Συχνά οι γονείς και ιδιαίτερα στις πιο μικρές ηλικίες αντιμετωπίζουν με χαμόγελο τα «χαριτωμένα» ψέματα του παιδιού τους. Όταν όμως η συμπεριφορά αυτή επαναλαμβάνεται συχνά, οι περισσότεροι γονείς ανησυχούν, διότι αδυνατούν να τη χειριστούν. Ως ψέμα ορίζουμε κάθε παραποίηση, διαστρέβλωση της πραγματικότητας.
Το ψέμα δίνει τη δυνατότητα στο παιδί να διαφυλάξει τον εσωτερικό, μαγικό του κόσμο. Το παιδί ήδη από την ηλικία των 3 ετών αποκτά ένα ολοένα αυξανόμενο και πιο πλούσιο λεξιλόγιο. Η ικανότητά του αυτή του επιτρέπει στον αφηγηματικό του λόγο να προσθέτει φανταστικά στοιχεία. Αυτό συμβαίνει γιατί τα παιδιά στην προσχολική ηλικία δυσκολεύονται να διακρίνουν επαρκώς την αλήθεια από τη φαντασία. Για το μικρό παιδί, οι έννοιες «αλήθεια» ή «ψέμα» είναι σχετικές ή διφορούμενες και συνδέονται με το «σωστό» ή το «λάθος», που του επιβάλλει ο ηθικός κώδικας της οικογένειάς του. Επομένως όποιος λέει ψέμματα, κάνει κάτι απαγορευμένο, δηλαδή κάτι κακό.
Το παιδί με την είσοδό του στην Α’ Δημοτικού (γύρω στα 6 έτη), που ξεκινούν οι υποχρεώσεις και τα καθήκοντά του σε σχέση με τη σχολική του ζωή, αρχίζει να χρησιμοποιεί εμπρόθετα το ψέμα. Το παιδί δηλαδή έχει επίγνωση του ψέματος που λέει, με το οποίο συνήθως προσπαθεί να καλύψει ένα σφάλμα ή μια παράλειψή του, προκειμένου είτε να αποφύγει την τιμωρία είτε να προστατεύσει την αυτονομία του.
Επιπλέον, ορισμένες μελέτες δείχνουν ότι τα παιδιά με καλύτερες γνωστικές ικανότητες, τείνουν να λένε πιο πολλά ψέματα, αφού το ψέμα απαιτεί πρώτα να διατηρεί την αλήθεια στο μυαλό και στη συνέχεια να χειρίζεται/διαστρεβλώνει αυτές τις πληροφορίες.
Μεγαλώνοντας το παιδί και μέσα από τις αξίες που καλλιεργούνται από το οικογενειακό, το σχολικό και το ευρύτερο κοινωνικό του περιβάλλον μαθαίνει ότι λέγοντας την αλήθεια κερδίζει την εκτίμηση και την αποδοχή των άλλων.
Για ποιους όμως λόγους τα παιδιά λένε ψέματα;
- Καταρχήν είναι ένας εύκολος τρόπος για να ξεφύγουν από μια δύσκολη και αμήχανη στιγμή.
- Συχνά το κάνουν για να «προκαλέσουν» τους γονείς τους και να δουν την αντίδρασή τους.
- Για να ευχαριστήσουν τους γονείς τους ή να προστατευτούν από μια πιθανή τιμωρία, ιδιαίτερα όταν οι γονείς τους έχουν προσδοκίες που δεν ανταποκρίνονται είτε στη χρονολική τους ηλικία είτε στις δυνατότητές τους.
- Όταν όμως τα παιδιά ειδικά μετά την ηλικία των 8-9 ετών επικοινωνούν με το περιβάλλον τους κυρίως λέγοντας ψέματα, είτε δημιουργώντας σκόπιμα και ενσυνείδητα φανταστικές ιστορίες με έντονο το στοιχείο της μυθοπλασίας, ίσως αυτή τους η συμπεριφορά να υποδηλώνει μια αρχόμενη ψυχοπαθολογία (π.χ. μια συναισθηματική διαταραχή) και επομένως χρειάζεται περαιτέρω διερεύνηση και πιθανότατα θεραπευτική αντιμετώπιση από ειδικό ψυχικής υγείας.
Ποια θα πρέπει να είναι η στάση των γονιών;
- Είναι σημαντικό να δείτε τι κρύβεται πίσω από του ψέμα του παιδιού σας, ποιο είναι το κίνητρό του και τι μήνυμα θέλει να σας μεταφέρει. Αυτό το μήνυμα είναι σημαντικό να το αποκωδικοποιήσετε.
- Συνήθως τα παιδιά που καταφεύγουν συχνά στο ψέμα, είναι παιδιά που νιώθουν ανασφάλεια, διακρίνονται από χαμηλή αυτοεκτίμηση και αποζητούν με αυτό τον τρόπο τη μεγαλύτερη προσοχή και αποδοχή των γονιών τους.
- Έχει παρατηρηθεί ότι παιδιά πουν ζουν σε ένα αυστηρό και επικριτικό οικογενειακό περιβάλλον, συχνά καταφεύγουν στο ψέμα σαν ένα τρόπο άμυνας του υπεραπαιτητικού και συναισθηματικά «μονωμένου» οικογενειακού περιβάλλοντός τους.
- Η φράση «λες ψέματα», επειδή ενέχει την επίκριση, δεν επιδεικνύει σεβασμό, καθιστά το παιδί αμυνόμενο και δεν το βοηθά να αναλάβει την ευθύνη του όποιου λάθους διέπραξε. Αντ’ αυτής προτιμότερη είναι η φράση «θα ήθελα να μου πεις την αλήθεια» ή «θα ήθελα να ακούσω τα γεγονότα όπως πραγματικά έγιναν. Αν δεν είσαι τώρα έτοιμος/η, σκέψου το όσο θέλεις, μπορώ να σε περιμένω».
- Η αγνόηση από τους γονείς της συγκεκριμένης συμπεριφοράς συχνά οδηγεί στην σταδιακή απόσβεσή της.
- Οι γονείς είναι σημαντικό να αντιληφθούν ότι μέσα από το προσωπικό τους παράδειγμα και τη μεταξύ τους σχέση, όπου η ειλικρίνεια προβάλλεται και αναδεικνύεται, τα παιδιά διαπαιδαγωγούνται ώστε να γίνουν υπεύθυνοι ενήλικες και να αναλαμβάνουν την ευθύνη των πράξεών τους, είτε αυτές είναι θετικές είναι αρνητικές.
Κλείνοντας, ας μην ξεχνάμε ότι οι γονείς αποτελούν πρότυπο προς μίμηση για τα παιδιά, γι’ αυτό χρειάζεται να επιδεικνύουν τη συμπεριφορά που επιθυμούν να επιδείξουν και τα παιδιά τους (Παππά, 2006, 2008). Η συμπεριφορά τους χρειάζεται να υπαγορεύεται από την αξία της ειλικρίνειας και την ανάληψη της ευθύνης, προϋποθέσεις απαραίτητες και αναγκαίες για τη διαμόρφωση της συναισθηματικής νοημοσύνης γονιών και παιδιών (Παππά, 2013, 2016).
Ιωάννης Κυργιόπουλος
Ψυχολόγος (Msc Σχολικής Ψυχολογίας)
E–mail: johnkyr76@yahoo.gr
Τηλ. Επικοινωνίας: 6972868960
Featured Image: Πινόκιο, της Ντίσνευ, 1940