Κάθε Χριστούγεννα μια πιατέλα χρυσαφιού μας περίμενε στο παλιό σερβάν του δωματίου. Η γιαγιά είχε φροντίσει να είναι πάντα έτοιμες οι αγαπημένες μας δίπλες, ένα μεσσηνιακό γλυκό από απλά σπιτικά υλικά. 5 αυγά, 2 βανίλιες, 1 κουταλιά σόδα σε μισό ποτηράκι ούζο και όσο αλεύρι ζητήσει το μείγμα σας ωστε να γίνει μια όμορφη ζύμη, όχι ζουμερή, όχι σκληρή. Αν έχεις το μηχάνημα που απλώνει το φύλλο η ζωή σου γίνεται πιο εύκολη. Η γιαγιά τα ζύμωνε και τα άπλωνε όλα μόνο, με εκείνο το ξύλο που άνοιγε το φύλλο στο πι και φι (εμείς το βλέπαμε έτσι). Τα παραπάνω υλικά βγάζουν κάπου 50 δίπλες. Όταν γίνει η ζύμη μας, βάζουμε μπρος το τηγάνι. Κάθε κομμάτι που έχουμε κόψει το πετάμε στο τηγάνι, αυτό ζωντανεύει αμέσως και σε 2-3 δευτερόλεπτα το διπλώνουμε στα 3 (κάποιες φορές χρειάζεται και τέταρτο δίπλωμα) εξού και το όνομα “δίπλες”. Το πολύ κίτρινο χρώμα που βλέπετε παρακάτω είναι το μικρό μυστικό της επιτυχίας…Ας μαντέψουν οι αναγνώστες που οφείλεται…
Μια μικρή μπάλα από ζύμη σου δίνει περίπου 3 δίπλες.
Τα κομμάτια που προκύπτουν από κάθε μικρή μπάλα ζυμαριού κόβονται στα τρία συνήθως. Όταν κοπούν όλα, είμαστε έτοιμοι για τηγάνι.
Εδώ χρειάζεται μπόλικη εξάσκηση και μερικές τρανταχτές αποτυχίες για να μπεις στο σωστό δρόμο. Η ζύμη πετιέται στο τηγάνι αλλά σφίγγει πριν καν το καταλάβεις. Κάπου στα 3-4 δευτερόλεπτα επεμβαίνεις με τα πιρούνια σου και τη διπλώνεις δυο φορές (κάποτε και 3) ώστε να προκύψουν 3 διπλώματα (τρεις πτυχές). Στους γάμους που γίνονταν παλιά, οι νοικοκυρές ετοίμαζαν τις δίπλες σε μεγάλα τηγάνια τηγανίζοντας τρεις και τέσσερις μαζί.
Όταν βγουν από το τηγάνι, οι δίπλες είναι ένα…τίποτα ακόμα. Ένα αλμυρό ζυμάρι διπλωμένο μέσα στο οποίο μπορείς να τυλίξεις πολλά…
Μόνο όταν βουτηχτούν στο μέλι και πασπαλιστούν με κοπανημένο καρύδι, το εκπληκτικό μείγμα μας γίνεται η γνωστή, παραδοσιακή δίπλα. Ένα γλυκό βγαλμένο από τη φτώχεια της παλιάς μεσσηνιακής (και ελληνικής) γης. Είχαν αβγά από τις κότες, λάδι απ’ τις ελιές, αλεύρι από το θέρισμα. Προέκυψαν οι δίπλες. Υπέροχες πάντα. Αρκεί να μην τις πάρεις από ζαχαροπλαστείο. Έχασες πικρά εκεί…
Η γιαγιά Άννα έχει φύγει από κοντά μας από το 1993. Κοιτώντας τη φωτιά, μετά τις δίπλες, τη φέραμε κοντά μας, όπως τότε που καθότανε μαζί μας στο τζάκι. Είναι τα γλυκά της, οι ιστορίες, οι παροιμίες και οι μνήμες που τη φέρνουν πάντα κοντά μας…