Μια ιστορία σαν παραμύθι
Εκεί που αρμένιζα με το βαποράκι μου χαζεύοντας τα σύννεφα που παίρνανε διάφορα σχήματα, άλλοτε απειλητικά κι άλλοτε χαρούμενα, πέρασε δίπλα μου -γιατί το βαπόρι μου είναι κοντό κι έχει κάτι σαν μπαλκονάκι που μόλις που ξεπερνά το ύψος μια νεραντζιάς- ένα βαρκάκι με πανί. Μικρή βάρκα που με το ζόρι σήκωνε έναν μαντράχαλο. Ο παίδαρος με χαιρέτισε κι εγώ έκανα βουου με το φουγάρο. Μετά ξανά και ξανά μας τριγύριζε εκείνο το καΐκι κι ο καπετάνιος με χαιρέταγε με ένα φαρδύ, καλοσυνάτο χαμόγελο. Τότε πρόσεξα ότι αυτό το βαρκάκι έσερνε κάτι σαν υποβρύχιο, σαν θαλάσσιο τέρας, σαν υπόγειο νησί ή πλωτή σπηλιά. Περίσσευε ένα ήσυχο κοτσάνι σαν καλάμι, σαν περισκόπιο ή σαν προβοσκίδα θαλάσσιου ελέφαντα. Γεμάτος περιέργεια είπαμε να πιούμε ένα κρασί στο πρώτο νησί που θα αράζαμε (στου Ψυρρή). Τις συστάσεις έκανε μια άλλη γοργόνα που συνήθως δεν ξεκουνιέται από τα νερά της αλλά μας έκανε τη χάρη να αφήσει για λίγο το νησί της που ήταν γεμάτο άλογα και κότες. Μετά το κρασί και τα μπακλαβαδάκια ο καπετανάκος λέει:
– Nα σας διαβάσω ένα παραμύθι.
-Ωραία λέω εγώ, που ήλπιζα έτσι να πάρω έναν υπνάκο.
Διάβαζε, διάβαζε κι αντί να αποκοιμηθώ τσιτώθηκα και δεν ήθελα να χάσω λέξη από τα παραμύθια.
-Ωραία, του λέω, να τα βγάλεις σε κανένα βιβλίο.
-Τα έχω ήδη εκδώσει βιβλία με εικονογράφηση, είπε ο Αντώνης.
-Καλά και πως σε λένε; ρώτησα.
-Αντώνη Παπαθεοδούλου. Xαίρω πολύ.
Κοκκίνισα από την ντροπή μου που δεν ήξερα ότι εκείνος ο ιστιοπλόος ήταν ο ίδιος ο παραμυθάς που τόση ώρα μου έπαιζε τα παραμύθια του.
Παπαθεοδούλου… Παπα-θεο-δούλου. Παπαθεοδούλου!
Ο Αντώνης Παπαθεοδούλου έφυγε γιατί σηκώθηκε αέρας και η βάρκα του ήτανε αρόδο. Η Μυρτώ σχεδίαζε το διερχόμενο μουλάρι του ψαρά και δεν πρόσεξε ένα στρατιωτάκι που έπεσε από την τσέπη του Αντώνη και είχαν ξεφτίσει τα χρώματά του. Το βούτηξα γρήγορα-γρήγορα αλλά της το έδωσα γιατί είχε πολλή λεπτοδουλειά για να το ξαναβάψεις και θα μου σπαγαν τα νεύρα.
Τα κορίτσια έχουν υπομονή.
Αλέξης Κυριτσόπουλος
για το elniplex Ιούνιος 2014