1933. Ο Χίτλερ, σαν ώριμο φρούτο, έρχεται στην Καγκελαρία της Γερμανίας από την αρχή της χρονιάς. Το Μάρτιο καταργεί επισήμως το Κοινοβούλιο και ήδη από τον Απρίλιο εκδίδει το πρώτο διάταγμα κατά των Εβραίων περί απαγόρευσης εργασίας τους στο γερμανικό Δημόσιο. Η ταχύτητα με την οποία το καθεστώς του Χίτλερ ξετυλίγει τις σκέψεις της ήταν παροιμιώδης.
Ο Υπουργός Προπαγάνδας, Γιόζεφ Γκέμπελς, αναλαμβάνει να “εκπαιδεύσει” την κοινή γνώμη. Καθετί αντίθετο στη Γερμανία και το γερμανικό πνεύμα έπρεπε να αφανιστεί. «Ο αιώνας του ακραίου εβραϊκού διανοουμενισμού τελείωσε και η γερμανική επανάσταση άνοιξε και πάλι τον δρόμο στο γερμανικό ον», θα πει δείχνοντας το δρόμο.
Εμπροσθοφυλακή της φρικαλεότητας υπήρξαν -ο, ναι!- φοιτητές: η γερμανική φοιτητική ένωση (DSt), που πρόσκεινταν στο ναζιστικό κόμμα προχώρησε σε εκστρατεία τελετουργικής καύσης βιβλίων συντάσσοντας μάλιστα λίστες με τιτλους βιβλίων και ονόματα συγγραφέων που δεν έπρεπε να διαβάζουν οι Γερμανοί. Τα βιβλία που προορίζονταν για καύση ήταν όσα θεωρούνταν ανατρεπτικά ή αντιπροσωπευτικά ιδεολογιών αντίθετων προς το ναζισμό. Εβραίοι, αντιμιλιταριστές, αναρχικοί, τσιγγάνοι, σοσιαλιστές, κομμουνιστές, κάθε ομάδα που εχθρεύονταν ο εθνικοσοσιαλισμός του Χίτλερ ήταν έτοιμοι για την… πυρά.
Η μεγάλη νύχτα πλησίαζε, το κλίμα είχε προετοιμαστεί κατάλληλα. Οι πλατείες γέμισαν φυλλάδια επίθεσης ενάντιον των Εβραίων διανοούμενων που βρώμισαν την γερμανική γλώσσα και λογοτεχνία, η οποία ήρθε η ώρα να καθαρίσει οριστικά. Και η προσπάθεια αυτήυ θα ξεκινούσε από τα πανεπιστήμια που θα αποτελούσαν τα κέντρα επίθεσης του νέου γερμανικού εθνικισμού, απάντηση στην παγκόσμια εβραϊκή εκστρατεία κατά της Γερμανίας και των αξιών της.
Η μεγάλη νύχτα κατά των βιβλίων έρχεται στις 10 Μαϊου 1933. Πρώτα στο Βερολίνο και ύστερα σε άλλες 20 περίπου γερμανικές πόλεις. Στο Βερολίνο, μόλις ο ήλιος έδυσε, μόλις το φως έπεσε, ήρθε το σκοτάδι της καύσης των βιβλίων. Πάνω από 25.000 βιβλία 400 περίπου συγγραφέων κουβαλήθηκαν με εκατοντάδες κάρα και άρχισαν να ρίχνονται στη φωτιά της Πλατείας Μπέμπελ, μπροστά στο κτίριο του Πανεπιστημίου Humboldt και της Κεντρικής Όπερας του Βερολίνου. Τάγματα φοιτητών χόρευαν με ζωντανή μουσική, ταμπούρλα και αναμμένες δάδες. Δεν ήταν ωστόσο μόνοι: 70.000 “θεατές” παρακολούθησαν την νέα εποχή που ανέτειλε. Το σκοτάδι είχε μόλις εγκαθιδρυθεί. Η κρατική λογοκρισία δεν αρκεί να αποδώσει το φαινόμενο. “Όχι στην παρακμή και την ηθική διαφθορά! Ναι στην ευπρέπεια και την ηθική στην οικογένεια και το κράτος! Στέλνω στις φλόγες τα γραπτά του Χάινριχ Μαν, του Ερνστ Γκλάιζερ, του Εριχ Κέστνερ”, είπε στο πλήθος ο Γκέμπελς. Και πλάι σε αυτούς, ο Σίγκμουντ Φρόιντ, ο Κουρτ Τουχόλσκι, ο Καρλ Κάουτσκι, ο Μπέρτολτ Μπρεχτ, ο Εριχ Μαρία Ρεμάρκ, ο Φραντς Βέρφελ, ο Στέφαν Τσβάιχ και δεκάδες άλλοι κάηκαν εν μία νυχτί και οι βιβλιοθήκες της Γερμανίας άδειασαν από ποιότητα και πνεύμα.
Ο συγγραφέας Χάινριχ Χάινε, βιβλία του οποίου κάηκαν, έγραψε το προφητικό: «Όπου καίνε βιβλία, στο τέλος θα κάψουν και ανθρώπους».
Ήταν Μάιος του 1933. Και έκαιγαν βιβλία και ιδέες. Ήταν το προσάναμμα για την καύση ανθρώπων. Να φοβάστε τους ανθρώπους που δεν αγαπούν τα βιβλία. Θα έχουν το ίδιο πρόβλημα με κάθετί ζωντανό.