Στο όμορφο αρχοντικό του λόφου ζούσε κάποτε ο κακότροπος τραπεζίτης Γρουσούμψιος Στριμψίδης. Αυτός λάτρευε την τάξη και την πειθαρχίαλ μισούσε θορύβους, φασαρία και ακαταστασία, ζώα, ζωάκια, ακόμα και τα μυρμηγκάκια. Όταν λοιπόν μια μέρα γύρισε από την τράπεζα και είδε στη στέγη του σπιτιού του μια χελιδονοφωλιά, έγινε έξαλλος. “Εγώ την έχτισα”, τόλμησε να του πει ο Λούλης Φτερούλης Χελιδονούλης!Αυτό ήταν. Ανέβηκε σε μια σκάλα και τον εκσφενδόνισε τυφλά σε κάποιο πολυσύχναστο πεζοδρόμιο.
Χαχα! Να τέλειωνε έτσι η γκαντεμιά κι η γκρίνια του καλά θα ήταν. Αμέσως μετά βλέπει στο συντριβάνι του ένα πράσινο βατραχάκι, ο Γλιστερούλης Πηδηχτούλης Σπαρακουάξ. Μην τα πολυλογούμε, την έκανε χοροπηδηχτός ο βάτραχος. Τα προβλήματα του Στριμψίδη όμως αρχίζουν να παίρνουν ρυθμό καταιγίδας. Γιατί μετά το χελιδόνι και τον βάτραχο θα ανταμώσει μια στρουθοκάμηλο στη στέγη του (του τραγουδά μάλιστα χτίζοντας τη φωλιά της “είμαι η Ερνεστίνα , στρουθοκαμηλίνα φίνα”) και έναν ιπποπόταμο να πλατσουρίζει στη λιμνούλα του (τον άκουσε μάλιστα την ώρα που στέγνωνε το σατέν σώβρακό του). Απογοητευμένος που δεν τα κατάφερε να τους απομακρύνει ικανοποιητικά, πήρε έναν υπνάκο. Βασικά ούτε μισό δεν πήρε. Πάνω από το κεφάλι του η Ερνεστίνα κι άλλες έξι στρουθοκάμηλοι χόρευαν τσα-τσα στο φεγγαρόφωτο υπό τη συνοδεία cd player παρακαλώ καθότι πάρτι γενεθλίων της Ερνεστίνας. Όχι! Δε θα ησυχάσει ποτέ και πουθενά. Γιατί ακολούθησε η επέτειος του ιπποπόταμου με τους φίλους του. Ο κακός χαμός γίνεται! “Μα γιατί διαλέξατε το δικό μου σπίτι;” αναρωτιέται και με το δίκιο του ο Στριμψίδης. “Γιατί σε όλα τα άλλα σπίτια μένουνε χελιδονάκια στην αυλή και βατραχάκια στη λιμνούλα”! Ντόινγκ! Ο Γρουσούψιος Στριμψίδης τρελάθηκε! Κι άρχισε έναν πραγματικό αγώνα δρόμου για να βρει το χελιδωνάκι και το βάτραχο και να τα φέρει πίσω… Θα τα καταφέρει; Ή θα πέσει πάλι θύμα του γνωστού κακού του εαυτού;
Γέλασα όσο με λίγα βιβλία (τελευταία φορά που μου φάνηκε πολύ αστείο και έξυπνα χιουμοριστικό ήταν “Τα μεγάλα ψέματα του μικρού Ερμή”). Ο Ευγένιος Τριβιζάς βάζει στη μύτη του μολυβιού και του πληκτρολογίου του έναν μουρτζούφλη γκρινιάρη (οι τραπεζίτες είναι πολύ καλά παιδιά κατά τ’ άλλα…) που μισεί κάθε ζωντανή ύπαρξη που κάνει μεγαλύτερο θόρυβο του θροίσματος των φυλλωσιών. Αυτός ο ομφάλιος λώρος που έχει κοπεί με το περιβάλλον, μπλέκει τον ήρωα της ιστορίας σε μπελάδες. Ίσως οι μπελάδες που βρίσκουν έναν τέτοιον άνθρωπο δεν είναι ο στρουθοκαμηλιστικός χορός στη στέγη ή η επέτειος των ιπποπόταμων αλλά οι συμβολισμοί είναι πέρα για πέρα άρρηκτα δεμένοι με την πραγματικότητα. Πασπαλίζοντας με κάμποσες στιγμές παραπάνω από καλού χιούμορ, η ιστορία ακροβατεί εκεί ακριβώς που συνηθίζει κι ο συγγραφέας. Από πάνω ταξιδεύεις και γελάς, κάτω από το πέπλο σε περιμένει όχι μηνύματα και ηδικοδιδακτικές ανοησίες, αλλά ένα δεύτερο επίπεδο που αν θες να το εξερευνήσεις, θα ‘χεις να πεις κάμποσα με το μικρό, μεγάλο παιδί σου.
Η εικονογράφηση του Λάμπρου Κατσαντώνη κινηματογραφική, καρτουνίστικη. Κάτι μου λέει ότι ο εικονογράφος μόλις διάβασε την ιστορία σκέφτηκε αυτό που καρφώθηκε και μένα: “Μα αυτό είναι για animation”. Και κατά τη γνώμη μου είναι μια πολύ ταιριαστή στο ύφος του βιβλίου εικονογράφηση.
Η έκδοση συνοδεύεται από αρκετά φύλλα εργασίας και απασχόλησης.
ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ | |
---|---|
Τίτλος: | Ο χορός των Στρουθοκαμήλων |
Συγγραφέας: | Ευγένιος Τριβιζάς |
Εικονογράφηση: | Λάμπρος Κατσαντώνης |
Εκδόσεις: | Μίνωας, 2015 |
ISBN: | 978-960-481-348-3 |