Γεννήθηκε στη Ρόδο και πέρασε τα παιδικά της χρόνια στη Νίσυρο. Σπούδασε στη Νομική Σχολή της Αθήνας και εξειδικεύτηκε στη Συμβουλευτική και τον Προσανατολισμό στην εκπαίδευση.
Γράφει λίγο, αλλά όταν γράφει είναι για πολύ. Τα βιβλία της, καλοζυγισμένα, πάντοτε με έναν εσωτερικό ρυθμό που περνάει στον αναγνώστη και με τους κώδικες του παραμυθιού φερμένους στο σήμερα, που περπατούν διπλές αναγνώσεις και εχθρεύονται τις μονοδρομήσεις.
Με το βιβλίο της Το ποδήλατό του που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Καλειδοσκόπιο με την εικονογράφηση του Πέτρου Μπουλούμπαση, υπενθύμισε τα καλά υλικά των ιστοριών για παιδιά: λέξεις, αφαίρεση, ρυθμός, απλότητα, ατμόσφαιρα.
#diavazoume /#diavazoume mazi τον συγγραφέα Juan Villoro σε #Συνέντευξη στο #ELNIPLEX.
Χριστίνα, ποιοι είναι ο Νεμάτ και ο Σαϊντ και πώς σχετίζονται με τον ήρωά σου, τον Χασμ;
Είχα τελειώσει από καιρό το γράψιμο της ιστορίας «Το ποδήλατό του» όταν συναντήθηκα με τον Νεμάτ και τον Σαϊντ, δυο νεαρούς πρόσφυγες που ζούσαν εδώ και λίγα χρόνια στην Αθήνα έχοντας κάνει ένα δύσκολο κι επικίνδυνο ταξίδι, αναζητώντας μια νέα, ασφαλή πατρίδα. Τους μίλησα για τον Χασμ, τον ήρωα του βιβλίου μου δηλαδή και για τη ζωή του πριν από τον πόλεμο. Για όσα άφησε πίσω του και για όσα δεν μπορούσε με κανέναν τρόπο να αποχωριστεί. Τους ρώτησα αν έβρισκαν αναλογίες με τη δική τους ζωή. Κουβεντιάσαμε πολλά. Και οι δυο μου μίλησαν γι’ αυτό, το «κάτι σαν φυλαχτό», που κατάφεραν να διασώσουν περνώντας από τα βουνά και από τα κύματα και που τους ακολουθεί, «ως μια κληρονομιά», «ως διαβατήριο για τη νέα ζωή».
Το ποδήλατο είναι ένα από τα σύμβολα της παιδικής ηλικίας του 20ου (τουλάχιστον) αιώνα. Όταν καλείσαι να το αποχωριστείς βίαια, αποχωρίζεσαι υπό μία έννοια την παιδική σου ηλικία;
Δεν μπορούμε να μιλήσουμε για το ποδήλατο χωρίς να μιλήσουμε για την παιδική μας ηλικία. Το παιδί πάνω στο ποδήλατο είναι μια αρχετυπική εικόνα της παιδικής ζωής. Το ποδήλατό του αποτελεί μέρος της ιστορίας του, είναι μια εκπληκτική εμπειρία ελευθερίας, μια μικρή ευτυχία. Ο βίαιος αποχωρισμός, η απώλειά του, γίνεται για κάθε παιδί που το ζει μια πρώιμη, οδυνηρή ωρίμανση.
Ποδηλατάς. Είδα κι αυτή τη διάσταση. Τα επαγγέλματα που χάνονται ή σχεδόν χάθηκαν. Σε λίγα χρόνια θα υπάρχουν επαγγέλματα που σήμερα δεν φανταζόμαστε ίσως να τα αναφέρουμε καν στα παιδιά. Συγγραφείς θα υπάρχουν; Ή τις ιστορίες θα τις γράφουν προγράμματα;
Είναι αλήθεια πως χάνονται επαγγέλματα και την ίδια στιγμή τα ίδια ξεφυτρώνουν από εκεί που δεν το περιμένεις. Κυρίως από νέους που πειραματίζονται, που επιθυμούν πιο ανθρώπινο εργασιακό και κοινωνικό περιβάλλον. Στη γειτονιά μου πάντως, και δεν είναι η μόνη, έχουμε ποδηλατά. Δηλαδή ποτέ δεν έλειψε από ‘κει. Σαν να ήταν απαραίτητος για τη συγκρότησή της. Κι ακόμα ποδηλατόδρομο και χώρο στάθμευσης ποδηλάτων στο κοντινό μετρό.
Ως προς τη συγγραφή, αν την αντιλαμβανόμαστε ως έκφραση πρωτογενούς ανάγκης δημιουργίας και ανθρωπινότητας, δεν φαίνεται πολύ πιθανό να χαθεί αυτή η ανάγκη ούτε και στο μέλλον. Ό,τι είναι γνήσιο θα συνεχίσει να υπάρχει συνάπτοντας ίσως ένα modus vivendi με τη νέα συνθήκη. Το άλλο μπορεί εύκολα να πάρει τη μορφή ενός προγράμματος που αντιγράφεται.
Έγραψες ένα πεζό κείμενο το οποίο διατρέχει ένας εξαιρετικός εσωτερικός ρυθμός και μια κρυφή ομοιοκαταληξία που του χαρίζει επιπλέον μουσικότητα. Μίλησέ μου για αυτή τη μορφή αφήγησης που σου προέκυψε, όπως μου είχες εξομολογηθεί.
Γράφω ακολουθώντας τον ρυθμό που μου αποκαλύπτεται μετά από επίμονη συνήθως και ενίοτε μακρά αναζήτηση. Θα μπορούσα να το πω κι αλλιώς: Όταν φανερωθεί ο ρυθμός τότε είναι εδώ και η ιστορία. Σκέφτομαι πως σε αυτό το κείμενο του επώδυνου αποχωρισμού από την πατρίδα και τις μικρές χαρές της ζωής, η έντονη ρυθμικότητα, η μουσική που φαίνεται να είναι κάτω από τον λόγο, λειτουργεί ως αντιπερισπασμός στην πραγματικότητα του πολέμου, της θλίψης, των απανωτών απωλειών. Είναι ας πούμε το τραγούδι που τους συνοδεύει στο ταξίδι, τραγούδι που περικλείει αυτά που άφησαν πίσω τους και ταυτόχρονα αυτά που διακρίνουν από μακριά ως συντεταγμένες της καινούργια τους ζωής.
Ο βίαιος εκτοπισμός των ανθρώπων από τους τόπους τους αναδεικνύεται σε ένα από τα μείζονα ζητήματα της ανθρωπότητας. Ήταν ένας βασικός λόγος που σε κινητοποίησε να γράψεις αυτήν την ιστορία;
Ζούμε σε μια χώρα που αποτέλεσε στο παρελθόν και συνεχίζει να αποτελεί κυρίως τις τελευταίες δεκαετίες, κεντρικό σημείο διέλευσης, αλλά και τόπο μόνιμης διαμονής των μετακινούμενων συνανθρώπων μας, μεταναστών και βίαια ξεριζωμένων προσφύγων. Παρακολουθούμε, άφωνοι, πολλές φορές, τις υπεράνθρωπες προσπάθειές τους για σωτηρία και ένταξη να μην ευδοκιμούν και να καταλήγουν στον χαμό τους, είτε με πνιγμό στις θάλασσές μας, είτε με ρατσιστικές δολοφονίες. Είναι απολύτως φυσιολογικό η δημιουργία να στρέφεται συχνά σε αυτή την πτυχή της πραγματικότητας.
Εσύ τι θα έπαιρνες μαζί σου σε μια τέτοια μικρή βάρκα αν ήσουν στη θέση του Χασμ;
Με κίνδυνο να φανεί πεποιημένη η απάντησή μου νομίζω πως θα έπαιρνα μαζί μου τα πιο αγαπημένα βιβλία. Στην ηλικία του Χασμ, σε ακραία κατάσταση που βίωσα, θυμάμαι έντονα πως έτρεχα να διασώσω τα βιβλία μου. Ίσως γιατί ήταν τα πιο εύθραυστα και ευάλωτα. Στο επίμετρο του βιβλίου, ο πρόσφυγας Σαϊντ φέρνει μαζί του και διασώζει από τα κύματα απαγορευμένα ποιήματα, ανάμεσά τους κι ένα δικό του, δισκάκια με τραγούδια της πατρίδας του, ένα τετράδιο. Άκουσα τον Σαϊντ να λέει πολλές φορές: Τα ποιήματα ήταν το δικό μου ποδήλατο.
Γιατί ένας λαός που έχει υποφέρει από προσφυγιά, μεταναστεύσεις, εξορίες, εκτοπισμούς, πολέμους, φτάνει να μισεί αυτό που υπήρξαν κάποτε οι παππούδες του; Μόνο επειδή δεν ξέρει ιστορία; Επειδή ξεχνά; Ή υπάρχει και ηθικό σκέλος;
Υπάρχουν όλα όσα αναφέρατε και ορίζουν τη σχέση μας με τον Άλλο, στην περίπτωσή μας με τον ξένο. Απωθούμε και αποστρεφόμαστε αυτό που δεν θέλουμε να θυμόμαστε, φοβόμαστε μήπως χάσουμε ό,τι έχουμε κερδίσει, μήπως ξαναμπούμε στη θέση Εκείνου κι Εκείνος πάρει τη δική μας θέση.
Πάντα υπάρχουν βέβαια και αυτοί που δεν μισούν. Αυτοί που συναισθάνονται και συμπεριλαμβάνουν. Είναι οι πιο ανήσυχοι, οι λιγότερο απαθείς, είναι εκείνοι που εργάζονται πάνω στα θέματα του εαυτού, επιμόνως.
Η άνοδος ακραίων φωνών στην Ευρώπη φανερώνει ότι δεν διδασκόμαστε ή και οι παραδοσιακές μη ακροδεξιές δυνάμεις κάπου έχουν βαλτώσει με τη διαχείριση αυτού του τόσου σοβαρού ζητήματος;
Στην Ευρώπη, στην Αμερική, παντού στον κόσμο, μεγάλες κοινότητες ανθρώπων που ζουν πέραν της φτώχειας, σε απόλυτη ένδεια, χωρίς στοιχειώδη μόρφωση, που δεν δύνανται να συμμετάσχουν σε απλές λειτουργίες της καθημερινότητας , όπως ας πούμε να διαβάσουν ένα βιβλίο, να πάνε στον κινηματογράφο, να ξεκουραστούν, να απολαύσουν κάτι ελάχιστο, αναζητούν μια θεσμική οντότητα για να τους κοιτάξει, να τους ονοματίσει, να τους περιέξει. Να μιλήσει γι` αυτούς. Να πάψουν έτσι να είναι αόρατοι.
Όπως πολύ ωραία τα λέει και τα γράφει ο ξεχωριστός συγγραφέας Εντουάρ Λουί στα αυτοβιογραφικά, απολύτως πολιτικά, αφηγήματά του «Ο Τραμπ και το Εθνικό Μέτωπο είναι το αποτέλεσμα του αποκλεισμού». Και τα λέει αυτός που τα έζησε στο πετσί του πολύ νωρίς. Από τότε που ήταν παιδί.
Πιστεύεις ότι μπορούμε να ευαισθητοποιήσουμε τα δικά μας παιδιά που ζουν στην ασφάλεια του σπιτιού τους, του Disney+, των παιχνιδιών ή όλα είναι στον αέρα μέχρι να σου χτυπήσει το κακό την πόρτα;
Η διεκδίκηση μιας ζωής ανοιχτής στην επιθυμία και στο νόημα, εμπλουτισμένης από την παρουσία του Άλλου, είναι το πιο αποφασιστικό βήμα για να αποφύγουμε την ψυχική μιζέρια, την απάθεια, το μίσος, τη συρρίκνωση του εαυτού. Θα μπορούσε να αποτελέσει έναν δρόμο.
Πώς υποδέχθηκες την εικονογράφηση του Πέτρου Μπουλούμπαση όταν την είδες να κουμπώνει με τις λέξεις σου;
Ο Πέτρος Μπουλούμπασης, εκτός από αγαπημένος φίλος, είναι και ένας καλλιτέχνης που εκτιμώ βαθιά. Το ότι Το Ποδήλατό Του είναι κάτω από το εικαστικό του βλέμμα με γεμίζει βαθιά ευχαρίστηση και ενθουσιώδη χαρά.
Χριστίνα Φραγκεσκάκη
Το ποδήλατό του
Εκδόσεις Καλειδοσκόπιο
—–
#diavazoume/#diavazoume_mazi