Από την Παραμυθιά της Θεσπρωτίας και το ορεινό σύμπλεγμα του διάσημου από την ελληνική επανάσταση Σουλίου κατεβαίνουν τα νερά από τα λιωμένα χιόνια για να σχηματιστεί ο επιβλητικός Αχέροντας ποταμός, ο διασημότερος της ελληνικής αρχαιότητας και με το βαρύ φορτίο του θανάτου και της θλίψης στην πλάτη του (ως πρώτη πηγή των νερών του αναφέρεται στη Wikipedia το όρος Τόμαρος στο νομό Ιωαννίνων). Εκβάλει στο Ιόνιο πέλαγος, στο χωριό Αμμουδιά του νομού Πρεβέζης (18 χιλιόμετρα από την Πάργα και 33 από την Πρέβεζα, πρωτεύουσα του νομού). Το μήκος του είναι 52 χιλιόμετρα και από τα νερά του ξεδιψούν πάνω από 80.000 στρέμματα γης.
Το όνομα του Αχέροντα προέρχεται από την ελληνική λέξη “αχός” που σημαίνει τη θλίψη του θανάτου. Ως εκ τούτου ο Αχέροντας είναι ποταμός της θλίψης, ο ποταμός του πόνου του θανάτου, ο ποταμός χωρίς χαρά. Με χαρά παρατήρησα ότι πολλοί κάτοικοι της περιοχής το γνωρίζουν και το υποστηρίζουν με πάθος. Μια δεύτερη εκδοχή αναφέρει ότι ο αχός σημαίνει τη βουή λόγω του ήχου των ορμητικών νερών του.
Γράφει ο ανυπέρβλητος δάσκαλος Δημήτρης Λιαντίνης: “…οι έλληνες στάθηκαν ένας κόσμος άκρα μελαγχολικός…Στη χλωρίδα του ελληνικού στοχασμού βασιλεύουν τα κλαδιά των νεκρών. Το κυπαρίσσι και ο ασφόδελος. Ούτε πριν ούτε μετά, κανένας λαός δεν ερεύνησε τα άγνωστα της φύσης και τα μυστήρια της ψυχής, για να φτάσει το βαθύ σκοτάδι και το συμπαγές μηδέν που φτάσανε οι έλληνες. Κανένας λαός δεν βυθίστηκε όσο οι έλληνες στη μαύρη χολή του απαίσιου και της ματαιότητας. Μαύρη χολή. Μελαγχολία αλλιώς…”
Οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν ότι ο Αχέρων είναι ο ποταμός του οποίου το διάπλου έκανε ο ψυχοπομπός Ερμής για να παραδώσει τις ψυχές των νεκρών στο βασίλειο του Άδη. Ο Χάρων, γιος του Ερέβους και της Νύκτας, ήταν ο βαρκάρης που κουβαλούσε τις ψυχές των νεκρών στον Άδη και έπαιρνε τον οβολό που έβαζαν στα χείλη του νεκρού οι συγγενείς του. Όσοι δεν το έκανα αυτό, ήταν καταδικασμένοι να περιπλανώνται στις όχθες του Αχέροντα για εκατό χρόνια. Οι ψυχές παρουσιάζονταν στο δικαστήριο του Άδη που έκρινε τις πράξεις του νεκρού στη ζωή.
Εκεί ανασαίνει ένας κόσμος άλλος. Εκεί, αυτό που σου φωνάζουν θετική ενέργεια, βρίσκει πρόσωπο. Ναι, εκεί! Στον ποταμό της θλίψης για το θάνατο. Εκεί υπάρχει τόση ζωή. Ζωή που δε θα βρεις στις κοσμοπλημμύρες των παραλιών και των θαλάσσιων ακτών. Ζωή που θα θαυμάσεις και θα συνομιλήσεις με το δικό τους τρόπο, με τον τρόπο του Αχέροντα.
Σήμερα ο Αχέροντας αποτελεί κάτι παραπάνω από έναν ποταμό ιδιαίτερου φυσικού κάλλους με εκατοντάδες επισκέπτες από όλο τον κόσμο. Δεν είναι το μήκος των 52 χιλιομέτρων (μέτριο μήκος) που έλκει το ενδιαφέρον. Το σπάνιο φυσικό τοπίο με τα 700 περίπου είδη χλωρίδας, οι αηδονοφωλιές που κρέμονται από τα δέντρα κατά μήκος του ποταμού, οι δεκάδες μορφές ζωής (νερόφιδα, νεροχελώνες, κάστορες, πεταλούδες, χέλια, το ψάρι γοβιός που ζει μόνο στον Αχέροντα κ.α. ), οι υπέροχες, άτακτες διακλαδώσεις και εκφάνσεις της φύσης κατά μήκος του ποταμού και του δύσβατου φαραγγιού του αλλά και οι ιστορίες της ελληνικής μυθολογίας που τον συνοδεύουν τον καθιστούν κέντρο ενδιαφέροντος σε όλη την περιοχή της βορειοδυτικής Ελλάδας.
Κατά μήκος του ποταμού έχει αναπτυχθεί μια ήπια τουριστική βιομηχανία που προσφέρει στους επισκέπτες αρκετές δραστηριότητες εξερεύνησης, πεζοπορίας, ράφτινγκ, κανό καγιάκ, ιππασίας κ.α. Στο χωριό Αμμουδιά (εκβολές Αχέροντα) μικρά πλοιάρια κάνουν διαδρομές 2-3 χιλιομέτρων εντός του ποταμού, στο πλωτό του κομμάτι, ενώ από το 2010 μπορείτε με κανό-καγιάκ να διασχίσετε τα τελευταία τέσσερα χιλιόμετρα του ποταμού ως τις εκβολές του στη θάλασσα, κατά μήκος του ανεπανάληπτου Δάσους της Περσεφόνης. Σε αρκετά σημεία του ποταμού (Αμμουδιά, Γλυκύ, Παραμυθιά) υπάρχουν αρκετές συμπαθείς ταβέρνες καθώς και δωμάτια.
Και δυο υπέροχα τραγούδια. Το πρώτο ειδικά δε μπορείς να μην το τραγουδήσεις στις όχθες του Αχέροντα. Κάποια νεράιδα θα σου χαμογελάσει…
Το χρόνο να λαβώσω
Στίχοι: Γιώργος Αθανασόπουλος, Μουσική: Βαγγέλης Φάμπας,
Ερμηνεία: Σωκράτης Μάλαμας
Νεράιδα φανερώθηκε σε άδειο καλντερίμι
Ήλιος χρυσός στα βλέφαρα και στο λαιμό ασήμι
Γυμνή στο λιόγερμα βουτάει και στα ποτάμια τρέχει
Χίλιες φορές τη βάφτισαν μα όνομα δεν έχει.
Πώς ταξιδεύουν οι ψυχές και οι ζωές μας, πες μου
Στις όχθες του Αχέροντα και στις πνοές του ανέμου.
Ποια μοίρα φέρνουν τα νερά, ποια μυστικά κρυμμένα
Ποια θάλασσα σε αγκαλιά τα έχει φυλαγμένα.
Τα βράδια έρχεσαι κρυφά και μπαίνεις στα όνειρά μου
Κόκκινα χείλη με φιλούν και βάφουν τα δικά μου
Κι από το ύψωμα σα βγεις ξανά να σ’ ανταμώσω
Δώσ’ μου τα χείλη σου να πιω το χρόνο να λαβώσω.
***
Τα παξιμάδια
Στίχοι: Παπακωνσταντίνου Θανάσης
Μουσική: Παπακωνσταντίνου Θανάσης
Πρώτη εκτέλεση: Σωκράτης Μάλαμας
Βαρκάρη του Αχέροντα
Σ’ έχουν ξεδιαλεγμένο
Να ‘χεις μολύβι στην καρδιά
Στα μάτια νυχτερίδες
Κι όσους ρωτάν για συγγενείς
Να λες πως δεν τους είδες
Ήρθα κι εγώ ένα πρωινό
Που ‘χαν τα χόρτα πάχνη
Μήτε στη βάρκα σου να μπω
Ούτε για να ρωτήσω
Στην όχθη μόνο να σταθώ
Και να σου τραγουδήσω
Φοράει ο μέρμηγκας γυαλιά
Κι οι πέτρες έχουν γένια
Έχεις κι εσύ κακόμοιρε
Κουπιά σε μαύρα χάλια
Που μόλις πέσουν στο νερό
Λιώνουν σαν παξιμάδια.