Μια κούκλα μιλά. Μια κούκλα γεμάτη άμμο αφηγείται την ιστορία της, τη ζωή της. Τη ζωή της που ξεκινά στα άγαρμπα χέρια και τον θυμωμένο νου της Μαρίνας, ενός κοριτσιού που είχε πολλά παιχνίδια αλλά η ψυχή της αγνοούσε τον προορισμό τους. Σε ένα ακόμα ξέσπασμά της την πέταξε από το παράθυρο. Μα λίγο μετά, όπως κάνουν τα θυμωμένα παιδιά, ζήτησε το παιχνίδι της πίσω. Αλλά η βροχή έσωσε την κούκλα κι εκεί, στα λασπόνερα άρχισε να θυμάται τις ευτυχισμένες μέρες με τον άνεμο και την άμμο. Τότε που ήταν ένα απλό, ανέμελο πανί που χαιρόταν τις στιγμές. Ώσπου ήρθε η Μαρίνα, πήρε το πανί και με λίγη άμμο τη μεταμόρφωσε σε μια πάνινη κούκλα. Ένα δυστυχισμένο πανί με λίγες χούφτες φυλακισμένη άμμο ήταν τώρα η μοίρα κι η ζωή τους.
Κι όταν ξημέρωσε και κόπασε η βροχή, μοιραία θα παραδινόταν πάλι στις ορέξεις της Μαρίνας. Αλλά για στάσου…Η ζωή δεν είναι τόσο ευθύγραμμη πάντα. Δυο νέα χέρια, τρυφερά, που ανήκαν σε ένα λαμπερό πρόσωπο, σε ένα κορίτσι που γνώριζε να αγαπά, ήταν αυτά που βρήκαν την πάνινη κούκλα. Κι όταν θα έρθει η σύγκρουση ανάμεσα στα δύο κορίτσια, σε εκείνη που δημιούργησε την κούκλα και σε εκείνη που την αγάπησε, η πάνινη κούκλα θα διαλέξει με τη βοήθεια της άμμου και θα ορίσει με έναν τρόπο μαγικό, που μόνο η θέληση μπορεί να σου δώσει, τη ζωή της. Τη Ζωή της.
Σε ποιον ανήκουν τα πράγματα; Ποιος είναι ο ιδιοκτήτης ενός παιχνιδιού; Αυτός που το αγόρασε (ή το έφτιαξε) αλλά το κλωτσάει ολημερίς ή εκείνος που το αγκάλιασε και το αγάπησε; Το θέμα σηκώνει πολλή κουβέντα. Ο ηθικός ιδιοκτήτης της κούκλας, αν υπάρχει, είναι το δεύτερο κορίτσι, η Ζωή. Γιατί η Ζωή δεν τη βρήκε απλά, δεν την αγκάλιασε απλά, αλλά πέραν από την αγάπη και το σπίτι της, της έδωσε την επιλογή να διαλέγει κάθε μέρα που θα κοιμηθεί. Της χάρισε τη μαγική δυνατότητα να αυτοδιατεθεί. Γιατί η αγάπη δεν κρατά δεμένο κανέναν. Ελευθερώνει κι όταν γυρίζεις πίσω είναι από επιλογή, από πραγματική αγάπη προς το πρόσωπο που επιστρέφεις.
“Τα πράγματα ανήκουν σε αυτόν που τα αγοράζει. Μιλάμε όμως πάντα για υλικά αγαθά που έχουν εμπορική αξία, αν και την κούκλα στην ιστορία δεν την αγόρασαν αλλά την έφτιαξαν. Γι’ αυτό στο παραμύθι μου η μαμά της ηρωίδας ζητάει να επιστρέψει η κούκλα στον ιδιοκτήτη της”, πιστεύει ο Βασίλης Κουτσιαρής.
Η Μαρίνα, το πρώτο κορίτσι, έχει θυμό. Ενδεχομένως έχει και πολλά παιχνίδια στην κατοχή της. Ο τύπος του εύκολα θυμωμένου, υπερ-κορεσμένου από την πληθώρα παιχνιδιών, παιδιού κάνει την εμφάνισή του όλο και συχνότερα τα τελευταία χρόνια στις αστικές κοινωνίες. Είναι το παιδί που θέλει να βρίσκεται στο επίκεντρο της προσοχής και τα παιχνίδια, τα “άψυχα” όπως θέλουμε να τα λέμε, είναι ο πιο εύκολος στόχος να ακούσουν την οργή του.
Πέρα από τα προφανή μηνύματα της αγάπης, της φιλίας, των συναισθημάτων εν γένει, της κακομεταχείρισης των παιχνιδιών, υπάρχουν κι εκείνα τα ιδιαίτερα της ελευθερίας, της αυτοδιάθεσης, της υπόστασης των παιχνιδιών και δη των μορφών ως “όντα” που μόνο άψυχα δεν είναι. Τα πράγματα μας, τα παιχνίδια μας εν προκειμένω, ζουν μαζί μας. Με το δικό τους τρόπο. Έχουν την ενέργειά μας, δέχονται τα συναισθήματά μας, αντικατοπτρίζουν τη ματιά μας πάνω στον κόσμο της ύλης. Κι αν τα παιχνίδια μιλούσαν στην πραγματικότητα, τι θα έλεγαν σε ένα παιδί που τα πετά βαριεστημένα εδώ κι εκεί και τι σε εκείνο που τα αγκαλιάζει με αγάπη;
“Σε ένα παιδί που τα κακομεταχειριζόταν θα προσπαθούσαν να το αλλάξουν, να το βοηθήσουν να καταλάβει τι σημαίνει σεβασμός. Σε ένα παιδί που τα αγκάλιαζε με αγάπη δεν θα χρειαζόταν να πουν τίποτα. Κι αυτό γιατί πολλές φορές με τα μάτια λέμε περισσότερα απ‘ ότι με τα λόγια”, μας λέει ο Βασίλης Κουτσιαρής.
Το “Είναι κάτι που μένει” του Βασίλη Κουτσιαρή είναι από τις πλέον συγκινητικές, καλογραμμένες και όμορφες ιστορίες των τελευταίων ετών. Το θέμα του δεν παίζει στην πρώτη γραμμή των βιβλίων, ως εκ τούτου η θεματική του το καθιστά ήδη ιδιαίτερο. Είναι όμως και κάτι άλλο. Το “Είναι κάτι που μένει” αποτελεί ουσιαστική παιδική λογοτεχνία. Δεν είναι λογοπαίγνιο ή επαναλαμβανόμενες ατάκες, ούτε αχανής ιστορία με υπερβολική πλοκή. Είναι συγκεκριμένη, ξεκούραστη, με όμορφο λεξιλόγιο, ποιητικές εικόνες και πάντρεμα λέξεων που τις εξυπηρετούν, με προτάσεις που δεν δοκιμάζουν τη μνήμη αλλά τη σκέψη και την καρδιά του αναγνώστη.
Η Κατερίνα Βερούτσου στην εικονογράφηση. Αυτή είναι καλλιτέχνης. Ζωγραφίζει κάθε σελίδα σαν πίνακα. Οι ζωγραφιές της έχουν αρμονία χρωμάτων. Οι μορφές της έχουν συναισθήματα, σχεδόν μιλούν πλάι στις λέξεις του συγγραφέα. Η Κατερίνα Βερούτσου “διακοσμεί” ακόμα ένα βιβλίο με αρμονία, όπως τόσα και τόσα άλλα. Καμία εντύπωση που συγγραφέας και εικονογράφος είναι από κοινού υποψήφιοι για ετούτο το βιβλίο.
Το “Είναι κάτι που μένει” έλαβε ήδη Έπαινο από την Πανελλήνια Ένωση Λογοτεχνών ενώ είναι υποψήφιο (βρίσκεται στη βραχεία λίστα) για τα βραβεία του Κύκλου Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου στην κατηγορία “Βραβείο σε συγγραφέα και εικονογράφο εικονοβιβλίου” που ανακοινώνονται σε λίγες ημέρες.
Συνίσταται έντιμα και ανεπιφυλάκτως.
ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ | |
---|---|
Τίτλος: | Είναι κάτι που μένει |
Συγγραφέας: | Βασίλης Κουτσιαρής |
Εικονογράφηση: | Κατερίνα Βερούτσου |
Εκδόσεις: | Παρρησία |
Σελίδες: | 40 |
Μέγεθος: | 23 Χ 23 |
ISBN: | 978-960-696-140-3 |