More
    xmas banner agori koimismeno_elniplex 1068x150
    patakis_marselen banner_elniplex 1068x150
    xmas banner agori koimismeno_elniplex 1068x150
    patakis_marselen banner_elniplex 1068x150
    xmas banner agori koimismeno_elniplex 1068x150
    patakis_marselen banner_elniplex 1068x150
    patakis_xmas banner skroutz_elniplex 405x150
    xmas banner agori koimismeno_elniplex 405x150
    patakis_marselen banner_elniplex 405x150
    ΑρχικήΒιβλίοΑχιλλέας Ραζής: "Όλα ξεκίνησαν από μια σκιά που είδα ένα πρωί στην...

    Αχιλλέας Ραζής: “Όλα ξεκίνησαν από μια σκιά που είδα ένα πρωί στην ντουλάπα του δωματίου των παιδιών”

    Ο Αχιλλέας Ραζής γράφει για το βιβλίο του Είναι τέρας; που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Καλειδοσκόπιο. Και όσα γράφει είναι η μαγική πορεία ενός δημιουργού, από τη σύλληψη μέχρι την υλοποίηση της ιδέας και τη μετατροπή της σε ένα θαυμάσιο βιβλίο.

    ——————–

    Όλα ξεκίνησαν από μια σκιά που είδα ένα πρωί στην ντουλάπα του δωματίου των παιδιών:

    Καθόμουν ασυναίσθητα και χάζευα αυτή τη σκιά–τέρας, σαν μεγάλος που ξαφνικά ξέχασε πως είναι μεγάλος και ζήλεψε για μια στιγμή το μικρό παιδί, που στα μάτια του όλα είναι καινούργια και το εκπλήσσουν. Αμέσως, συνειρμικά, θυμήθηκα τα λόγια της Αλέξας Αποστολάκη των Εκδόσεων Καλειδοσκόπιο: «Να κάνεις ένα παιδικό βιβλίο για τη Σκιά». Κι από κείνη τη στιγμή, όλα άρχισαν να στριφογυρίζουν μέσα στο κεφάλι μου.

    Τριγυρνούσα και μέσα το σπίτι αλλά κι αργότερα στη Χαλκίδα, ψάχνοντας για «Σκιές» που κάτι θα μπορούσαν να μου πουν. Περπατούσα, κοιτούσα γύρω μου, φωτογράφιζα. Ένιωθα λίγο σαν σκηνοθέτης που κάνει ρεπεράζ για την επόμενη ταινία του.

    Αμέσως μετά άρχισαν τα πρώτα storyboards.

    Δεν ήθελα να κάνω κάτι που να τα εξηγεί όλα, μ’ έναν διδακτισμό που δεν αφήνει τον αναγνώστη–παιδί να ανασάνει. Σ’ αυτό θα βοηθούσε το να εκφραστώ με καθαρά οπτικά μέσα χωρίς τον περιορισμό των λέξεων. Ήταν σχεδόν προαποφασισμένο αυτό. Είχα στο μυαλό μου μια απλή ιστορία που να εμπλέκει το παιδί, να οξύνει τις αισθήσεις και την παρατηρητικότητά του. Να το κάνει να αναρωτηθεί για τις σκιές των άλλων, αλλά και για τη δική του σκιά. Να αποδεχτεί τη σκιά ως κάτι  φυσικό και πέραν αυτού να κάνει ένα βήμα παραπάνω, να γίνει η σκιά αυτή ένα μέσο παιχνιδιού και ευχαρίστησης. Να πάψουν να προβάλλονται σ’ αυτό το «γκρίζο πράγμα» οι φοβίες του και να γίνει η σκιά, σύντροφός του.

    Είχα φανταστεί κάτι που να ξεκινάει σαν μια καθημερινή ιστορία όπου το ρεαλιστικό να εναλλάσσεται με το υπαινικτικό: Το παιδί κρατάει το χέρι του πατέρα του, ωστόσο φοβάται. Ο ρόλος του πατέρα είναι ευδιάκριτος ήδη στο εξώφυλλο, το ίδιο και ο φόβος–σκιά. Ο  ήρωάς μας έχει “πλάτες”, μεγαλώνει, αναρωτιέται, φοβάται, εξερευνά το μέσα και το έξω του, με το αίσθημα ασφάλειας που του δίνει η αγάπη που το περιβάλλει. Ο πατέρας δεν τον πνίγει, του αφήνει χώρο για αυτενέργεια, τον ωθεί να βασιστεί στις δυνάμεις του, τον βοηθά να γίνει ανεξάρτητος. Αυτό βέβαια μπορεί να ισχύει για οποιονδήποτε μας αγαπά και βρίσκεται δίπλα μας σε περίοδο ανησυχίας και προβληματισμού, ανεξαρτήτως ηλικίας.

    Το αγόρι βρίσκεται μεν στην ασφάλεια του σπιτιού του, εντούτοις βλέπει παντού «τέρατα». Οι ακουαρέλες μου με βοήθησαν πολύ ώστε να αποδώσω αυτή την ατμόσφαιρα, των ολοένα και αυξανόμενων φόβων.

    Γυρνώντας τις σελίδες, βλέπουμε το αγόρι να βγαίνει έξω στην πόλη.

    Ένα μικρό παιδί από τη Χαλκίδα μπορεί εύκολα ν’ αναγνωρίσει χαρακτηριστικά αρχιτεκτονικά στοιχεία της πόλης του: την πρόσοψη του σιδηροδρομικού σταθμού, το Κόκκινο σπίτι, τα κάγκελα της παραλίας, την παλιά γέφυρα με τον τόσο χαρακτηριστικό σιδερένιο σκελετό της, που από κάτω του κινούνται τα  «τρελά νερά», όπως καθιερώθηκαν να λέγονται, δηλαδή το φαινόμενο του Ευρίπου. Επιδίωξα η ιστορία μου αυτή να έχει «γεωγραφία» και εντοπιότητα. Είναι κρίμα να αγνοούμε τον περιβάλλοντα χώρο, την πόλη μας, τον τόπο μας. Γιατί οι ιστορίες μας να μην εκτυλίσσονται εδώ; Το «εδώ» μπορεί να γίνει το κατάλληλο «σκηνικό» αλλά και ο χώρος όπου το πραγματικό θα μπλέκεται με το ονειρικό. Καθώς τα παιδιά μεγαλώνουν με πληθώρα virtual εικόνων, το βιβλίο αποκαλύπτει την δύναμη του πραγματικού σκηνικού. Αυτό ήθελα να αποτυπώσω εικαστικά, να διεγείρω τις αισθήσεις, να δείξω πόσο διαφορετικές είναι οι προσλαμβάνουσες όταν κοιτάμε τις πόλεις, τις γειτονιές, τη φύση χωρίς το φίλτρο της οθόνης του κινητού που φωτογραφίζει υποβαθμίζοντας, συχνά, την πρωτογενή αίσθηση. Η πόλη, λοιπόν, είναι κι αυτή πρωταγωνιστής του βιβλίου. Μπορεί να ζούμε στην ίδια πόλη, αλλά ο καθένας την αντιλαμβάνεται διαφορετικά. Αυτή είναι άλλωστε και η μαγεία. Το κάθε παιδί βέβαια, με αφορμή το βιβλίο αυτό, μπορεί να μεταφέρει την «πλοκή» στη δική του πόλη, στη δική του γειτονιά. Το παιχνίδι με τη σκιά είναι η αφορμή, το έναυσμα για εξερεύνηση του κόσμου που μας περιβάλλει με όλες τις αισθήσεις, για ένα ταξίδι ανακάλυψης μέσα από τα χρώματα, τους ήχους, τις κρυμμένες γωνιές…

    Υπάρχουν όμως και άλλα «τεχνάσματα», αν μου επιτρέπεται ο όρος, που με βοήθησαν στην ολοκλήρωση του βιβλίου. Στη μέση περίπου της ιστορίας το αγόρι έχει μια ιδέα, ένας γλόμπος εμφανίζεται ξαφνικά επάνω δεξιά όπως στα Μίκυ Μάους. Το φως σβήνει απότομα, η σκιά φεύγει απ’ το παράθυρο, τα συναισθήματα σβήνουν. Θεωρήσαμε με την Αλέξα πως αν έσπαζα τον ρυθμό της αφήγησης σε καρέ, όπως στα κόμικς, στο πιο κομβικό σημείο της  ιστορίας, τότε το βιβλίο θα αποκτούσε τη δύναμη για να πάει παραπέρα. Και το αγόρι θα έβρισκε το «κλειδί» για να ξεπεράσει τους φόβους του.

    Ξαφνικά το αγόρι βρίσκεται στο κενό. Ο Άνταλμπερτ φόν Καμίσο στην «Αλλόκοτη ιστορία του Πέτερ Σλέμιλ» (εκδ. ΕΡΑΤΩ) γράφει «μην έχοντας σκιά δεν έχει πια θέση στον κόσμο της πραγματικότητας». Και μάλλον η πόλη εκεί έξω δεν είναι πραγματική. Στο moleskine μου πρόβαρα ξανά και ξανά το πώς θα μπορούσα ν’ αποδώσω αυτό το κενό. Κατέληξα στο να αφαιρέσω εντελώς τα χρώματα και να περιοριστώ στη γλώσσα της γραμμής και στο απέραντο λευκό του άδειου χαρτιού.

    Ο μόνος «χρωματιστός» είναι ο ήρωάς μας, σε μια πόλη άδεια, και είναι θλιμμένος γιατί του λείπουν όλα, μα πιο πολύ του λείπει η δική του η σκιά. Αναρωτιέται εάν υπάρχει κι αυτός, αφού μόνο κάτι το οποίο υπάρχει μπορεί να «ρίχνει» τη σκιά του. Και ύστερα οι γραμμές πυκνώνουν, τα νερά κάτω από τη γέφυρα κινούνται με τρόπο περίεργο. Κάτι γίνεται. Χρησιμοποίησα πολύ την τεχνική του Klee με τις γραμμές. Ειδικότερα, άντλησα πολλά από τον πίνακά του “Wild Water” και θα χαιρόμουν πολύ εάν τα παιδιά μέσω του βιβλίου αυτού, και με τη σωστή καθοδήγηση φυσικά, έρχονταν σε επαφή με το έργο του Γερμανοελβετού πρωτοπόρου της σχολής του Bauhaus.

    Προς το τέλος του βιβλίου, στο δισέλιδο σαλόνι του χορού του αγοριού με τη σκιά του, τα χρώματα επιστρέφουν σταδιακά. Οι σελίδες ξαναγεμίζουν με ζωή, όχι όμως αυτήν την «παλιά ζωή όλο φοβίες» με την οποία ξεκίνησε το βιβλίο, αλλά με τα χρώματα μιας ζωής ξανακερδισμένης όπου ο «ήρωας» έχει υπερνικήσει την αιτία των φόβων του και έχει αποδεχτεί το άγνωστο «γκρίζο» πράγμα ως κάτι που είναι μέσα στην καθημερινότητά του και θα το ακολουθεί πάντα.

    Για το τέλος άφησα το πιο σημαντικό. Γιατί να φτιάξω ένα βιβλίο που ν’ αναπτύσσει την αφήγησή του μόνο με εικόνες;

    Κατ’ αρχάς, όπως προανέφερα, ήταν σχεδόν απ’ την αρχή αποφασισμένο. Ήθελα να φτιάξω κάτι όμορφο, ταυτόχρονα λογοτεχνικό και εικαστικό. Θεωρούσα πως στο συγκεκριμένο εγχείρημα οποιαδήποτε λέξη ή πρόταση θα στερούσε από τη φαντασία του αποδέκτη που είναι τόσο απαραίτητη ώστε να συμπληρωθούν τα κενά, τα χάσματα που είχα σκοπό ν’ αφήσω. Έτσι, με τον ενεργό ρόλο αυτού που διαβάζει τις εικόνες, θα επιτυγχάνονταν η ύφανση του νοήματος, αλλά και η ευχαρίστηση της ανάγνωσης. Επιδίωκα, λοιπόν, την ενεργή συνεργασία του αναγνώστη–παιδιού  και ενήλικου. Επιζητούσα το στοιχείο της απόλαυσης, όπου ο αναγνώστης παρατηρεί προσεκτικά και με λεπτομέρεια, ανακαλύπτει, ανακαλεί, εκπλήσσεται, χωρίς τη μεσολάβηση  κάποιων έστω λίγων λέξεων που θα μπορούσαν να τον  προκαταλάβουν. Τέλος το ‘βουβό’ βιβλίο είναι εντελώς ανοιχτό, σε πολλές και διαφορετικού τύπου ερμηνείες του κόσμου που μας περιβάλλει· ξεκινάει με το πραγματικό, την κυριολεξία, τον ρεαλισμό, και στη συνέχεια, μετά από πολλές ακόμα αναγνώσεις, αποκαλύπτονται και άλλες διαφορετικές αναπαραστάσεις  αυτού του κόσμου.

    Το βιβλίο αυτό ήταν μια πρόκληση για μένα, το είχα ονειρευτεί εδώ και χρόνια, το δούλεψα πολύ, έκανα προσχέδια, πρόσθεσα κι αφαίρεσα πολλά στοιχεία και χαίρομαι που οι Εκδόσεις Καλειδοσκόπιο ήταν δίπλα μου κατά τη διάρκεια αυτής της δημιουργικής διαδικασίας. Ελπίζω να το απολαύσετε, μικροί και μεγάλοι.

    (Οι εικόνες που συνοδεύουν το κείμενο φτιάχτηκαν όλες για το «Είναι Τέρας;». Κάποιες δεν χώρεσαν στο βιβλίο. Τις παρουσιάζω για πρώτη φορά εδώ).

    Υ.Γ. Το κείμενο αυτό  βασίστηκε πολύ στο βιβλίο της Μαριάννας Μίσιου «Βουβά Κόμικς και Εικονοβιβλία» (Εκδόσεις Καλειδοσκόπιο) καθώς και στο βιβλίο του E.H. Gombrich «Σκιαί Ερριμμέναι» (Εκδόσεις ‘Αγρα).

    Διαβάστε

    Είναι τέρας; του Αχιλλέα Ραζή

     

    RELATED ARTICLES

    Most Popular