Ένας χιονάνθρωπος που φτιάχτηκε με μεγάλο ενθουσιασμό και πολύ μεράκι. Είχε πάνω του μάλλον ό,τι και όλοι οι άλλοι χιονάνθρωποι, ίσως τίποτα παραπάνω και πιθανόν τίποτα λιγότερο. Ίσως όμως αν τον πρόσεχες καλύτερα να παρατηρούσες και κάτι διαφορετικό. Ήταν πολύ…πως να το πω…πολύ…ψείρας, βρε αδερφέ μου! Είχε μια μύτη με πέντε πορτοκαλί αστεράκια περασμένα σ’ ένα σιδεράκι του συρραπτικού, δύο γαρύφαλλα για μάτια, ένα λεπτό μακαρονάκι για στόμα, τρία καλαμποκάκια για κουμπιά (σου είπαμε να τα μαγειρέψεις; , ας είναι και ωμά), ένα κομματιασμένο καλαμάκι για σκούπα, ένα χάρτινο ψευτοκαπέλο να αποκτήσεις στυλ και χάρη και τέσσερις μάλλινες κλωστές για κασκόλ, να τον προστατεύουν από το κρύο του χειμώνα. Και έστεκε εκεί σε μια γωνιά. .. Ήταν κι αυτός ένας χιονάνθρωπος τόσο ίδιος μα και τόσο διαφορετικός! Και περίμενε πότε θα λιώσει επιτέλους, πότε θα έρθει το κύμα να τον πάρει, να πάει στο σπίτι του, πίσω στο βυθό της θάλασσας. Μιας κι αυτός δεν ήταν φτιαγμένος σαν τους άλλους από χιόνι, αλλά από χοντρό θαλασσινό αλάτι. Ήταν ένας άλλος χιονάνθρωπος. Τόσο ίδιος. Και τόσο διαφορετικός. ΥΓ: Ασφαλώς και δε χρειάζεται να λιώσει ο χιονάνθρωπός μας. Τον φτιάχνουμε απλά από πηλό (πλαστελίνη), ατλακόλ και ενδεχομένως ρύζι ή και γιατί όχι σουσάμι! ΥΓ2: Είναι περασμένος σε σύρμα πίπας για να μπορείς να τον κρεμάσεις αν θες.