Ένα μυθιστόρημα για νεαρούς εφήβους που αναδεικνύει με τρόπο μοναδικό, θέματα που απασχολούν αυτή τη δύσκολη ηλικία με όλα τα ξεσπάσματα και τις ανησυχίες, καθώς και τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν μέσα στην οικογένεια τους. Ένα ανάγνωσμα που διαβάζεται εξίσου ευχάριστα και από μεγαλύτερες ηλικίες, οικογενειακοί δεσμοί δοκιμάζονται κόρη, μητέρα, γιαγιά. Τρεις διαφορετικοί κόσμοι που έρχονται σε αντιπαράθεση, αλληλοσυγκρούονται αλλά και συμπληρώνει ο ένας τον άλλον.
Με τον καθαρό αέρα της εξοχής και του χωριού, με την επιστροφή στις ρίζες και τις ασχολίες του χωριού σε μια μικρή κοινωνία όπως το Κρυονέρι εκτυλίσσεται μια ιστορία ενός κοριτσιού. Είναι η Ζωή, ένα δεκαπεντάχρονο κορίτσι, το όνομα της δεν επιλέχτηκε τυχαία, μια και έρχεται αντιμέτωπη με την ίδια τη ζωή και την αναζήτηση της ταυτότητάς της.
Η Ζωή πάνω στην τρέλα της εφηβείας και όταν έρχεται αντιμέτωπη με το διαζύγιο των γονιών της, αποφασίζει να δραπετεύσει στο σπίτι της γιαγιάς της στο χωριό. Τους γονείς της δεν θεώρησε απαραίτητο να τους ειδοποιήσει, και μοιάζει απίθανο να έχουν καταλάβει την απουσία της γιατί είναι τόσο απορροφημένοι στα δικά τους προβλήματα. Η γιαγιά η Άννα είναι το πρόσωπο που νιώθει ασφάλεια και πλήρη αποδοχή για αυτό και εκεί βρίσκει καταφύγιο και ασφάλεια.
“Ήταν ιδιαίτερα περιποιητική και προσεκτική μαζί μου. Όχι δεν ήθελα να στενοχωριέται για μένα αλλά ένα κομμάτι μέσα μου απολάμβανε αυτή την προσοχή. Επιτέλους κάποιος ανησυχούσε ΓΙΑ ΜΕΝΑ! Κάποιος αναρωτιόταν τι νοιώθω ΕΓΩ! Τι τεράστια αυτή η αλλαγή από το «αόρατη» στο «σημαντική».”
Η Ζωή αναζητά την ηρεμία και τη θαλπωρή στο σπίτι της γιαγιάς, αλλά και η γιαγιά της φτιάχνει αγαπημένο της φαγητό που δεν ήταν άλλο από πατάτες τηγανητές. Η γιαγιά έβαλε τα δυνατά της για να ευχαριστήσει τη Ζωή και ήταν άλλης φιλοσοφίας από τη μαμά της που ούτε να ακούσει για τηγανητές πατάτες.
«Όλα χρειάζονται στη ζωή. Αλλά με μέτρο. Έτσι και τα τηγανητά» έλεγε η γιαγιά και πάντα ήξερε το μυστικό για να φτιάξει τη διάθεση της Ζωής και να την ευχαριστήσει με το δικό της τρόπο. Φυσικά δεν έκανε ενοχλητικές ερωτήσεις του τύπου: «πως βρέθηκε στο χωριό; κι αν το ήξερε η μητέρα της» και υποδέχτηκε τη Ζωή με μεγάλη χαρά στο μικρό χωριό.
Η τεχνολογία έχει μπει στη ζωή όλων και η Ζωή μένει έκπληκτη όταν ανακαλύπτει ότι στο σπίτι της γιαγιάς υπάρχει ίντερνετ καθώς και ότι η γιαγιά ξέρει να χειρίζεται τάμπλετ. Η Ζωή είναι αποφασισμένη να μείνει εκεί αποκομμένη από την πραγματικότητα που την πληγώνει και να ξεφύγει απ’ όλα. Αισθάνεται ότι οι γονείς της δεν ενδιαφέρονται για εκείνη, ο πατέρας μετά το διαζύγιο έφυγε από το σπίτι και εξαφανίστηκε. Η μητέρα της από τότε που έφυγε εκείνος, ήταν μόνιμα θλιμμένη και χαμένη στις σκέψεις της, περιφερόταν στο σπίτι σα ρομπότ. Πολύ αργότερα η Ζωή θα ανακαλύψει την αιτία και την μάχη της μητέρας της με την κατάθλιψη.
Συντροφιά της το γράψιμο, καθώς της αρέσει να γράφει ιστορίες με ηρωίδα τη Σούπερ 16, ένα κορίτσι που ενσαρκώνει όσα θα ήθελε να είναι η Ζωή. Η Σούπερ 16 είναι έξυπνη, δυναμική, ανεξάρτητη, πιστεύει στον εαυτό της και τις δυνάμεις της, όλοι την αγαπούν και είναι μια κούκλα! Μέσα από τις περιπέτειες της Σούπερ 16, η Ζωή προβάλει όσα θα ήθελε να είναι η ίδια αλλά δεν το τολμά. Η αγάπη της για τα ζώα είναι το κίνητρο και προσπαθεί πάντα να βρίσκει τρόπους για να τα σώζει μέσα από μυθοπλασίες και επικίνδυνες αποστολές, πιστός της συνεργάτης ο Νώντας πάντα δίπλα της.
Η Ζωή στο χωριό θα κάνει γνωριμίες με νέους ανθρώπους, θα γνωρίσει διαφορετικούς χαρακτήρες, θα ανακαλύψει κοινά ενδιαφέροντα και διαφορές αλλά και θα συνειδητοποιήσει ότι δεν είναι η μόνη που περνάει δυσκολίες. Στην αρχή θα γνωρίσει το Γιάννη ή αλλιώς Ραβίκ, λίγο μεγαλύτερό της και πιο σκούρο στο χρώμα και το σκύλο του τον Άλντι. Ο Γιάννης είχε γεννηθεί στην Αίγυπτο από μητέρα Αιγύπτια και πατέρα Έλληνα, μετακόμισαν στην Ελλάδα όμως οι δουλειές του πατέρα του δεν πήγαν καλά. Ο πατέρας γύρισε στην Αίγυπτο ενώ η μητέρα με το Γιάννη βρέθηκαν μόνοι τους σ’ αυτό το απομακρυσμένο χωριό. Η Ζωή είναι επιφυλακτική στην αρχή αλλά πολύ γρήγορα έδεσαν με το Γιάννη και έκαναν παρέα. Ένα ειδύλλιο θα αναπτυχθεί ανάμεσα τους και θα δοκιμαστεί στα δύσκολα.
Ο Γιάννης αντιμετωπίζει κι εκείνος προβλήματα με την οικογένεια του, όμως έχει διαφορετική αντίληψη για το διαζύγιο των γονιών του και πιστεύει πως καμιά φορά είναι καλύτερα να χωρίζουν οι γονείς όταν δεν υπάρχει άλλη λύση.
«Όταν άρχισαν τα προβλήματα με τους δικούς μου, έγινε ακριβώς το αντίθετο. Η μητέρα μου στηρίχτηκε πάνω μου για τα πάντα. Ένοιωθα πως σήκωνα όλα τα βάρη στους ώμους μου. Αργότερα κατάλαβα πως ήταν περισσότερο η δική μου ιδέα κι όχι αυτό που πραγματικά συνέβαινε. Ένοιωθα υπεύθυνος».
Στην πορεία η Ζωή θα γνωρίσει τη Νίνα και τον Άλεξ, δυο παιδιά από την Αθήνα που είχαν έρθει στο χωριό όπως κι εκείνη. Παιδιά χωρισμένων γονιών που μεγαλώνουν μόνα τους και προσπαθούν να κρύψουν τα τραύματα πίσω από την άνεση, την προβολή και προκλητική συμπεριφορά που βάζουν σε δίλημμα τη Ζωή. Τα δυο αδέρφια δείχνουν τόσο άνετοι και κομψοί με ακριβά ρούχα και η Ζωή νοιώθει ωραία να κάνει παρέα μαζί τους. Σύντομα όμως ανακαλύπτει ότι όλα αυτά είναι η βιτρίνα καθώς τα παιδιά αντιμετωπίζουν μόνα τους πολύ σοβαρά προβλήματα.
«Κάθε φορά που μπαίναμε στο καφέ ή σε κάποιο άλλο μαγαζί, όλοι μας κοιτούσαν. Αγόρια και κορίτσια του χωριού μας τριγύριζαν και προσπαθούσαν να γίνουν μέρος της παρέας αλλά εμείς δεν τους δίναμε πολύ θάρρος. Η παρέα είχε κλείσει. Ήμασταν εμείς οι τρεις.»
Άραγε χωρούσε ο Γιάννης σε αυτή την παρέα; Πως θα κατάφερνε η Ζωή να ισορροπήσει ανάμεσα στους νέους της φίλους και τον Γιάννη που είχε αρχίσει να τον συμπαθεί λίγο παραπάνω. Οι καταστάσεις θα φέρουν τη Ζωή πιο κοντά στη Νίνα και θα γίνουν αχώριστες φίλες. Η Ζωή θα ζήσει μέσα σ’ ένα καλοκαίρι τη ζωή που ονειρευόταν όμως θα βρεθεί και σε δύσκολες συνθήκες που θα την κάνουν να ωριμάσει απότομα. Μέσα από τη συναναστροφή της με τους καινούργιους φίλους της, θα γνωρίσει καλύτερα τον εαυτό της και θα μάθει να προβάλει τα θέλω της, να αναγνωρίζει τα συναισθήματα της και να στηρίζεται στα δικά της πόδια.
Ανάμεσα στα άλλα το βιβλίο θίγει ζητήματα της σύγχρονης κοινωνίας όπως την απομόνωση και τη μοναξιά στις πόλεις, την αποξένωση της οικογένειας, το ρατσισμό, τα κοινωνικά πρότυπα, την εξάρτηση από το αλκοόλ, τις αμβλώσεις, την κατάθλιψη και αντιπαραθέτει τη σύσφιξη των σχέσεων στη μικρή κοινωνία του χωριού, τη φιλία, την αγάπη τον αγώνα για ένα καλύτερο μέλλον.
«Μια τηγανιά πατάτες» το πρώτο μυθιστόρημα της Ματίνας Παναγιωτελίδου είναι υποψήφιο στην κατηγορία «Βραβείο σε συγγραφέα εφηβικού – νεανικού βιβλίου» του Ελληνικού Τμήματος της ΙΒΒΥ – Κύκλος του Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου. Το μυθιστόρημα της Ματίνας Παναγιωτελίδου μιλά για τις ανατροπές και τα ρίσκα στις ζωές των εφήβων. Για τη φάση εκείνη της ζωής τους που χρειάζεται να μείνουν πιστοί στον εαυτό τους, αλλά συγχρόνως να συμφιλιωθούν με τον κόσμο των ενηλίκων προσπαθώντας να βρουν την ισορροπία τους.
Η Ματίνα Παναγιωτελίδου καταφέρνει να προβάλει τις ανησυχίες αλλά και τα όνειρα των νέων που συγκρούονται με την οικογένεια τους αλλά κι έχουν τόσο ανάγκη την προσοχή και το ενδιαφέρον σε αυτή τη δύσκολη ηλικία. Η ιστορία κυλά με γρήγορο ρυθμό και εμπλέκονται κι άλλες ιστορίες σαν μια τηλεταινία που θα προβληματίσει και θα συγκινήσει τους έφηβους αλλά και μεγαλύτερους αναγνώστες.
Ο τίτλος της ιστορίας «Μια τηγανιά πατάτες» αποτελεί ένα λογοπαίγνιο που χρησιμοποιούν οι ήρωες της ιστορίας, αποτελεί ένδειξη αγάπης και φροντίδας της γιαγιάς αλλά και συνδέεται με ευχάριστες αναμνήσεις των παιδικών μας χρόνων.
Σαν το μικρό παιδί που λαχταρά για τηγανητές πατάτες και τις γεύεται με ανυπομονησία έτσι και η Ζωή ανυπομονεί να μεγαλώσει και να γίνει η ατρόμητη ηρωίδα που πάντα ονειρευόταν.
Ευχάριστη νότα η παράλληλη ιστορία της Σούπερ 16 και οι περιπέτειες της που παρεμβάλλεται στην ιστορία της Ζωής. Η ηρωίδα αγωνίζεται να ισορροπήσει ανάμεσα σε δυο κόσμους, τον πραγματικό και το φανταστικό. Στην πορεία θα ανακαλύψει στοιχεία του χαρακτήρα της που θα την ξαφνιάσουν και θα πάρει σημαντικές αποφάσεις για τη ζωή της.
«Δεν πίστευα πια σε θαύματα, αλλά πίστευα σ’ εμένα. Εγώ ήμουν το σούπερ όπλο μου.»
Διακρίσεις
[vc_custom_heading text=”THE BOOK SECRET” font_container=”tag:h2|font_size:32|text_align:center|color:%23ffffff” google_fonts=”font_family:Akronim%3Aregular|font_style:400%20regular%3A400%3Anormal” css_animation=”bounceIn” css=”.vc_custom_1517325058360{padding-top: 7px !important;background-color: #0066cc !important;}”]
Η Ματίνα Παναγιωτελίδου αποκάλυψε στο ELNIPLEX τι ήταν εκείνο που την παρακίνησε να γράψει την ιστορία της Ζωής με τίτλο «Μια τηγανιά πατάτες».
«Αγαπώ πολύ την ελληνική γλώσσα, τα παιδιά και τους νέους ανθρώπους. Νιώθω την ανάγκη να τους βοηθήσω να χαρούν την ζωή. Να είναι ψυχικά υγιείς. Τους αδικούμε γιατί δεν τους αγαπάμε σωστά. Έχω δύο έφηβες κόρες και τα ζω όλα από την αρχή.
Κάνουμε απίστευτα λάθη οι γονείς δυστυχώς.»
ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ | |
---|---|
Τίτλος: | Μια τηγανιά πατάτες |
Συγγραφέας: | Ματίνα Παναγιωτελίδου |
Σειρά: | Γέφυρες: Λογοτεχνία για Νέους |
Εκδόσεις: | Καστανιώτης, Οκτώβριος 2018 |
Σελίδες: | 192 |
Μέγεθος: | 14 Χ 21 |
ISBN: | 978-960-03-6440-8 |