Η ιστορία του Προμηθέα ταιριάζει όταν ασχολείστε με θέματα όπως: φωτιά, θεοί του Ολύμπου, προνοητικότητα, απληστία, αδέρφια, ανθρώπινος πολιτισμός και προεκτάσεις του, ελληνικός πολιτισμός, δημιουργία των ανθρώπων και του κόσμου, αθανασία-θάνατος, δεινά-αρρώστιες, αετός, Ηρακλής.
Ποιος ήταν όμως ο Προμηθέας και τι σήμαινε το όνομά του
Ο Προμηθέας ήταν γιος του Τιτάνα Ιαπετού και της Ωκεανίδας Ασίας ή Θέμιδας ή Κλυμένης. Αδέλφια του ήταν ο Επιμηθέας, ο Άτλας και ο Μενοίτιος. Το όνομά του (Προ+Μηθεύς, εκ του μήδομαι) σημαίνει «προνοητικός», αυτός που σκέφτεται πριν δράσει, αυτός που μαθαίνει από τις δράσεις του, που προβλέπει, αυτός που δρα συνετά.
Πίνακας: Prometheus, του Gustav Moreau
***
Ο αδερφός του Προμηθέα
Προτού μπούμε στην ιστορία μας, πρέπει να ξέρουμε ποιος ήταν και ο αδερφός του Προμηθέα, ο Επιμηθέας. Ο Επιμηθέας λοιπόν είναι ο «επί + μήδομαι»= σκέπτομαι μετά, ο απερίσκεπτος, ο άνθρωπος που οδηγείται σε σκέψη και συμπεράσματα κατόπιν των γεγονότων.
Προμηθέας, ο προστάτης των ανθρώπων
Αρχή της ιστορίας, καλησπέρα σας…
Ήτανε πολύ παλιά ένας καιρός που υπήρχανε μόνον οι θεοί στον κόσμο. Ναι! Βουνά, ποτάμια, θάλασσες, δέντρα και οι θεοί! Τίποτε άλλο! Ψέματα! Υπήρχε ήλιος και φεγγάρι και σύννεφα και βροχή. Αλλά μέχρις εκεί!
Όταν όμως ήρθε η ώρα κι ο καιρός να κατοικηθεί η γη, οι θεοί φτιάσανε όλα τα ζώα μέσα στη γη την ίδια, από χώμα και φωτιά, μπορεί από νερό και στάχτη, μπορεί κι από άλλα υλικά που ανακατεύτηκαν μ’ αυτά. Πριν τα αφήσουνε να βγουν να ζήσουνε στον κόσμο, ο Δίας ανέθεσε στον Προμηθέα να κάνει κάτι σημαντικό: «Ημίθεε γιε του Ιαπετού, εμπιστεύομαι σε σένα να μοιράσεις σε όλα ζώα που τώρα κρύβονται κάτω από τη γη, όλα τα εφόδια της ζωής για να ‘ναι ικανά και άξια να ζήσουν, καθώς και τα ονόματά τους.
Ο Επιμηθέας άκουσε το Δία, ενθουσιάστηκε πολύ με τη δουλειά του αδερφού του και τον έπεισε να αναλάβει μόνος του την κατανομή. «Άσε με, Προμηθέα, να τα μοιράσω εγώ σε παρακαλώ κι όταν τελειώσω, έλα να εξετάσεις αν όλα γίνηκαν σωστά», του είπε κι ο Προμηθέας από τη μεγάλη του αγάπη τον άφησε.
Άρχισε, λοιπόν, ο Επιμηθέας να δίνει πολύ όμορφα ονόματα στα ζώα: άλογο, λέοντας, ιππόκαμπος, λεοπάρδαλη…Ξέρετε κι άλλα υποθέτω, έτσι;
Άρχισε λοιπόν να τα ονοματίζει, να τα προικίζει με εξαιρετικά χαρακτηριστικά, να τα προστατεύει, άλλα από τα μεγάλα, άλλα από τα πονηρά, άλλα από τα γρήγορα, άλλα από τα μεγαλόσωμα ζώα. Πώς το έκανε αυτό; Πολύ απλό! Σε άλλα έδινε δύναμη δίχως γρηγοράδα, σε άλλα έδινε γρηγοράδα αλλά τα έκανε αδύναμα, σε άλλα έδινε φτερά, άλλα τα έβαλε να κατοικούν μέσα στη γη και εκεί να κρύβονται, σε άλλα έδωσε καβούκι, άλλα τα σκέπασε με αγκάθια. Έπειτα τακτοποίησε τα ζώα ανάλογα με τις εποχές του χρόνου και ασφαλώς με το μέρος που ζούσαν. Φαντάζεστε δηλαδή να έδινε το τρίχωμα του λιονταριού στην τσιπούρα που ζει στη θάλασσα;
Έτσι, λοιπόν, άρχισε, άλλα να τα ντύνει με πυκνό τρίχωμα, άλλα με χοντρόπετσα δέρματα, άλλα με πέλματα σταθερά, άλλα με νύχια γαμψά, άλλα με δόντια κοφτερά. Ύστερα τους έδωσε προτίμηση στην τροφή, τους διάλεξε δηλαδή τι να τρώνε. Άλλα χορτάρια, άλλα βοτάνια, άλλα ρίζες, άλλα καρπούς, άλλα φύλλα κι άλλα να τρώνε…άλλα ζώα. Και τα ζώα που τρώγονταν από άλλα ζώα τα έκανε να γεννούν δέκα δέκα τα μικρά τους ενώ τα άλλα που κανείς δεν τα πείραζε γεννούσαν λίγα μωρά και αραιά πολύ. Κι αφού μοίρασε όλες τις δυνάμεις αυτές υπέροχα και σοφά στα ζώα, ο Επιμηθέας έριξε μια ματιά γύρω του και είδε ότι είχε ξεχάσει ένα πολύ σημαντικό ζώο: τον άνθρωπο. Κι αυτόν τον είχε αφήσει χωρίς να του δώσει τίποτα. Ο Επιμηθέας είχε ακόμη μια φορά δικαιώσει το όνομά του. Γιατί, Επιμηθέας, σημαίνει αυτός που πρώτα κάνει κάτι και μετά το σκέφτεται.
Έρχεται ο αδερφός του ο Προμηθέας λοιπόν, κοιτά τα ζώα της ξηράς, της στεριάς, κοιτά του αέρα, όλα του φαίνονται σωστά καμωμένα! Κοιτάζει τον άνθρωπο και τι να δει; Γυμνός, χωρίς τρίχωμα, χωρίς παπούτσωμα, χωρίς νύχια γαμψά, χωρίς κανένα όπλο, χωρίς τίποτα.
Μα ήταν πια αργά. Ο Επιμηθέας είχε σπαταλήσει όλες τις δυνάμεις στα άλλα ζώα και για τον άνθρωπο δεν είχε μείνει τίποτα, καμιά δύναμη, κανένα εφόδιο. Κι όταν λίγο μετά, ήρθε η ώρα κι η στιγμή να βγει ο άνθρωπος στο φως του ήλιου και να ζήσει στη γη, ο Προμηθέας, προστάτης των ανθρώπων, έψαξε τη σωτηρία και τα όπλα του, έψαξε με τι θα τον προικίσει. Και έμαθε στους ανθρώπους να χτίζουν σπιτάκια για να προφυλάσσονται από τα κρύα και τα θηρία, να νικούν τις δυσκολίες, να καλλιεργούν τη γη, να κάνουν ένα σωρό πράγματα. Αλλά δεν του έμοιαζε αρκετό, κάτι του έλειπε…
Η παράδοση της φωτιάς στους ανθρώπους: Βλέποντας τους ανθρώπους απροστάτευτους στη φύση, απέναντι σε όλα τα προικισμένα ζώα με αυτές τις σπουδαίες δυνάμεις, ο Προμηθέας πηγαίνει στο Δία και του ζητεί τη φωτιά. «Φύγε από εδώ που θέλουνε και φωτιά οι άνθρωποι. Είδες κανένα άλλο ζώο να μου ζητήσει τη φωτιά;», τον αποπήρε.
Ο Προμηθέας όμως δεν το έβαλε κάτω, παιδιά. Επισκέπτεται το εργαστήρι του θεού Ήφαιστου στη Λήμνο, ένα πανέμορφο ελληνικό νησί, απ’ όπου παίρνει τη φωτιά κρυμμένη σε κάρβουνα αναμμένα και τη δίνει κρυφά στους ανθρώπους αλλάζοντας τη μοίρα τους και τη ζωή τους. Οι άνθρωποι με τη φωτιά έμαθαν να φτιάχνουν εργαλεία, να καλλιεργούν καλύτερα τη γη τους, να ζεσταίνονται τους χειμώνες, να μαγειρεύουν το φαί τους, να κάνουν θυσίες στους θεούς, να κάνουν ένα σωρό δουλειές.
Η οργή του Δία: Οργισμένος ο Δίας, όταν είδε τη φωτιά στους ανθρώπους, ζητεί από τον Ήφαιστο την αλήθεια. «Ο Προμηθέας την πήρε τη φωτιά», του ομολογεί εκείνος κι ο Δίας δένει τον Προμηθέα στους βράχους του Καυκάσου, του πανύψηλου βουνού, και στέλνει έναν τρομερό αετό να του τρώει κάθε μέρα τα σπλάχνα του. Καθώς όμως ο Προμηθέας ήταν αθάνατος, κάθε βράδυ γιατρευόταν και τα σπλάχνα του ξαναγίνονταν ολόκληρα.
Τριάντα χρόνια έμεινε δεμένος εκεί ο ήρωας των ανθρώπων, ο Προμηθέας, μέχρι που τον ελευθέρωσε ο Ηρακλής που σκότωσε τον αετό και έσπασε τις αλυσίδες του.
Πίνακας: Prometheus, του Dirck Van Baburen
Η ώρα της Πανδώρας (δες Η ιστορία της Πανδώρας): Ο Δίας βλέπει τους ανθρώπους να προοδεύουν, να γίνονται έξυπνοι, να γίνονται δυνατοί και ανησυχεί. Θέλει ακόμη να τους τιμωρήσει, δεν έχει ξεχάσει την ιστορία με τον Προμηθέα. Ζητεί λοιπόν από τον Ήφαιστο να του φτιάξει μια γυναίκα με ομορφιά θεϊκή. Είναι η ώρα της Πανδώρας, της πανέμορφης γυναίκας με όλα τα χαρίσματα των θεών. Ο Ερμής κατεβάζει την Πανδώρα στη γη, ο Επιμηθέας την παίρνει για γυναίκα του αλλά μαζί της παίρνει κι ένα πιθάρι για το οποίο του παραγγέλλει ο Ερμής «μην το ανοίξεις παρά μόνο με άδεια του Δία». Ο Επιμηθέας δεν το άνοιξε πράγματι. Το άνοιξε όμως η Πανδώρα και από μέσα του ξεχύθηκαν στον κόσμο όλα τα δεινά των ανθρώπων, οι αρρώστιες, το μίσος, η θλίψη, ο πόνος, ο θάνατος και η ελπίδα. Η απάντηση του Προμηθέα ήταν να μάθει στους ανθρώπους τα γιατρικά, τις πρώτες βοήθειες, τα βοτάνια και τα φάρμακα, τα μαθηματικά, τους υπολογισμούς, την αστρονομία και πολλές ακόμη επιστήμες και γνώσεις.
Ο Κατακλυσμός του Δευκαλίωνα: Ο Δίας επιδιώκει για ακόμη μια φορά την τιμωρία των ανθρώπων με έναν κατακλυσμό όπου θα εξαφανίσει το θρασύ ανθρώπινο γένος μια για πάντα. Ο Προμηθέας ενημερώνει τον γιο του Δευκαλίωνα, βασιλιά της Φθίας, για τις προθέσεις του Δία και τον προτρέπει να φτιάξει μια κιβωτό, να την γεμίσει με εφόδια και ζώα και να μείνει μέσα μαζί με την γυναίκα του την Πύρρα, μέχρι να περάσει το κακό. Οι καταρράκτες του Ουρανού άνοιξαν και η γη σκεπάστηκε με νερό ολάκερη. Εννιά μέρες ταρακουνιόταν η κιβωτός πάνω στα κύματα ώσπου τελικά προσάραξε στον Παρνασσό, το ξακουστό βουνό. Για άλλη μια φορά ο Προμηθέας έσωζε τους ανθρώπους από το τέλος.
Σημαντική πληροφορία
Ο αθάνατος Κένταυρος Χείρωνας, τραυματιζόμενος κατά λάθος από τον Ηρακλή, ζήτησε από τον Δία να δώσει την αθανασία του σε κάποιον άλλον ώστε να πεθάνει και να λυτρωθεί από τους φρικτούς πόνους που τον ταλαιπωρούσαν. Η αθανασία του δόθηκε στον…Προμηθέα.
Η σημασία του Προμηθέα
Ο Προμηθέας δεν ήταν εξαρχής θεός. Ανέβηκε όμως στον Όλυμπο με το…σπαθί του που λέμε, με τη δύναμη του νου του. Ο Προμηθέας από το όνομά του κιόλας, συμβολίζει τη διορατικότητα, την επινοητικότητα, τον άνθρωπο που αναλύει, ανασυνθέτει, σκέφτεται και δρα. Είναι ο άνθρωπος εκείνος που αμφισβητεί τη δύναμη (Δίας, θεοί) με τη θέληση, την πίστη και τις δράσεις του.
Ο Προμηθέας του Αισχύλου και το σύμβολο του
Στο έργο του Αισχύλου «Προμηθέας Δεσμώτης», ο Προμηθέας στο δεύτερο επεισόδιο (στίχοι 450-505) αναφέρει στο Χορό τα δώρα που χάρισε στους ανθρώπους για να τους βοηθήσει να αποφύγουν τον αφανισμό.
Τους έμαθε να χτίζουν:
«Τα πάντα έτσι ανάκατα σύγχυζαν, κι ούτε
πλιθόχτιστα προσήλια σπίτια ξέραν, ούτε
τα ξύλα να δουλέυουν, μα σ’ ανήλια σπήλια
χωσμένοι ετρύπωναν σαν τ’ αχαμνά μερμήγκια».
Τους δίδαξε την αστρονομία και τα σημάδια του ουρανού:
«Και ούτε χειμώνα εγνώριζαν βέβαιο σημάδι,
ούτε ανθοφόρας άνοιξης, ούτε του θέρους
του καρπερού κανένα, μα έτσι επορευόνταν
με δίχως κρίση, ώσπου τους έδειξα των άστρων
τις αξεδιάλυτες ανατολές και δύσεις».
Τους έμαθε μαθηματικά, γράμματα και το βασικότερο…να θυμούνται:
«Κι εγώ τον αριθμό, την πιο τρανή σοφία,
και των γραμμάτων τα συνθέματα τους βρήκα,
της μνήμης, της μητέρας των Μουσών, εργάτες».
Τους έδειξε να χρησιμοποιούν τα ζώα προς όφελός τους:
«Κι έζεψα πρώτος στο ζυγό τα ζώα σκυμμένα
κάτω από ζεύγλες και σαμάρια, για να παίρνουν
τους πιο μεγάλους πάνω τους κόπους του ανθρώπου».
Τους έμαθε την ιατρική:
«…κι η πιο μεγάλη – που αν κανείς ήθε αρρωστήσει,
δεν είχε αντίδοτο κανένα, ούτε να πάρει,
ούτε να πιει, ούτε αλειφτεί, και μαραινόταν
έτσι με δίχως γιατρικά, ώσπου εγώ πάλι
έδειξα τ’ ανεκάτωμα λογής φαρμάκων
την πάσ’ αρρώστια τους μ’ αυτά να πολεμούνε».
Και τις θυσίες προς του θεούς:
«Εγώ, και τι λογής τα σπλάχνα πρέπει να ‘ναι,
τι χρώμα να ‘χουν για ν’ αρέσουν στους θεούς τους
και της χολής και του λοβού τις τόσες όψεις•
Και τον ορυκτό πλούτο της γης:
«Μα έξω απ’ αυτά και τα κρυμμένα μες στα σπλάχνα
της γης, χαλκό και σίδερο, χρυσάφι, ασήμι,
του ανθρώπου βοηθήματα, ποιος από μένα
πως τα ήβρε πρώτος θενά πει; βέβαια κανένας,
εκτός να φλυαρεί αν θέλει έτσι του βρόντου».
Και όλες τις τέχνες:
«Και μ’ ένα λόγο σύντομο σου λέω να ξέρεις•
στον Προμηθέα χρωστούν οι άνθρωποι όλες τις τέχνες».
Λίγο πριν έχει ήδη αναφέρει ότι έσβησε από τους θνητούς το μέγιστο φόβο, το φόβο του θανάτου (στ.250: Τους έπαυσα στα μάτια εμπρός να ‘χουν το χάρο). Τι είναι λοιπόν ο Προμηθέας;
Ο Προμηθέας είναι η θέληση:
Στίχοι 265-269:
«Εύκολο είναι για κείνον που ‘χει έξω το πόδι
απ’ τα δεινά, να δίνει συμβουλές κι ορμήνειες
στο δυστυχή. Μα εγώ τα γνώριζα όλα τούτα.
Ήθελα κι έφταιξα- ήθελα! και δεν τ’ αρνιούμαι.
Για να βοηθήσω τους θνητούς, βρήκα εγώ πόνους».
Αυτός είναι ο Προμηθέας: το «ήθελα» και μαζί το «δεν το αρνούμαι». Ο άνθρωπος ο έντιμος, που δεν αποποιείται την ευθύνη, που δεν αποσύρει την επιλογή και την πράξη του, που έπραξε κι όσες φορές κι αν το ξανασκεφτεί ξέρει πως το ίδιο θα έπραττε. Ο Προμηθέας είναι ο ιδανικός άνθρωπος, ο απόλυτος πολίτης. Ο Προμηθέας αντιμετωπίζει τον έχοντα τη δύναμη, ρισκάροντας τον εαυτό του, μην έχοντας τίποτα να κερδίσει, μην έχοντας όφελος. Ο Προμηθέας είναι σύμβολο πολιτισμού, είναι σύμβολο ανθρώπινο. Είναι ο ήρωας των ηρώων. Είναι ο δημιουργός των ανθρώπων. Τιμωρείται. Υπομένει. Λυτρώνεται. Και ανεβαίνει στον Όλυμπο, στο επίπεδο των θεών.
Ως πατέρας του Δευκαλίωνα, του πρώτου θνητού βασιλιά πάνω στη γη, ως πατέρας του Δευκαλίωνα που θεωρείται ο γενάρχης των Ελλήνων και ως εκ τούτου όλων των ανθρώπων ο Προμηθέας είναι ο ίδιος ο δημιουργός των ανθρώπων, αυτός που τους έδωσε τη φωτιά, αυτός που τους την ανάβει στα στήθη.