Ο Μπάμπης Βελισσάριος και ο Αιμιλιανός Σταματάκης μας μιλούν με αφορμή τη μουσική παράσταση Moby Dick του Χέρμαν Μέλβιλ, σε λιμπρέτο και μουσική σύνθεση του Δημήτρη Παπαδημητρίου και σκηνοθεσία Γιάννη Κακλέα.
Μπάμπης Βελισσάριος, ένας καλλιτέχνης που με εκρηκτική φωνή, την υποβλητική παρουσία και το ήθος που τον χαρακτηρίζει σε καθηλώνει με τις γεμάτες ένταση και συναισθήματα ερμηνείες του και σε ταξιδεύει όπου εκείνος αποφασίσει κάθε φορά. Από τον Αττίκ στον Θεοδωράκη και από τον Πολυκανδριώτη πίσω στον Mozart.
Αιμιλιανός Σταματάκης, ένας νέος καλλιτέχνης που ακροβατεί με απόλυτη ισορροπία μεταξύ της κλασσικής- λυρικής ερμηνείας και της ροκ απόδοσης. Ένα ερμηνευτής που έχει τραβήξει το ενδιαφέρον πολλών ανθρώπων της μουσικής στην Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό. Ένας ολοκληρωμένος performer ο οποίος παρ’ όλη τη δυναμική του παρουσία, παραμένει ένα «ντροπαλό παιδί».
Συνέντευξη στην Κατερίνα Γούδα για λογαριασμό του ELNIPLEX
“Moby Dick” του Χέρμαν Μέλβιλ, ένα αριστούργημα της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Πώς αισθάνεστε που θα είστε κομμάτι της μεταφοράς του στη σκηνή όπου καλείστε να ενσαρκώσετε δύο από τους πρωταγωνιστικούς ρόλους, του Καπετάνιου Αχαάβ και του Ισμαήλ αντίστοιχα;
Αιμιλιανός Σταματάκης: Ας ξεκινήσουμε από εμένα που εισάγω το έργο, είμαι ο αφηγητής. Ο ήρωας που έχω την τιμή να βάλω στο στόμα μου τα λόγια του είναι ο Ισμαήλ, που θεωρείται μετά από πολλά χρόνια μελέτης του έργου, πως είναι ο ίδιος ο Μέλβιλ. Μια από τις διασημότερες φράσεις όλων των εποχών στην ανθρωπότητα είναι το “Call me Ismael” (Φώναζέ με Ισμαήλ). Τα λόγια και η γραφή ενός ήρωα που ουσιαστικά είναι ο ίδιος ο συγγραφέας ο οποίος έχει βιώσει καταστάσεις και θέλησε να τις καταγράψει σε αυτό το έργο. Η ιστορία έχει να κάνει με έναν περιπλανητή, έναν ταξιδιώτη ο οποίος έχει τη λαχτάρα της θάλασσας μέσα του και αποφασίζει να μπει μέσα σε ένα καράβι και να ζήσει το κυνήγι της φάλαινας.
Σε εμάς σήμερα ακούγεται κάπως περίεργο. Τι είναι αυτό το κυνήγι της φάλαινας, γιατί να κυνηγήσουμε φάλαινες; Αλλά θα πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι το 1820 η φάλαινα αποτελούσε το χρυσωρυχείο της ανθρωπότητας παγκοσμίως. Μέσω της φάλαινας φωτίζονται οι πόλεις τους, είναι η πηγή ενέργειας ουσιαστικά των πόλεων και χρηματιστηριακά είναι το Νο1. Ο άνθρωπος δεν μπορούσε να σκάψει τη γη για να βρει πετρέλαιο, έπρεπε να κυνηγήσει τη φάλαινα.
Έτσι, λοιπόν, ο Μέλβιλ- Ισμαήλ μπαίνει σε ένα καράβι και θα αφηγηθεί μια τρελή περιπέτεια, πολύ παραμυθικά φτιαγμένη, για έναν άντρα που ως ταχυδακτυλουργός και κινητήρια δύναμη μαζών έχει τη δυνατότητα να τραβήξει τους άντρες του σε ένα τρελό μυθικό κυνήγι του Λεβιάθαν- του τέρατος του Θεού. Αυτός λοιπόν είναι ο Αχαάβ, και ο ρόλος ο οποίος θα ενσαρκώσει ο Μπάμπης. Ο Ισμαήλ είναι ο μόνος που θα μείνει ζωντανός και θα μείνει ακριβώς για να αφηγηθεί τις μηχανορραφίες του Οδυσσέα- Αχαάβ του 1820.
Μπάμπης Βελισσάριος: Είναι πολύ εντυπωσιακό πως ο Αχαάβ συγκεντρώνει στο πρόσωπό του μυθικές και όχι μόνο μορφές, από την αρχαία τραγωδία μέχρι τον Σαίξπηρ, από την Παλαιά Διαθήκη αλλά και στοιχεία άλλων θρησκειών, είναι ανάμεσα στο καλό και στο κακό. Υπάρχει αυτή η νοητή γραμμή που λέγεται όριο και γι’ αυτόν το όριο είναι ο Moby Dick, τίποτε άλλο. Σε αυτό το ταξίδι συμπαρασύρει και άλλους 25- 30 ανθρώπους. Μοναδικός του σκοπός να ξεπεράσει το όριο.
Φαίνεται να έχετε μελετήσει βαθιά τους χαρακτήρες που ενσαρκώνετε και μεταφέρετε την ατμόσφαιρα του έργου στη συζήτησή μας. Είσαστε μέλη ενός πληρώματος στη σκηνή αλλά λειτουργείτε άψογα και εκτός αυτής. Ο ένας πιάνεται από τα λόγια του αλλού και συνεχίζει. Μου δίνετε μια αφορμή να πω πως… φαίνεται να κάνετε καλά τη δουλειά σας…
Αιμιλιανός: Η συζήτηση σε οδηγεί πάντα κάπου, τροφοδοτεί τη σκέψη της στιγμής. Το χρησιμοποιούμε και στην υποκριτική. Όταν μιλάς τώρα, σκέφτεσαι τώρα, οπότε αυτό γεννάει την σκέψη. Όπως έλεγε και ο Ηράκλειτος “θέση –αντίθεση- σύνθεση”. Δεν γίνεται εάν δεν πάρουμε ερεθίσματα ο ένας από τον άλλο να καταλήξουμε εκεί που θα μας οδηγήσει η στιγμή.
Μπάμπης: Το ευχόμαστε.
Δημήτρης Παπαδημητρίου – Γιάννης Κακλέας . Πώς είναι να σας διδάσκουν, να σας καθοδηγούν, να σας ανοίγουν το μυαλό σε νέα ερεθίσματα;
Μπάμπης: Ήταν η πρώτη φορά που συνεργαζόμαστε με τον Γιάννη Κακλέα, πρώτη φορά που ήρθαμε κοντά. Είχα ακούσει πολλά για εκείνον, αλλά όπως πάντα ό,τι ακούω για κάποιον που δεν γνωρίζω το κρατάω στο πίσω μέρος του μυαλού μου περιμένοντας να το δω, να το ζήσω. Οφείλω να πω πως ο Δημήτρης Παπαδημητρίου με είχε καθησυχάσει, όταν πήρα το ρόλο και είδα την υποκριτική και την πρόζα που χρειαζόταν, στοιχεία κατά κάποιο τρόπο ξένα για την μέχρι τώρα ενασχόλησή μου με την όπερα, τη μουσική, το τραγούδι.
Πολλές φορές, ενώ καταλαβαίνω τις τεχνικές του και τις αποδέχομαι φυσικά γιατί με έχουν βοηθήσει, υπάρχουν και αυτές οι φορές που έψαχνα να βρω γιατί μου λέει όλα αυτά που μου λέει, γιατί μου τα δείχνει με συγκεκριμένο τρόπο. Όταν επάνω στη σκηνή έβλεπα το αποτέλεσμα και κέρδιζα κάτι, μόνο τότε καταλάβαινα. Ακόμα μια νίκη, μια τεχνική του σκηνοθέτη, Αυτό είναι που τον κατατάσσει, στα δικά μου μάτια, ως έναν από τους σημαντικότερους σκηνοθέτες. Είναι πολύ μεγάλη χαρά που συνεργαζόμαστε.
Αιμιλιανός: Είναι μεγάλη ιστορία. Φέτος είναι η 4η φορά που συνεργάζομαι με τον Γιάννη Κακλέα, οπότε δε θα μείνω καν στο κομμάτι της σκηνοθετικής δημιουργίας, γιατί δεν θα συνεργαζόσουν αν δεν πίστευες στο όραμα κάποιου ανθρώπου. Εκεί που θα σταθώ γιατί το θεωρώ εξαιρετικά σημαντικό, σε μια εποχή που μας λείπει η κατάρτιση και η τεχνική, μοιάζει στα μάτια μου ο Γιάννης Κακλέας ως ένας από τους λίγους ανθρώπους που έχουν απομείνει και έχουν την απόλυτη γνώση της μηχανής του θεάτρου. Δηλαδή κατανοεί πως κινείται η αλυσίδα προκειμένου να κάνει τόσους ανθρώπους, σε μεγάλες παραγωγές να λειτουργήσουν για ένα άρτιο αποτέλεσμα. Είναι συγκεκριμένη αυτή η γνώση και δεν την κατέχουν πολλοί. Χαίρομαι πάντα να συνεργαζόμαστε γιατί κάνουμε αναλύσεις που θα μας οδηγήσουν να βρούμε πράγματα που μπορεί να μην τα χρησιμοποιήσουμε άμεσα αλλά επειδή τα έχουμε στο πίσω μέρος του μυαλού μας, βγαίνουν στην ενέργειά μας πάνω στη σκηνή.
Ο Δημήτρης Παπαδημητρίου είναι ένας άλλος κολοσσός της δημιουργίας. Αυτός που είχε το αρχικό όραμα, αυτός που έχει γράψει τη μουσική και το λιμπρέτο σε ένα τόσο μεγάλο έργο. Κάτι που είναι πολύ δύσκολο και θεωρώ πως έχει κάνει μια εξαιρετική δουλειά στο να φανταστεί σαν παιδί αυτό το έργο και να το κάνει λόγια και μουσική με τέτοιο τρόπο που θα έλεγες πως αν το έργο του Μέλβιλ είχε μουσική θα ήθελες να ήταν αυτή.
Μπάμπης: Ο τρόπος που δουλεύω είναι ο εξής. Θέλω να ξεκινήσω χωρίς να γνωρίζω πολλά πράγματα. Το βιβλίο το ξεκίνησα αρχές Ιανουαρίου και το ολοκλήρωσα τώρα. Ήθελα τον πρώτο καιρό, να το γνωρίσω μόνο διαβάζοντας το λιμπρέτο και ακούγοντας τη μουσική του Δημήτρη. Αφού ο ρόλος μπήκε σε μια σειρά και ολοκληρώθηκε και η σκηνική μου δραστηριότητα, με βοήθησε να διαβάσω μετά το βιβλίο.
Ο Δημήτρης Παπαδημητρίου είναι ένας πολύ μορφωμένος άνθρωπος. Θα μπορούσε να είναι νομικός, λογοτέχνης, θα μπορούσε να είναι πολλά πράγματα, τον κέρδισε όμως η μουσική. Ήταν εξαίρετος μουσικός πριν περάσει στη σύνθεση. Νομίζω πως με αυτό το έργο ολοκληρώνονται όλα τα χαρακτηριστικά που είχε στη ζωή του. Ο Δημήτρης έχει μια ικανότητα να γράφει ωραία μουσική, ωραίες μελωδίες, όμως σε αυτό το έργο έχει μπει βαθιά στη φιλοσοφία του Μέλβιλ, του Αχαάβ, του Ισμαήλ και όλων των προσώπων του έργου. Έχει μελετήσει κάθε ρόλο και έχει ψάξει να βρει τι κρύβεται πίσω από αυτόν. Για αυτό θεωρώ, όχι για να ευλογήσω τα γένια μου, πως αυτό το έργο είναι πιο κοντά στον Μέλβιλ από οποιαδήποτε άλλη μεταφορά του.
Αιμιλιανός: Το έχει μελετήσει όσο λίγοι.
Μπάμπης: Ο Ισμαήλ είναι ο Μέλβιλ αλλά και ο Δημήτρης είναι ο Μέλβιλ, ο Γιάννης είναι ο Μέλβιλ. Αυτό είναι το σημαντικό σε αυτή την παραγωγή.
Αιμιλιανός: Συμφωνώ. Θυμάμαι πριν δυο χρόνια είχαμε συναντηθεί με τον Δημήτρη Παπαδημητρίου για να μιλήσουμε για το έργο, ήταν η πολλοστή φορά που το είχε διαβάσει και είχε πάρει την απόφαση να το κάνει, είχε μπει μέσα στο αίμα του.
Μπάμπης: Δεν είναι η πρώτη φορά που συνεργαζόμαστε με τον Δημήτρη Παπαδημητρίου. Αυτό που πιθανόν να μην ξέρεις είναι ο λόγος που βρεθήκαμε με τον Δημήτρη. Με γνώριζε από παλαιότερες συνεργασίες που είχαμε κάνει στη Στέγη με τραγούδια του Κώστα Μάκρα, συναντηθήκαμε λοιπόν στα μέσα Μαΐου και μου προτείνει τον ρόλο του β’ υποπλοίαρχου στο Moby Dick.
Αφού μελέτησα το υλικό και το ηχογραφήσαμε, προέκυψε η συνεργασία με το “Λόγω τιμής, 20 χρόνια μετά” και το υπέροχο τραγούδι “Όταν όλα περάσουν” σε ποίηση του Μανώλη Αναγνωστάκη.
Στη συνέχεια έρχεται ο ρόλος του Φράτε Λεόνε από τον “Φτωχούλη του Θεού” του Καζαντζάκη στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά. Υπήρχε μια όμορφη διαδοχή πραγμάτων που τελικά μας οδήγησε στον Αχαάβ. Μέσα στην πορεία της συνεργασίας μας με τον Δημήτρη Παπαδημητρίου κατάλαβα τη σχέση του με τη θρησκεία και τα μηνύματα που ίσως ήθελε να περάσει, όπως ο Καζαντζάκης και ο Μέλβιλ.
Το κείμενο του Μέλβιλ αποτελεί μια θεοσοφική- φιλοσοφική αναζήτηση στους σκοτεινούς λαβύρινθους που ταξιδεύει ο άνθρωπος, μια αναζήτηση της αυτογνωσίας του. Αιμιλιανέ, έχεις πρωταγωνιστήσει σε έργα που προσδιορίζονται από θρησκευτικές ανησυχίες…
Αιμιλιανός: Φιλοσοφική θα έλεγα. Γιατί αυτή είναι η ανάγκη του ανθρώπου να αναρωτιέται για το μετά και για το φόβο και την άγνοια για τον θάνατο οδηγείται στον θεό. Με επιλέγουνε για τους συγκεκριμένους ρόλους για καλλιτεχνικούς λόγους. Δεν έχουν να κάνουν με κάποια βαθιά δική μου ανάγκη σε αυτό το κομμάτι. “Εκμεταλλεύομαι” αυτές τις ευκαιρίες για να μπω στο ταξίδι και να ανακαλύψω αυτά που έχει να μου προσφέρει.
Είσαι άνθρωπος που χρειάζεσαι τη δημιουργία για να αποδόσεις. Δεν μπαίνεις σε ένα ρόλο και απλά ακολουθείς τις εκάστοτε οδηγίες. Μπαίνεις σε ένα ρόλο και κάπου εκεί βρίσκεις τον Αιμιλιανό…
Αιμιλιανός: Υπάρχουν σκηνοθέτες που απλά σε αφήνουν να δημιουργήσεις, υπάρχουν άλλοι που ζητούν πολύ συγκεκριμένα πράγματα. Αυτό δεν εξαρτάται από εσένα, αλλά από τον τρόπο που λειτουργούν τα πράγματα σε κάθε έργο. Αυτό που θα ήθελα για τη δουλειά μας είναι ο ηθοποιός ο οποίος δημιουργεί και όχι απλά ακολουθεί. Οι οδηγίες του σκηνοθέτη είναι για να σε καθοδηγήσουν σε ένα μονοπάτι, να σου ανοίξουν τα παράθυρα από τα οποία εσύ θα μπορείς να κοιτάζεις. Στην Ελλάδα έχει παρεξηγηθεί πολύ αυτό, οπότε ιδανικά και ο τρόπος που τείνω να λειτουργώ είναι συνδημιουργικά, να κάνω αυτό που εμπνέομαι και ο σκηνοθέτης θα το αγοράσει ή όχι.
Ηθοποιοί, τραγουδιστές, ερμηνευτές; Τι είστε τελικά;
Αιμιλιανός: Είμαι ό,τι οι άλλοι επιλέξουν να με βάλουνε να κάνω χωρίς να χρειάζεται να βάζουμε ταμπέλες σε όλα.
Για εμένα είναι ό,τι γουστάρω κάθε στιγμή, δεν χρειάζεται να επιλέγω και να πω είναι αυτό. Η τέχνη δεν είναι μόνο μια μορφή έκφρασης. Ας με χαρακτηρίσουν ό,τι θέλουν.
Μπάμπης: Τα τελευταία χρόνια έχω καταλήξει σε ένα συμπέρασμα και αυτό με έχει βοηθήσει και στις σχέσεις μου στη δουλειά. Το μόνο που έχει να κάνει ένας άνθρωπος, όπως είναι ο Αιμιλιανός, εγώ, ο καθένας μας σε αυτή τη δουλεία, είναι να δουλεύει, να μελετάει, να στοχοπροσηλώνεται ως προς την προσωπική του ανάπτυξη. Το τι θα πάρει η τέχνη από τον καθένα μας θα το επιλέξει η ίδια και μόνο εκείνη.
Έχουμε μάθει να βάζουμε μια ταμπέλα στα πάντα.
Μπάμπης: Το σύστημα όλο αυτό, το αξιακό, καπιταλιστικό, δουλεύει με αυτό τον τρόπο, δεν θέλει την ομάδα, θέλει τη μονάδα, να σε κατατάξει, να σε ευνουχίσει, να σε υποτάξει πιο εύκολα.
Η τέχνη δεν είναι όμως έτσι. Δεν είναι μόνο λογοτεχνία, θέατρο, μουσική, είναι ένα σύνολο πραγμάτων.
Αιμιλιανός: Αυτό ακριβώς. Η τέχνη είναι δημιουργία. Το θέατρο δεν το κάνουμε γιατί μας έχει ανάγκη, το κάνουμε γιατί το έχουμε ανάγκη εμείς. Είναι παρεξηγημένα τα πράγματα.
Μπάμπης: Ακριβώς
Θοδωρής Βουτσικάκης, Ivan Svitailo και Ορφέας Ζαφειρόπουλος. Πώς είναι η συνεργασία σας με τους άλλους τρεις πρωταγωνιστές;
Μπάμπης: Δεν είναι τρεις είναι δεκατρείς (Γέλια).
Αιμιλιανός: Με τον Ivan έχουμε ξανασυνεργαστεί, είναι χαρά να βλέπεις έναν άνθρωπο γεμάτο ενέργεια να βουτάει με θάρρος μέσα στη σκηνική δημιουργία. Ο Ορφέας είναι από τους ανθρώπους που πραγματικά μπαίνει στο χώρο και οι άνθρωποι γύρω ηρεμούν.
Έχει την ενέργεια του ανθρώπου που σου λέει όλα θα γίνουν, είναι ήρεμη δύναμη και ξαφνικά όταν πατήσει το πόδι του επάνω στη σκηνή αισθάνεσαι μια συγκίνηση.
Με τον Θοδωρή είμαστε ηλικιακά πολύ κοντά, σε πολλά από αυτά που ασχολούμαστε είμαστε κοντά, είμαστε παρόμοιοι και πολλές φορές κάνουμε πλάκα του τύπου… “που θα οδηγήσει αυτό το πράγμα”. Είναι σαν να είμαστε δυο κόπιες. Είναι πολύ αστείο.
Xαράζετε τον μουσικό σας δρόμο παράλληλα με προσήλωση, ήθος και ευαισθησία. Είσαστε τόσο κοντά και οι τρεις αλλά και τόσο διαφορετικοί. Ο ένας φαίνεται να είναι το κομμάτι του άλλου που λείπει και το συμπληρώνει.
Αιμιλιανός: Μακάρι να συμβαίνει αυτό.
Ίσως αυτό ακριβώς να ήθελε να κάνει ο Δημήτρης Παπαδημητρίου. Να συνδυάσει την επιβλητική τρέλα –Μπάμπης, με μια παρακλητική καλοσύνη- Θοδωρής και μια αθώα περιέργεια- Εγώ, για να αφηγηθεί το έργο του Μέλβιλ. Αυτό είναι που εκφράζεται στις φωνές μας.
Μπάμπης: Ο Ορφέας είναι ακριβώς αυτό που περιέγραψε ο Αιμιλιανός, μια ήρεμη δύναμη, που υποκριτικά παρατηρώ για να πάρω πράγματα. Με τον Ivan, όταν χρόνια πριν ήταν στο μπαλέτο της λυρικής, ήμασταν κατά κάποιο τρόπο συνάδελφοι. Είναι η χαρά της ζωής και για το ρόλο είναι αυτό που λέμε … ταμαμ. Είναι πολύ συγκινητικός ο τρόπος που έχει δουλέψει το ρόλο, σαν να είναι η πρώτη του δουλειά και αποκαλύπτεται μια πλευρά του ως τραγουδιστής.
Πρώτες δουλειές;
Μπάμπης: Ξεκίνησα ως μουσικός σε λαϊκά μαγαζιά ενώ πήγαινα σχολείο. Αφού τελείωσα το σχολείο και σπούδαζα στη δραματική σχολή συνόδευα σε λαϊκά κέντρα τη Βίκυ Μοσχολιού, τον Μίμη Πλέσσα και άλλους. Το τραγούδι το βρήκα αργότερα. Το θέατρο έμεινε στο επίπεδο της σχολής, μέχρι σήμερα. Το Moby Dick είναι ό,τι πιο κοντινό στο θέατρο έχω κάνει μέχρι τώρα.
Μπάμπη πρώτη φορά σε μιούζικαλ;
Μπάμπης: Ναι. Ο Φτωχούλης του Θεού είχε πολλή μουσική αλλά δεν ξέρω πώς να το περιγράψω, σε ποιο μουσικό είδος ανήκει. Εκεί έκανα τον τραγουδιστή Φράτε Λεόνε, οπότε δεν χρειαζόταν ιδιαίτερα η υποκριτική.
Στο ενεργητικό σου φιγουράρουν μεγάλα ονόματα του ελληνικού πενταγράμμου. Θανάσης Πολυκανδριώτης, Μίμης Πλέσσας, Γιάννης Κούτρας, Βίκυ Μοσχολιού…
Μπάμπης: Ακόμα μετά από τόσα χρόνια δεν έχει αποκωδικοποιηθεί στο μυαλό μου. Υπάρχουν στιγμές ακόμη και τώρα που θυμάμαι πράγματα από εκείνες τις συνεργασίες και νομίζω πως όταν συνεργάζεσαι με τέτοια μεγέθη, εκτός από τη ποιότητα και την εμπειρία τους κουβαλάνε και την εμπειρία, τη γνώση και τη μαγιά από τις δικές τους συνεργασίες.
Αιμιλιανέ η πρώτη σου δουλειά;
Αιμιλιανός: Έχω μαζέψει τα κουβαδάκια μου, έχω τελειώσει με το Πανεπιστήμιο Θεατρικών Σπουδών Ναυπλίου και τη Δραματική Σχολή του Ωδείου Αθηνών και είμαι στις διπλωματικές εξετάσεις όταν αποφασίζω με έναν φίλο μου να πάμε στη πρώτη ακρόαση που θα βρούμε μπροστά μας για να αρχίσουμε να βγάζουμε το ψωμί μας. Κάπως έπρεπε να βιοποριστούμε και να κάνουμε αυτό που σπουδάσαμε. Εγώ δεν έχω σπουδάσει τίποτε άλλο πέρα από το θέατρο, θεατρολογία, σκηνοθεσία και υποκριτική. Βρίσκομαι λοιπόν στη πρώτη οντισιόν που είναι “Οι Καμπάνες του Edelweiss” του Γιάννη Κακλέα, του Νίκου Καρβέλα με την Άννα Βίσση. Κάτι σαν ταινία ήταν όλο αυτό που συνέβη εκεί και δεν περίμενα ποτέ ότι θα με επιλέγανε για τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Μου έσκασε μια καμπάνα στο κεφάλι.
Και ξαφνικά φεύγεις…
Αιμιλιανός: Φεύγω με μια μεγάλη απέχθεια διότι έβλεπα πως λειτουργούν τα πράγματα στον ελληνικό χώρο. Και ναι μεν είχα κάνει ένα σημαντικό πρώτο βήμα αλλά αυτό δε σημαίνει τίποτα. Έτσι, επειδή πάντα ήθελα να φύγω στο εξωτερικό, αποφασίζω να δω πως είναι τα πράγματα εκεί, οπότε παίρνω ξανά τα κουβαδάκια μου και πηγαίνω στην Αγγλία, όπου και δούλεψα για περίπου δυο χρόνια σε μια μεγάλη παραγωγή, το “Jesus Christ Super Star”, του Andrew Loyd Webber, ενσαρκώνοντας τον Τζόζεφ. Αν και τεράστια εμπειρία που με δίδαξε πολλά, ήταν η δεύτερη μεγάλη και πιο ουσιαστική απομυθοποίηση στη ζωή μου, η οποία με έκανε πλέον συνειδητά να γυρίσω πίσω στην Ελλάδα, με στόχο πια να κάνω αυτό που θέλω.
Το οποίο είναι το μουσικό θέατρο;
Αιμιλιανός: Για μένα το θέατρο δεν γίνεται να λειτουργήσει χωρίς μελωδία και ρυθμό. Από τη στιγμή που γεννήθηκε στην αρχαία Ελλάδα δεν έπαψε ποτέ να είναι συνδεδεμένα. Τώρα το πόσο χρησιμοποιούμε το τραγούδι μέσα σε αυτό είναι μια άλλη ιστορία. Δεν το θεωρώ προαπαιτούμενο, αλλά όταν υπάρχει είναι καλοδεχούμενο και με εκφράζει να λειτουργώ και με αυτό τον τρόπο.
Και ξαφνικά έρχεται στη ζωή σου μια Ειρήνη.
Αιμιλιανός: (Γέλια). Ναι, μια Ειρήνη. Μιλάμε για την Ειρήνη του Αριστοφάνη, σε σκηνοθεσία Γιάννη Κακλέα. Ένα από τα πιο σημαντικά πράγματα στο έργο αυτό, ήταν ότι είχα την τύχη να γνωρίσω έναν άνθρωπο λίγο πριν φύγει, τον οποίο είχα στα αυτιά μου από παιδί και ήταν τρομερό να τον χαζεύω, να τον παρατηρώ και να μαθαίνω από αυτόν σε επίπεδο ανθρωπιάς.
Μπάμπης: Ο Τζίμης Πανούσης ήταν από τους αγαπημένους μου ήρωες και όχι παιδικούς και δυστυχώς δεν είχα τη χαρά να τον γνωρίσω. Η ευφράδεια αυτού του ανθρώπου ήταν καθηλωτική. Το πνεύμα του, η οξυδέρκειά του και όλος ο αιρετικός χαρακτήρας του δημιουργούσαν μια εκρικτική προσωπικότητα. Δε νομίζω πως υπάρχουν τα τελευταία χρόνια πολλοί τέτοιοι άνθρωποι.
Κάθε μέρα που ξυπνάς δεν πρέπει να λες τώρα ξέρω αλλά να περιμένεις να μάθεις, να πλάθεις και να μεταφέρεις τη μαγιά σου σε άλλους ανθρώπους. Ο Τζίμης Πανούσης, όπως και η Βίκυ Μοσχολιού ήταν από αυτούς τους ανθρώπους που σου μετέφεραν το DNA τους.
Αιμιλιανός: Η τέχνη και η συνεργασία με ανθρώπους της τέχνης είναι ακριβώς αυτή η μεταφορά.
Μπάμπη, σε γνωρίσαμε ως λυρικό ερμηνευτή, όμως πάντα βρίσκεις τον τρόπο να μας ξαφνιάζεις. Είσαι μόνιμος συνεργάτης της Εθνικής Λυρικής σκηνής (Don Giovanni, Η φόνισσα, Lucia Di Lammermoor, L’ Madama Butterfly, Tosca). Ταυτόχρονα ασχολείσαι με ρεμπέτικο, λαϊκό, ελαφρολαϊκό, πολιτικό, τραγούδια του μεσοπολέμου και πάλι λυρικό τραγούδι, μέχρι Deep Purple και Led Zeppelin. Πώς συνδυάζονται όλα αυτά;
Μπάμπης: Είναι μια πορεία, μια διαδοχή. Νιώθω ότι πάντα τα σκαλοπάτια είναι προς τα πάνω και όχι προς τα πίσω. Όλη η σειρά με φαινομενικά ασύνδετα πράγματα, μέσα μου συνδέονται. Δε θα μπορούσα να πιάσω σήμερα τον Αχαάβ εάν δεν είχα ανέβει ένα ένα τα σκαλοπάτια, που πάντα με οδηγούν στο επόμενο βήμα με μεγαλύτερη ασφάλεια.
Στα προσωπικά μου live σχεδόν πάντα τελειώνω με το “Soldier of fortune” των Deep Purle. Έχω πάρει μαθήματα από πολλούς ερμηνευτές και είδη μουσικής. Από τον Καζαντζίδη και τον Μπιθικώτση, μέχρι τον Παβαρότι και τον Ίαν Γκίλαν. Αν ξέρεις να τους διαβάζεις πάντα έχεις να πάρεις από εκείνους.
Αιμιλιανός: Κοίτα πως γεννιούνται πράγματα, αυτά δεν τα έχω συζητήσει με τον Μπάμπη αλλά βλέπω ότι υπάρχουν κοινά στοιχεία που δεν τα ήξερα. Ο αδερφός μου είναι λαϊκός τραγουδιστής πάρα πολλά χρόνια, ξύπναγα το πρωί στο σπίτι με Μπιθικώτση, με Καζαντζίδη, με όλα τα ερεθίσματα της καλής λαϊκής μουσικής ενώ εγώ βρισκόμουν σε μια κατάσταση ροκ, μεταλ, του Ντέιβιντ Κόβερντεϊλ. Διαφορετικοί άνθρωποι, διαφορετικά είδη που μας έπλασαν σε αυτό που είμαστε. Η μουσική είναι μία και αλλάζει μόνο η έκφραση και το συναίσθημα.
Μπάμπης: Όταν ξεκινούσα τη δουλειά ο πατέρας ενός παιδικού μου φίλου μου είχε πει: “Αν θες να γίνεις τραγουδιστής μάθε να λες τα ελληνικά όπως ο Μπιθικώτσης”.
Στο άκουσμα του ονόματός σου, έρχεται στο νου μου το Βυζάντιο και ο δυναμικός- ανατρεπτικός στρατηγός Βελισάριος που με το βίο και τα κατορθώματά του τροφοδότησε πολλές λαϊκές αφηγήσεις. Πιστεύεις ότι κουβαλάς λίγη από την αύρα του;
Μπάμπης: Ο παππούς γεννήθηκε στο φανάρι της Κωνσταντινούπολης, μέχρι που στα τέσσερά του, τους διώξανε. Έλεγε πάντα ότι καταγόμαστε από τον στρατηγό Βελισάριο, είναι όμως ανεπιβεβαίωτη πληροφορία, δεν το έχω ψάξει. Δεν θα ήθελα να έχω την τύχη του όσο για τη δυναμική δεν ξέρω ίσως ο Αχαάβ να την έχει.
Γυρίζεις για την Ειρήνη, ακολουθεί η «Εβίτα» και το «Hair» κάτω από τις σκηνοθετικές οδηγίες του Δημήτρη Μελισσόβα, μετά ξανά το «Jesus Christ Super Star», σου χτυπά την πόρτα, αυτή τη φορά στην Ελλάδα αλλά και με διαφορετικό ρόλο, αυτό του Χριστού….και μετά “ Ο Άνθρωπος που γελά” του Βίκτωρος Ουγκώ. Ένα πολιτικό αριστούργημα που μεταφέρθηκε στη σκηνή του Εθνικού θεάτρου από τον Θοδωρή Αμπατζή.
Αιμιλιανός: Γυρίζω για την Ειρήνη, γίνεται μια σειρά προτάσεων και παραστάσεων και κάπου ανάμεσα χτίζεται και η ιδέα για τη πιο σημαντική δουλειά που έχω βρεθεί μέχρι τώρα, από άποψη δημιουργίας και μιλάω για το έργο “ O Άνθρωπος που Γελά” του Βίκτωρος Ουγκώ. Είναι ένα έργο που με έχει χαράξει καλλιτεχνικά και ιδεολογικά. Μια μεταφορά ενός πολιτικού έργου που αφήνει χώρο στη μουσική ερμηνεία να πάρει τη θέση της. Εκεί συνάντησα την ιδανικότερη συνθήκη, όπως το ήθελα και οραματιζόμουνα, να συνυπάρχει η μελωδία και ο ρυθμός μαζί με το λόγο.
Ένα τεράστιο έργο που δεν το γνωρίζουν πολλοί. Είναι η απαρχή του Τζόκερ και αποτελεί ένα έργο ενός ογκολίθου της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Χαίρομαι πολύ που το ανακάλυψα και θα το κρατήσω μέσα μου, έχοντας την ελπίδα ότι θα επιστρέψει. Εκεί ένιωσα πως δε χρειαζόταν μαέστρος για να συντονίσει τα πράγματα, ήταν όλοι η άνθρωποι ένας. Πρώτη φορά βίωσα στην εισπνοή μου να εισπνέουν μαζί μου όλοι οι μουσικοί.
Ο Θοδωρής Αμπατζής ένας εξαιρετικός άνθρωπος και καλλιτέχνης που μακάρι να ήταν διαφορετικά τα πράγματα και να μπορούσαν να τον ανακαλύψουν κι άλλοι.
Μπάμπης: Ο Μενέλαος Λουντέμης είχε πει κάτι που περιγράφει τον άνθρωπο που γελά και μετέπειτα τον Τζόκερ: “Το λυκόφως ενός φασουλή, που αφού δεν κατάφερε να κάνει τον κόσμο να γελάσει, αποφάσισε να τον κάνει να κλάψει πικρά”.
Γαλλία και Ρεμπέτικο τραγούδι. Τις ερμηνείες σου τις πλαισιώνει ο συγγραφέας, κριτικός, στοχαστής – Jacques Lacarrière, που αποτέλεσε έναν από τους κυριότερους συντελεστές της προβολής της ελληνικής λογοτεχνίας στη Γαλλία.
Μπάμπης: Μόλις έχει ξεκινήσει η μόνιμη συνεργασία μου με τη Λυρική Σκηνή στην παραγωγή Σαμψών και Δαλιδά στο Ηρώδειο το 2003. Αμέσως μετά έφυγα για μια περιοδεία με τον σπουδαίο λογοτέχνη και φιλέλληνα Jacques Lacarrière, ο οποίος είχε ανακαλύψει την ελληνική μουσική λαϊκή παράδοση και συγκεκριμένα το ρεμπέτικο τραγούδι. 15 χρόνια πριν την αναγνώριση από την Unesco του είδους αυτού, ο Jacques Lacarrière , το είχε κάνει γνωστό ήδη στη Γαλλία.
Η συνεργασία σου με τον Δαυίδ Ναχμία και η μύησή σου στο Ελληνικό τραγούδι της εποχής του μεσοπολέμου, από το Ελληνικό Bel Canto μέχρι τα Αργεντίνικα Tangos.
Μπάμπης: Ο Δαυίδ Ναχμίας είναι ένας από τους πιο σημαντικούς δασκάλους μου και έχω την τύχη να είμαστε φίλοι. Ο Δαυίδ ξεκλείδωσε στο μυαλό μου όλα αυτά που είχα διδαχθεί πριν τον γνωρίσω και με έβαλε στη διαδικασία της προσωπικής ανάπτυξης και καθημερινής μελέτης όπου αυτό με οδήγησε καταρχήν στο να μάθω πολύ καλά να μιμούμαι τραγουδιστές και στη συνέχεια να μπαίνω πιο βαθιά και να καταλάβω την ερμηνεία τους.
Τι μουσική ακούτε;
Αιμιλιανός: Τώρα; (γέλια) Ethnic Instrumental για τη γαλήνεψη των στιγμών μου. Γενικά έχω πάψει να ακούω πολλή μουσική. Δεν ξέρω πως γίνεται αυτό. Ακούω όταν το έχω ανάγκη για να συμβεί κάτι… Lorena McKennitt…
Μπάμπης: Τα τελευταία 4- 5 χρόνια μόνο 3ο Πρόγραμμα. Αλλά βέβαια δε ζω σε γυάλα, ακούω τα πάντα. Οτιδήποτε ακούω από μουσική το επεξεργάζομαι ή μένει στην άκρη να το επεξεργαστώ όταν έχω χρόνο.
Δύσκολος δρόμος το λυρικό τραγούδι, δεν είναι τόσο εμπορικό.
Μπάμπης: ( Γέλια) Εγώ σαν εύκολο τον βιώνω. Ναι είναι πιο δύσκολο εάν σε ενδιαφέρει να κάνεις κάτι εμπορικό.
Υπάρχει μουσικό θέατρο στην Ελλάδα;
Αιμιλιανός: Σαφέστατα υπάρχει σε ένα επίπεδο που δύσκολα θα βρεις στον υπόλοιπο πλανήτη. Αν μιλήσουμε για μιούζικαλ δεν υπάρχει και αυτό που υπάρχει δεν έχει πολύ μέλλον. Εννοώ αυτό το θέατρο που προσπαθεί να κοπιάρει το εξωτερικό.
Μπάμπης: Το ίδιο και η όπερα θα συμπληρώσω, κι αυτό φαίνεται από την τραγική επιμονή της μοντέρνας σκηνοθεσίας να καινοτομήσει, να κάνει κάτι διαφορετικό. Κάτι το οποίο δεν το χρειάζεται.
Αιμιλιανός: Το μιούζικαλ είναι μια συγκεκριμένη μουσική φόρμα που έχει δημιουργηθεί σε άλλες χώρες και όχι εδώ. Το έχουν κάνει εξαιρετικά άλλοι λαοί και εννοώ τους Γάλλους γιατί θεωρώ πως είναι στην κορυφή της δημιουργίας ποιοτικών μιούζικαλ. Ο λαός μας δεν έχει αυτή την ανάγκη. Όσο αφορά το μουσικό θέατρο, δεν μας έχει εγκαταλείψει ποτέ από την αρχή της δημιουργίας του στην αρχαία Ελλάδα. Η μελωδία είχε πάντα μια θέση στην τραγωδία και στην κωμωδία.
Μπάμπη συνεργάζεσαι και στηρίζεις ορχήστρες Νέων από την Ελλάδα και τη Κύπρο και βοηθάς στην ανάδειξη νέων καλλιτεχνών.
Μπάμπης: Αυτό ξεκίνησε με μια ιδέα του Βασίλη Λάσκαρη, ο οποίος με πίστεψε σε μια περίεργη περίοδο της ζωής μου, με στήριξε και με έβαλε κοντά σε κάποια παιδιά για να βοηθήσω. Πήρα όμορφη ενέργεια από τα παιδιά και ελπίζω να έχω να τους δώσω κι εγώ κάτι από τη δική μου μαγιά.
Σχέδια, όνειρα;
Μπάμπης: Τον τελευταίο καιρό απαντάω πως μέχρι 31 Μαΐου θα κυνηγάω μια φάλαινα. (γέλια). Εκτός αυτού σχεδιάζω την καλοκαιρινές μου συναυλίες. Αυτή που μπορώ να ανακοινώσω είναι στις 20 Ιουνίου στο Μουσείο της Ακρόπολης με τη Λαϊκή Ορχήστρα Μίκης Θεοδωράκης.
Αιμιλιανός: Επίδαυρος και ίσως και κάτι πιο τηλεοπτικό αργότερα. Το όνειρο που δεν μου αρέσει να το λέω όνειρο αλλά είναι κάτι που θέλω κάποια στιγμή να πραγματοποιηθεί, εκπληρώνοντας την άλλη μεγάλη αγάπη της ζωής μου που είναι η φανταστική λογοτεχνία, είναι να βρίσκομαι πάνω σε ένα άλογο με ένα σπαθί στην πλάτη και να με παίρνει η κάμερα για κάποια παραγωγή του εξωτερικού.
Σας ευχαριστώ πολύ για το χρόνο σας, την όμορφη συζήτηση και τα πολλά γέλια.
Εμείς ευχαριστούμε, περάσαμε όμορφα.