γνώμονα την έκφραση. Εμένα η πολιτική με τραβούσε πάντα. Δεν μιλάω για το κομματικό αλλά για το κοινωνικοπολιτικό σκέλος. Οποιαδήποτε κοινωνική ανισότητα μπορώ να προβάλω μέσα από τη δουλειά μου, θα την προβάλω.

    Προέρχομαι, άλλωστε από μια τάξη η οποία δεν είναι η πιο χαϊδεμένη, πράγμα που μου δίνει μια κριτική σκέψη να καταλάβω και να εκφράσω πράγματα από το πολιτικό προσκήνιο μέχρι το κοινωνικό κομμάτι μέσα στο οποίο δρω και συμμετέχω.

    Δεν τα πάμε καλά στην Ευρώπη τελευταία…

    Εδώ και πολλά χρόνια. Και δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι η ακροδεξιά ανεβαίνει, διότι υπάρχει γενικότερα μια επισφαλής ατμόσφαιρα και ανασφάλεια όσον αφορά στο μέλλον και τέτοιου είδους ιδεολογίες βρίσκουν πάτημα όταν καλλιεργείται ο φόβος.

    Στη Γαλλία έχεις μια Λεπέν η οποία αποστασιοποιήθηκε κάπως από τον πατέρα της ο οποίος είχε πολύ φασιστικό λόγο, έχει την ίδια ιδεολογία, αλλά έχει αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο εκφράζεται. Ένα αυτό. Δεύτερον: Ισλαμοφοβία. Έχεις τα τελευταία χρόνια με τις επιθέσεις στη Γαλλία όπου η χώρα ήταν σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης για πάνω από ένα χρόνο. Ξεκινάς ένα λογύδριο είτε για το προσφυγικό είτε για το ισλαμικό, όπου έχεις ανθρώπους από κατώτερες τάξεις στη Γαλλία οι οποίοι δεν έχουν τόση πρόσβαση στη πληροφορία ή δεν έχουν την κουλτούρα να καταλάβουν τι παίζει πολιτικά ή για ποιο λόγο γίνονται οι επιθέσεις στο Μπατακλάν και αλλού.

    Έχεις απλά τον φόβο ότι θα το πάθω κι εγώ και έχεις τον φασίστα που σου λέει “να τους διώξουμε όλους για να είμαστε ασφαλείς“. Και όλο αυτό καλλιεργείται από πολιτικά πρόσωπα και κόμματα. Τώρα έχεις μια κυβέρνηση η οποία θα μειώσει τη φορολογία στους πλούσιους και θα αυξήσει τη φορολογία στους φτωχούς. Και λες basta! Ασυνειδησία!

    Κλείνω με μια αποκωδικοποίηση COB (Coin Operated Boy).

    The Dresden Dolls, group των 90s, έβγαλαν το τραγούδι με τίτλο Coin Operated Boy.

    Οπότε ήταν κάποιο κόλλημα σου με το συγκεκριμένο τραγούδι;

    Καθόλου κόλλημα. Προέκυψε. Κάναμε ένα skype με ένα φίλο, τον Παναγιώτη, εκείνος Ελλάδα, εγώ Γαλλία και ανταλλάσσαμε 90s κομμάτια και εκείνος μου στέλνει το συγκεκριμένο τραγούδι. Τότε ήμουν στη φάση που σκεφτόμουν πως θα υπογράφω. Το Κανέλλος ήταν ήδη δύσκολο για του Γάλλους και το Μπίτσικας είχε ένα λογοπαίγνιο. Και είπα μήπως να το κάνω Coin Operated Boy, σε στυλ “πληρώστε μας για να δουλεύουμε“. Και έτσι έμεινε το Κανέλλος Cob.

    Κανέλλο, ευχαριστώ πολύ για τη συζήτηση και για την εμπειρία του βιβλίου, η οποία ήταν εξαιρετική.

    Σε υπερευχαριστώ.

    Kanellos Cob
    Ο θησαυρός της Βαγίας (της Ζωρζ Σαρή, σε graphic novel) –)
    Εκδόσεις Πατάκη

    Διαβάστε:

    Ο θησαυρός της Βαγίας, της Ζωρζ Σαρή (διασκευή σε graphic novel του Kanellos COB)

     

    Απόστολος Πάππος
    Απόστολος Πάππος
    Γεννήθηκε στον Πειραιά το 1976. Νηπιαγωγός. Κάποτε έφτιαξε το ELNIPLEX. Τώρα γράφει γι' αυτό μόνο όποτε του αρέσει κάτι.
    RELATED ARTICLES

    Most Popular