Η πλειονότητα των ερευνών αναφορικά με το ζήτημα αυτό αποδεικνύει ότι τα όρια στα πλαίσια μιας οικογένειας παρέχουν ασφάλεια στα μέλη της και προάγουν την καλύτερη λειτουργία του συστήματος της οικογένειας.
Τα όρια βοηθούν στην ανάπτυξη αυτοπεποίθησης, παρέχουν στα παιδιά ένα αίσθημα ασφάλειας και το παιδί μαθαίνει να ελέγχει τις παρορμήσεις του, γεγονός που το προστατεύει και το βοηθά να σχετιστεί με άλλους ανθρώπους. Επιπλέον, βοηθούν το παιδί αφενός να αυτονομηθεί συναισθηματικά από τους γονείς του και να αναλάβει πρωτοβουλίες, αφετέρου το καθιστούν ικανό σε σχέση με την επίλυση προβλημάτων στην καθημερινότητά του. Με άλλα λόγια βοηθούν στην ισορροπημένη κοινωνική και συναισθηματική ανάπτυξη του παιδιού.
Είναι σημαντικό τα όρια να τίθενται με σταθερότητα και συνέπεια από τους γονείς για να είναι αποτελεσματικά. Καλό είναι να αποφεύγουμε να χρησιμοποιούμε τη λέξη «τιμωρία» σε ένα παιδί, όταν αντιδρά ή είναι ανυπάκουο. Θα ήταν προτιμότερο να χρησιμοποιήσουμε τον όρο «συνέπειες», για τις οποίες θα έχουμε προειδοποιήσει το παιδί και θα έχουν ένα ξεκάθαρο σκοπό.
Όταν ένα παιδί ουρλιάζει, πετάει πράγματα, απειλεί να χτυπήσει τους γονείς του είναι ένα παιδί «εκτός ελέγχου». Εκείνη τη στιγμή είναι πολύ σημαντικό να μη συμπεριφερθούμε με τον ίδιο τρόπο που συμπεριφέρεται το παιδί. Χρησιμοποιούμε με σταθερό τρόπο τη λεκτική αποδοκιμασία μας για τη συμπεριφορά του (π.χ. κατεβαίνουμε στο ύψος του παιδιού και έχουμε σταθερή βλεμματική επαφή μαζί του), διατυπώνουμε ήρεμα και σταθερά τον υπάρχοντα κανόνα και αγνοούμε την ανεπιθύμητη συμπεριφορά του (λέγοντάς του π.χ. ότι δε μπορώ να καταλάβω τι είναι αυτό που θέλεις αν δεν ηρεμήσεις πρώτα και μετά μου το ζητήσεις).
Την ώρα της έντασης δεν κάνουμε «κήρυγμα» στο παιδί ούτε εξαντλητικές και κουραστικές «διαλέξεις». Η σταθερή μας στάση και συμπεριφορά θα δώσει το μήνυμα στο παιδί ότι δεν ενδίδουμε στα «παρακάλια του» και ότι δεν θα κερδίσει κάτι, αν συνεχίσει να συμπεριφέρεται με τον ίδιο τρόπο. Γι’αυτό το λόγο είναι σημαντικό όταν οι γονείς θέτουν τα όρια προς τα παιδιά τους να λαμβάνουν υπόψη τους την ηλικία του παιδιού (π.χ. να μιλούν με πολύ απλή και κατανοητή γλώσσα στα πολύ μικρά παιδιά), την ιδιοσυγκρασία του και να έχουν μία κοινή τακτική στη συμπεριφορά τους λειτουργώντας ως «ομάδα».
Πολλοί γονείς στη σημερινή εποχή, όπου συχνά εργάζονται και οι δύο και λείπουν αρκετές ώρες από το σπίτι αδυνατούν τόσο να θέσουν όρια στα παιδιά τους όσο και να τα τηρήσουν. Ως πιθανές αιτίες θα μπορούσαν να αναφερθούν ο φόβος των γονέων για τυχόν λάθη που μπορεί να κάνουν όπως και η επιθυμία τους να είναι αρεστοί στα παιδιά τους. Η στάση τους όμως αυτή είναι βέβαιο ότι θα προκαλέσει σημαντικές δυσκολίες στη ψυχοκοινωνική και συναισθηματική εξέλιξη των παιδιών τους. Τα παιδιά που μεγαλώνουν δίχως όρια συνήθως χαρακτηρίζονται από χαμηλή αυτοεκτίμηση, μικρή ανοχή στη ματαίωση, αδυνατούν να αυτονομηθούν και να κοινωνικοποιηθούν και ως ενήλικες είναι πιθανό να εμφανίσουν αγχώδεις διαταραχές, διαταραχές της διάθεσης, παραβατικότητα και αδυναμία ελέγχου των παρορμήσεών τους.
Η συνέπεια λοιπόν μιας ανεπιθύμητης συμπεριφοράς του παιδιού είναι αποτελεσματική όταν δίνεται άμεσα, με συνέπεια, σταθερότητα και ως φυσικό επακόλουθο (π.χ. αν δε διαβάσεις τα μαθήματά σου δε θα μπορέσεις να δεις την αγαπημένη σου εκπομπή στην τηλεόραση). Δεν απορρίπτουμε το παιδί αλλά τη συμπεριφορά του (π.χ. δε λέμε είσαι κακό παιδί, αλλά ότι η συμπεριφορά σου δεν ήταν αυτή που έπρεπε). Ένας άλλος τρόπος (κυρίως για τα μεγαλύτερα παιδιά) είναι να δοθεί η ευκαιρία να επιλέξει το παιδί μια συνέπεια, αντί να την επιβάλουν οι γονείς του.
Κλείνοντας, θα πρέπει να κρατήσουμε στη σκέψη μας ότι οι πρώτοι άνθρωποι στους οποίους το παιδί δοκιμάζει τα όρια είναι οι γονείς του, το οικογενειακό περιβάλλον που είναι γεμάτο στοργή και αποδοχή. Τα όρια δε στοχεύουν στην κυριαρχία αλλά στην υπόδειξη, στην προστασία και στην προώθηση. Τα όρια δεν ισχύουν για πάντα. Συμβαδίζουν με την εξέλιξη του παιδιού και διαφοροποιούνται ανάλογα με την ηλικία του. Η οριοθέτηση είναι καθοριστική στην προσχολική ηλικία.
Και να μη ξεχνάτε ότι: Το παιδί μαθαίνει από αυτό που κάνουμε και όχι από αυτά που λέμε. Το προσωπικό μας παράδειγμα αποτελεί «μοντέλο» προς μίμηση για το παιδί. Για παράδειγμα πως αντιδρούμε εμείς οι γονείς, όταν είμαστε θυμωμένοι, απογοητευμένοι, αγχωμένοι. Τέλειοι γονείς δεν υπάρχουν, όπως δεν υπάρχουν και τέλεια παιδιά.
Ιωάννης Κυργιόπουλος
Ψυχολόγος (Msc Σχολικής Ψυχολογίας)
E-mail: johnkyr76@yahoo.gr
Τηλ. Επικοινωνίας: 22310-42370 & 6972868960