Παιδί μου, η ποίηση είναι ποίηση, άμα δεν την καταλαβαίνει κανείς. Άμα την καταλαβαίνουν όλοι, δεν είναι ποίηση, είναι τσιφτετέλι. Κατάλαβες;
Ντίνος Ηλιόπουλος, «Το Δόλωμα», 1964
Και η κριτική είναι κριτική άμα δεν την καταλαβαίνει κανείς. Άμα γράψεις για την αέναη περιπλάνηση του ανθρωποκεντρικού γίγνεσθαι και την αδιαμαρτύρητη αιώρηση του εκκρεμούς της ανθρώπινης ψυχής στο έργο του Γερμανού βερμπαλιστή Στραπατσίρε ντι Γκεστάλτ, τότε είσαι ένας από εμάς, μυημένος, ασυναγώνιστος, ανήκεις στη μεγάλη χορεία των σοβαρών κριτικών, συνεχιστών των κριτικών της εποχής των εντύπων περιοδικών, τότε που έβγαιναν τέσσερα βιβλία για παιδιά τον χρόνο. Άμα είσαι κολλεγιόπαιδο που δεν βλέπεις πέρα από τη μύτη σου, τότε σίγουρα δεν βλέπεις τι είναι κριτική, χαμένος στον μικρόκοσμό σου.
Δεν θα υπερασπιστώ τους κριτικούς στο παρόν σημείωμα, δεν αισθάνομαι και τόσο κριτικός άλλωστε, αφού δεν μου αρέσει αυτή η κρίση, όσο μελετητής της λογοτεχνίας για παιδιά και εφήβους. Δεν έχω και ελλείμματα να δικαιολογήσω την παρουσία μου κάπου, άλλωστε. Αλλά θα καταγράψω κάποιες σκέψεις για την κριτική που απευθύνεται στα βιβλία για παιδιά.
Σε μια εποχή όπου γράφονται και μεταφράζονται πάρα πολλά βιβλία και με δεδομένο ότι οι ιστότοποι που φιλοξενούν κριτικές, έστω παρουσιάσεις βιβλίων, είναι αδύνατο να έχουν καθαρά έσοδα, καθώς το βιβλίο δεν είναι εσώρουχα με μοντέλα για να φέρνει πίσω, τότε θα χρειαζόμασταν μια ντουζίνα ανθρώπους που θα γράφουν για βιβλία, θα γράφουν και αρνητική κριτική (δεν προλαβαίνουμε τη θετική, εν τω μεταξύ) και θα εισέρχονται στα βαθύτερα μονοπάτια της λογοτεχνικής κριτικής. Κι όταν λέμε αρνητική κριτική, εννοούμε προς όλους, και προς τον εκδότη μας, όχι μόνο εκεί που δεν τα παντελονιάζουμε, έτσι;
Σκέπτομαι ότι η λογοτεχνία για παιδιά απουσιάζει στη χώρα μας από όλα τα μεγάλα φεστιβάλ. Ή για να ακριβολογώ πιάνει ελάχιστο χώρο, τόσο ελάχιστο που αναλογικά δεν της αξίζει να είναι τόσο χαμένη μέσα σε λίγες εκδηλώσεις, δεύτερης διαλογής, συνήθως με κριτήρια αμφισβητούμενα, τουλάχιστον. Δεν μπορεί να κάνεις μεγάλη έκθεση και να μη φέρνεις το κοινό που θα διαβάσει τα βιβλία του αύριο. Θα έπρεπε να ξεκινάς από εκεί. Ένα το κρατούμενο.
Θα δείτε, επιπλέον, τον τρόπο με τον οποίο αναφέρεται το 90% των ενηλίκων, ακόμα και των ίδιων των συγγραφέων για ενήλικες, στα βιβλία για παιδιά: παραμυθάκια τα αποκαλούν, ιστορίες για παιδάκια. Κι αυτά τα υποκοριστικά κάνουν ακόμα πιο έντονη την υποτίμηση σε περίπτωση που κατάλαβες ήδη πόσο τα απαξιώνουν. Άσε που οι περισσότεροι από τους συγγραφείς ενηλίκων που πάνε να γράψουν για παιδιά, τρώνε τα μούτρα τους παραδειγματικά, καθώς οι κώδικες των ιστοριών για παιδιά είναι αρκετά διαφορετικοί.
Στη χώρα μας το παιδικό βιβλίο είναι σε μεγάλο βαθμό σχολικό εργαλείο για να κάνει ο δάσκαλος και η δασκάλα τη δουλειά τους. Να μιλήσουν για το περιβάλλον, για τον εκφοβισμό, για τη μετανάστευση και να έχουν κάτι να δείξουν και μια ιστορία να διαβάσουν. Πρέπει να φαίνονται καθαρά τα πράγματα, να καταλάβει το κοινό τι ακούει, να γυρίσει σπίτι και να πει ότι σήμερα διαβάσαμε ένα βιβλίο για το περιβάλλον και δεν πρέπει να πετάμε σκουπίδια στο δάσος. Μπράβο, Μαράκι!
Κι έπειτα, ακόμα χειρότερα, το βιβλίο είναι ένα προϊόν για να μιλήσει ο γονιός για οτιδήποτε του έρθει στο κεφάλι. Ζηλεύει το παιδί μου; Ψάχνω ένα βιβλίο. Δεν τρώει λαχανικά το παιδί μου; Θέλω ένα βιβλίο. Νυχτερινή ενούρηση; Πού είναι ένα βιβλίο; Για όνομα του θεού, τι θέση περιμένει κανείς να έχει το βιβλίο στη ζωή των παιδιών με τέτοια μεταχείριση; Η απαξίωση είναι μεγάλη, συνεχής, από κάθε κατεύθυνση. Δεν μπορούμε να διαπαιδαγωγήσουμε τα παιδιά μας συζητώντας. Πρέπει όλα να τα πούμε μέσα από ένα βιβλίο, για να το σιχαθούν εντελώς τα παιδιά, ειδικά μόλις μάθουν λίγο να σκρολάρουν το κινητούλι τους. Καταδίκη.
Και θέλεις μετά να γράψουμε κριτική. Να μας διαβάσουν είκοσι νοματαίοι. Να μας δοξάσουν. Να μας βάλουν στη σέχτα. Και να μην έχουμε επηρεάσει κανέναν. Να μην έχουμε επικοινωνήσει στο μεγάλο αναγνωστικό κοινό τα βιβλία, τα όποια και όσα αξιόλογα βιβλία που βγαίνουν.
Δεν μας ενδιαφέρουν οι δάφνες, κυρία και κύριέ μου. Μας ενδιαφέρει να αλλάξουμε το τοπίο στην υπόθεση βιβλίο στη χώρα μας. Εσείς δεν μπορέσατε. Αφήστε εμάς τώρα. Κι όταν θα μας τύχει ένα βιβλίο για κριτική, τότε, άμα θέλετε, θα κατεβάσουμε όλα τα όπλα στη φαρέτρα, από το σχοινοτενές μετενσαρκωτικό υλικό της αρτ νουβό, έως τη διεισδυτική περιφορά των γεωμετρικών περισπασμών της ποπ αρτ. Ω, κάπτεν, μάι κάπτεν!
ΥΓ: Σέβομαι απεριόριστα τους και τις κριτικούς λογοτεχνίας που δεν είναι εμπαθείς. Αυτοί και αυτές μας έμαθαν να ψάχνουμε λίγο πιο μέσα.