More
    patakis_Amalia_listes_ 1068x150
    patakis_elmer-banner-1068x150
    patakis_Amalia_listes_ 1068x150
    patakis_elmer-banner-1068x150
    patakis_Amalia_listes_ 1068x150
    patakis_elmer-banner-1068x150
    patakis_Amalia_listes_ 405x150
    patakis_elmer-banner-405x150
    ΑρχικήELNIPLEX+ΑρθρογραφίαΤο μυθιστόρημα cross over και η λογοτεχνία για νεαρούς ενήλικες αναγνώστες, του...

    Το μυθιστόρημα cross over και η λογοτεχνία για νεαρούς ενήλικες αναγνώστες, του Μάνου Κοντολέων

    Γράφει ο Μάνος Κοντολέων *

    Μας αρέσει να μας αφηγούνται ιστορίες.

    Η λογοτεχνία μια αφήγηση είναι.

    Και σε μια διαχρονικά κεντρική  παρουσία, δύο είναι τα βασικά θέματα αφήγησης: ο έρωτας και η ταυτότητα.

    Και αν με το ερωτικό συναίσθημα το Εγώ επικοινωνεί με το Εσύ, με την ανάγκη αναγνώρισης της ταυτότητας του το Εγώ ανακαλύπτει τη σχέση του με τους άλλους.

    Ο έρωτας μας έχει χαρίσει μεγάλες ερωτικές αφηγήσεις.

    Η αναζήτηση της ταυτότητας μας έχει προσφέρει καταγραφές πορείας προς την ενηλικίωση.

    Μας χάρισε το μυθιστόρημα ενηλικίωσης, το Bildungsroman, όπως διεθνώς αποκαλούμε αυτό το είδος λογοτεχνικής αφήγησης και που δεν είναι τίποτε άλλο παρά η μυθιστορηματική καταγραφή της πορείας ενός νεαρού ατόμου προς την ατομική  του και συνειδητή του ενσωμάτωση στον κόσμο των ενηλίκων.

    Μια πορεία συνήθως επώδυνη και συχνά ανατρεπτική ως προς τις κοινωνικές νόρμες. Που όμως τελικά οδηγεί το κεντρικό πρόσωπο του έργου να βρει τη θέση του μέσα σε ένα κόσμο συνεχώς μεταβαλλόμενο.

    Αν όχι μέχρι τα μέσα περίπου του 20ου αιώνα, σίγουρα πάντως μέχρι τις πρώτες δεκαετίες του, η λογοτεχνία γραφότανε για να διαβαστεί από ενήλικες.

    Στα παιδιά και στους εφήβους προσφέρονται προς ανάγνωση ηθικοπλαστικά κείμενα που στόχο τους –συνειδητό ή όχι- είχαν όχι την αποκάλυψη της ταυτότητας, μα αντίθετα την όσο πιο αργότερα γινότανε ανακάλυψή της.

    Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος θα φέρει μεγάλες ανακατατάξεις και στις απόψεις για το τι πρέπει αν θεωρούμε ως λογοτεχνία για παιδιά και νέους.

    Το 1953 ιδρύεται η IBBY –Διεθνής Οργάνωση Βιβλίων για τη Νεότητα- και το ανήλικο άτομο αναγνωρίζεται πως έχει και αυτό δικαίωμα σε μια καθαρή και δίχως παιδαγωγικές στρεβλώσεις λογοτεχνία, που θα το αφορά άμεσα.

    Το μυθιστόρημα ενηλικίωσης μέσα σε αυτό το κλίμα καλείται να παίξει ένα πλέον συγκεκριμένο ρόλο.

    Ανάμεσα στο παιδί και τον έφηβο αναγνωρίζονται πλέον συγκεκριμένα όρια και αναζητείται η αφήγηση εκείνη που θα στρέφει κατά κύριο λόγο τη ματιά της άλλοτε στο ένα κι άλλοτε στον άλλον.

    Το 1974 κυκλοφορεί το βιβλίο του Ρόμπερτ Κόρμιερ «Ο πόλεμος της σοκολάτας» και πιστεύω πως την ίδια στιγμή δημιουργείται μια νέα –εκδοτικών προδιαγραφών- κατηγορία λογοτεχνικών έργων. Αυτή που σήμερα έχει πλέον καθιερωθεί με την ονομασία young adults literature και που με μια ελληνική ελεύθερη μεταφορά της θα μπορούσαμε να την πούμε: λογοτεχνία για νεαρούς ενήλικες αναγνώστες.

    Τα μυθιστορήματα που θα ενταχθούν σε αυτή την κατηγορία, εκδοτικά προωθούνται προς ένα νεανικό κοινό.

    Ήδη οι ανάγκες της αγοράς από τη μια, αλλά και η εξειδίκευση της σχέσης λογοτεχνίας και παιδαγωγικής από την άλλη,  δημιουργούν πρώτα και καλύπτουν αμέσως μετά την ανάγκη να υπάρχουν έργα που θα απευθύνονται σε συγκεκριμένες ηλικιακά ομάδες αναγνωστών.

    Ανάμεσα στο εικονογραφημένο βιβλίο, στη λογοτεχνία για παιδιά και σε αυτή για ενήλικες, έρχεται να καθιερωθεί η λογοτεχνία για εφήβους και νέους, αυτή που πλέον συγκεκριμένα θα χαρακτηρισθεί ως λογοτεχνία  για νεαρούς ενήλικες αναγνώστες.

    Τα μυθιστορήματα, λοιπόν,  αυτής της κατηγορίας στην ουσία είναι μυθιστορήματα ενηλικίωσης. Μόνο που πλέον οι νόμοι της αγοράς επιβάλλουν να διαχωρίζονται από όσα άλλα ασχολούνται με διάφορα άλλα θέματα που απασχολούν κυρίως ή και μόνο τους ενήλικες.

    Για εδώ και πάνω από τριάντα περίπου χρόνια η λογοτεχνία για νεαρούς ενήλικες αναγνώστες δημιουργεί σημαντικά λογοτεχνικά κείμενα.

    Εκτός από τον Κόρμιερ, παρουσιάζονται, και καθιερώνουν την ποιότητα αυτών των έργων, συγγραφείς όπως ο Μέλβιν Μπέρτζες, η Μύριαμ Πρέσσλερ, η Τζόυς Κάρολ Όουτς, ο Έιβι, ο Ντέιβντ Όλμοντ, η Τζούντυ Μπλουμ, ο Πήτερ Ντίκινσον, ο Φίλιπ Πούλμαν, η Σίλια Ρις κ.α.

    Στην Ελλάδα έχουμε όλα σχεδόν τα μυθιστορήματα της Ζωρζ Σαρρή, και κάποια άλλων σύγχρονων Ελλήνων συγγραφέων (Κοντολέων, Ψαραύτη, Μάστορη, Τίγκα, Παπαθεοδώρου, Μανδηλαράς κ.α). Μα η κοινωνική δυσκαμψία της ελληνικής ζωής δεν επιτρέπει μια ολοκληρωμένη και σε ένα ουσιαστικά γενικευμένο βαθμό ανάπτυξη αυτού του είδους. Στις περισσότερες περιπτώσεις τα ελληνικά έργα για νεαρούς ενήλικες αναγνώστες (για αναγνώστες δηλαδή από 13 περίπου χρονών και πάνω)  ή ασφυκτιούν ή αυτόβουλα εντάσσονται μέσα στα όρια της εφηβικής / νεανικής λογοτεχνίας (που δείχνει να αυτοπεριορίζεται σε αναγνώστες κάπου εκεί γύρω στα δώδεκα με δεκατρία τους χρόνια)

    Με την είσοδο του 21ου αιώνα και με τις νέες δομές ανάπτυξης της διακίνησης και προώθησης της λογοτεχνίας τόσο των ενηλίκων όσο και των νέων, επιβάλλονται έξωθεν και άνωθεν νέες κατηγοριοποιήσεις των λογοτεχνικών κειμένων.

    Αυτές οι νέες συνθήκες στην περιοχή των κειμένων που έχουν να κάνουν με την περίοδο της εφηβικών αναζητήσεων, επανεξετάζουν τη θέση τους εκείνη όπου είχε διαχωρίσει το λογοτέχνημα που απευθύνεται σε ενήλικα αναγνώστη από εκείνο που στρέφεται προς τον αναγνώστη που σχεδόν ολοκληρώνει την εφηβεία του και αποφασίζουν να υπενθυμίσουν πως το καλό λογοτεχνικό έργο μπορεί να ‘συνομιλεί’  και με μικρούς  και με μεγάλους.

    Και παράλληλα βέβαια υπονοούν (μα και ελπίζουν) πως τα μυθιστορήματα αυτά θα ενδιαφέρουν περισσότερες ηλικιακές ομάδες αναγνωστών (άρα και από περισσότερους θα αγοραστούν).

    Αλλά επειδή η παλιά ονομασία του Bildungsroman (μυθιστόρημα ενηλικίωσης) χρησιμοποιείται πλέον σε μελέτες της λογοτεχνίας και ο ορισμός ‘λογοτεχνία για νεαρούς ενήλικες αναγνώστες’ κρατά κάποιους ηλικιακούς διαχωρισμούς, ένας νέος και πλέον ελκυστικός όρος καθιερώνεται στην αγορά –crossover novel.

    Τα μυθιστορήματα crossover είναι εκείνα τα λογοτεχνικά έργα που αν και στηρίζονται σε θέματα που αφορούν τον έφηβο (μερικές φορές ακόμα και ένα παιδί) εντούτοις με την γλωσσική τους ενσάρκωση και τον εσωτερικό φωτισμό του θέματός τους, μπορούν να κρατήσουν το ενδιαφέρον και ενός ενήλικου αναγνώστη.

    Με τούτη, λοιπόν, τη νέα ονομασία τα μυθιστορήματα αυτού του είδους μπορούν να βρούνε αναγνώστες από διάφορες ηλικίες.

    Όλα τα πιο πάνω έχουν στην Ελλάδα φτάσει και με καθυστέρηση και συχνά παραμορφωμένα.

    Το ελληνικό αναγνωστικό κοινό εφήβων και ενηλίκων ήταν και παραμένει περιορισμένο.

    Ανάμεσα στη λογοτεχνία για παιδιά και στη λογοτεχνία των ενηλίκων, τα έργα που ασχολούνται με την εφηβεία – ενηλικίωση ελέγχουν  το εύρος των προβληματισμών τους και ή στρέφονται προς τις παιδικές / νεανικές σειρές εκδοτικών οίκων ή  ‘βίαια’ ενηλικιώνουν τους έφηβους πρωταγωνιστές τους ώστε να ενταχθούν τα ίδια σε σειρές νεοελληνικής λογοτεχνίας.

    Ίσως όμως, να πρέπει και εδώ, στον τόπο μας, να γίνει σαφές πως ανάμεσα στο μυθιστόρημα ενηλικίωσης  «Μεγάλες Προσδοκίες», στο μυθιστόρημα για νεαρούς ενήλικες αναγνώστες «Ο πόλεμος της σοκολάτας» και στο crossover «Η κλέφτρα των βιβλίων», οι μόνες διαφορές που μπορεί κανείς να βρει είναι όσες έχουν να κάνουν με τον χρόνο συγγραφής, μα και κυκλοφορίας τους. Όχι με την ποιότητα της γραφής, μήτε με την ουσιαστική ανάλυση και εμβάθυνση σκέψεων και συναισθημάτων.

    Ολοκληρώνοντας αυτή την καταγραφή σκέψεων πάνω στην ταυτότητα των έργων cross over, θα ήθελα να συνοψίσω τα βασικά χαρακτηριστικά του είδους αυτού.

    Α. Πολυσημαντικότητα της αφήγησης

    Το μυθιστόρημα cross over που θα ζητήσει να συνομιλήσουν μαζί του αναγνώστες διαφορετικών ηλικιών, όσο κι αν είναι ελαφρώς στραμμένο προς τη μεριά του νέου ανθρώπου, θα πρέπει να χρησιμοποιεί μια πολυσήμαντη γλώσσα.

    Β. ‘Έντονο, ταχύ ύφος. Φράσεις που λες και έχουν τη μυρωδιά νεανικού ιδρώτα.

    Μέσα σε μια εποχή ταχύτητας και γρήγορης εναλλαγής παραστάσεων, η λογοτεχνική αφήγηση που θέλει να κρατήσει κοντά της και νέους σε ηλικία αναγνώστες, πρέπει κάποιες φορές να δανείζεται κινηματογραφικές τεχνικές.

    Γ. Η χρήση συχνά ακραίων δομών της γλώσσας.

    Οι νέοι αμφισβητούν ακόμα και την παραδοσιακή εκφορά του λόγου. Γι αυτό άλλωστε και η προφορική εκφορά του λόγου τους συχνά μας ξαφνιάζει και μας κάνει να την χαρακτηρίζουμε αρνητικά.

    Μα αξίζει να προσπαθήσουμε να τους πλησιάσουμε όχι μιμούμενοι μια αργκό -που τις περισσότερες φορές είναι και αναλώσιμη και γρήγορα θα χαθεί- αλλά αποδεικνύοντας πόσο ευέλικτη μπορεί να γίνει μια αφήγηση ακολουθώντας το συναίσθημα που εκφράζουν τα περιεχόμενα.

    Δ. Η ισότιμη -έστω σχεδόν ισότιμη ανάπτυξη χαρακτήρων διαφορετικών ηλικιών

    Πιστεύω πως είναι σημαντικό ο νέος άνθρωπος να ξεφεύγει από τον εγωκεντρισμό του ‘εγώ’ του και να αφουγκράζεται τους παλμούς των ενηλίκων. Κάπως έτσι μπορεί να γίνει η προσέγγιση των γενεών.

    Σε ένα μυθιστόρημα cross over συμπρωταγωνιστούν και οι ενήλικες.

    Ε. Ενδοκειμενικότητα

    Οι Τέχνες συνομιλούν μεταξύ τους και οι διάφοροι δημιουργοί τις περισσότερες φορές έχουν επηρεαστεί από τα έργα άλλων. Αλλά και στους αναγνώστες -ιδίως στους νεαρούς ενήλικες- αξίζει να τους δίνεται αυτή η ευκαιρία να δούνε το πως τα ποικίλα συναισθήματα -των ηρώων του βιβλίου που διαβάζουν, μα και τα δικά τους – μπορεί με διαφορετικές τεχνικές να έχουν εκφραστεί.

    Κι ακόμη στο επίπεδο της αναγνωστικής εμπειρίας, οι ενδοκειμενικότητες έχουν πολλά να προσφέρουν.

    ΣΤ. Η ‘εφηβικότητα’ του κειμένου

    Ένα μυθιστόρημα cross over -το σημειώσαμε και άλλες φορές- όσο κι αν αναζητά να έχει επικοινωνία με αναγνώστες νεαρούς και μεγαλύτερης ηλικίας, στην ουσία είναι στραμμένο προς τη νεότητα, άλλωστε και γι αυτό σχεδόν ταυτίζεται με το μυθιστόρημα ενηλικίωσης.

    Αυτό σημαίνει πως ολόκληρο πρέπει να αποπνέει μια εφηβικότητα.  Πώς όμως μπορεί κανείς να πετύχει κάτι τέτοιο;  Η πρώτη απάντηση που έρχεται στη σκέψη είναι ‘η γλώσσα’. Αλλά συχνά μια τέτοια διάθεση χρήσης της γλώσσας μας παγιδεύει σε κάτι το ψεύτικο. Γιατί η εφηβικότητα είναι τρόπος όρασης του κόσμου -του εγώ και του άλλου. Είναι μέθοδος κρίσης του περιβάλλοντος. Είναι άποψη.

    Δεν έχουμε παρά να σκεφτούμε δυο ζευγάρια και τον έρωτα τους. Δυο παγκοσμίως γνωστά ζευγάρια, δυο διαχρονικούς τύπους έρωτα. Από τη μιας εκείνον του Ρωμαίου και της Ιουλιέτας και από την άλλη του Οθέλλου και της Δεισδαιμόνας.

    Ζ. Όχι στη γραφή  παθητικής μίμησης

    Πολύ συχνά ένας συγγραφέας που γράφει για νεαρούς ενήλικες προσπαθεί να τους κερδίσει χρησιμοποιώντας τεχνικές που πιστεύει πως δε θα τους ξενίσουν, πως θα τους κάνουν να αισθανθούν πως ο κόσμος που τους παρουσιάζει δεν διαφέρει σε τίποτε από τον δικό τους.

    Λάθος. Γιατί μπορεί ένα μυθιστόρημα να αναφέρεται  σε κάτι ρεαλιστικό, αλλά την ίδια στιγμή δεν θα πρέπει να μιμείται τον ρεαλισμό της καθημερινότητας. Η λογοτεχνία έχει τη δική της δομή και έκφραση. Μπορεί ο Αριστοτέλης να ισχυρίζεται πως η Τέχνη είναι μίμηση πράξης σπουδαίας, αλλά την ίδια στιγμή υπονοεί πως η μίμηση αυτή δεν είναι αντιγραφή.

    Για να μπορέσει ένα έργο και μάλιστα ένα μυθιστόρημα cross over, να στήσει τις προϋποθέσεις μιας δικής του ρεαλιστικής μορφής χρειάζεται χώρο για να αναπτύξει χαρακτήρες και ιδέες, να παρουσιάσει αντιθέσεις και συνθέσεις.

    Η.  Γνήσια προσέγγιση της ψυχοσύνθεσης του νεαρού ενήλικα

    Αυτό το χαρακτηριστικό ίσως είναι και το θεμέλιο κάθε καλού cross over μυθιστορήματος.

    Ο έφηβος -ο νεαρός ενήλικας πιο σωστά- αισθάνεται όλα γύρω του και μέσα του να αλλάζουν. Η σιγουριά που μπορεί να του πρόσφερε η οικογένεια, δεν τον πείθει πλέον. Νέα συναισθήματα, νέες μορφής σχέσεις και ένας κόσμος που απλώνεται μπροστά του έτοιμος να τον κατασπαράξει μα και να υποταχθεί στο εγώ του.

    Όσα θα αφηγηθεί το μυθιστόρημα αυτήν την ατμόσφαιρα πρέπει να εκπέμπουν.

    Πώς θα το πετύχει ο συγγραφέας;

    Οι τρόποι πάρα πολλοί και ολοένα και νέους μπορεί κανείς να συναντήσει. Εκείνο που  προσωπικά πιστεύω πως πρέπει να αποφευχθεί είναι να προσπαθήσουμε μέσα από το πρόσωπο του έφηβου ήρωά μας να καταγράψουμε τα γενικά χαρακτηριστικά της εφηβείας. Όλα όσα πιο πάνω ανέφερα είναι γενικές διαπιστώσεις. Αλλά ο ήρωας του βιβλίου μας δεν μπορεί να είναι κάποιος  -έτσι γενικά- νεαρός ή νεαρά. Είναι ένα συγκεκριμένο πρόσωπο που βιώνει την εφηβεία του με τον δικό του μοναδικό τρόπο.

    Και έτσι κι εμείς πρέπει να τον καταγράψουμε αν είμαστε οι συγγραφείς του. Έτσι να τον πλησιάσουμε αν είμαστε οι αναγνώστες του.

    Πολύ συχνά, συγγραφείς που γράφουν έχοντας στο κέντρο του έργου τους εφήβους, χρησιμοποιούν την πρωτοπρόσωπη αφήγηση. Στις εννιά φορές στις δέκα αποτυγχάνουν. Γιατί προσπαθούν να μιμηθούν -στην ουσία να εφεύρουν- μια γενικώς εφηβική φωνή. Αλλά ένα πρόσωπο που πάνω του θα στηριχτεί ένα ολόκληρο μυθιστόρημα, όσο κι αν μπορεί να είναι ένας μέσος έφηβος, εντός του μυθιστορήματος έχει το δικό του όνομα, τη δική του ταυτότητα.

    Όπως στην πραγματική ζωή κάθε ένας μας είμαστε μοναδικοί, έτσι και το κάθε πρόσωπο του μυθιστορήματος πρέπει να είναι μοναδικό -σαν κι αυτό κανένα άλλο.

    Προτού αποφασίσουμε  να χρησιμοποιηθεί η πρωτοπρόσωπη αφήγηση, καλό θα ήταν να σκεφτούμε τη χρήση της τριτοπρόσωπης. Έτσι με άνεση θα μπορέσουμε να φωτίσουμε όχι μόνο την εφηβεία του ήρωα, αλλά και θα αποφύγουμε την απαράδεκτη γενίκευση.

    Ας θυμηθούμε τον Σάλιντζερ -το μυθιστόρημα του θεωρείται το πρώτο cross over. Ο Φύλακας στη Σίκαλη δεν είναι ο όποιος έφηβος που μας αφηγείται. Έχει μια συγκεκριμένη ταυτότητα.

    Και αν αυτό το μυθιστόρημα έχει καταγραφεί ως το πρώτο cross over μυθιστόρημα, είναι ακριβώς γι αυτό. Ο ήρωάς του ορά τον κόσμο μέσα από μια εντελώς δική του εφηβική ματιά, την ίδια στιγμή που με μια εντελώς δική του εκφορά λόγου μας την περιγράφει.

    * Ο Μάνος Κοντολέων είναι συγγραφέας, υποψήφιος για το Διεθνές Βραβείο Χανς Κρίστιαν Άντερσεν 2026

    RELATED ARTICLES

    Most Popular