Ο συγγραφέας Πολυχρόνης Κουτσάκης γράφει για το “Αύγουστος είναι…“, το αφιέρωμα του ELNIPLEX στον μήνα που αδειάζει τις πόλεις και γεμίζει τις αναγνώσεις και τις στιγμές.
Στον Αύγουστο χρωστάω δυο ζωές. Μία, την κανονική, αφού είναι ο γενέθλιος μήνας μου. Μια δεύτερη, επειδή έναν Αύγουστο αποφασίσαμε με το κορίτσι μου να είμαστε μαζί.
Γενικά, τον συμπαθώ τον Αύγουστο, κυρίως για αυτά που του χρωστάω, χωρίς να τρελαίνομαι κιόλας για πάρτη του. Βλέπετε, όταν είσαι από τα Χανιά, έχεις συνδυάσει τον Αύγουστο με μια κίνηση – μέσα στην πόλη, στο λιμάνι, στα περίχωρα – που είναι απλώς απάνθρωπη. Δεν θέλεις να κυκλοφορείς, περιμένεις με λαχτάρα να έρθει η 1η του Σεπτέμβρη για να φύγουν όλοι οι ντόπιοι τουρίστες που τι φταίνε κι αυτοί, ψάχνουν οι δόλιοι μια ανάσα χαλάρωσης πριν επιστρέψουν στη δουλειά τους από τις υποχρεωτικές καλοκαιρινές τους διακοπές.
Εκμεταλλευόμουν, όταν ζούσα στα Χανιά, τη φασαρία του Αυγούστου για να βρίσκω δικαιολογίες στους φίλους ώστε να μην βγαίνω και να μένω σπίτι για να διαβάζω ακόμα περισσότερη λογοτεχνία. Αλλά δικαιολογίες υπήρχαν όλο τον χρόνο, και τους υπόλοιπους μήνες μπορούσα τουλάχιστον να κάνω και καμιά βόλτα όταν είχα όρεξη, ενώ ο Αύγουστος ήταν μια σκέτη ταλαιπωρία μόλις έβγαινα από το σπίτι.
Εδώ και επτάμισι χρόνια έχω αρχίσει αυτή την ταλαιπωρία να την αναπολώ. Βλέπετε, στην Αυστραλία όπου ζω πια, ο Αύγουστος είναι ο τρίτος μήνας του χειμώνα, έχει κρύο, βροχή και πολλή δουλειά. Και κάπως έτσι, τα ιδρωμένα αυγουστιάτικα καλοκαίρια με την φασαρία και το αδιαχώρητο στους δρόμους των Χανίων μοιάζουν από μακριά λιγότερο απάνθρωπα.
Ακόμα χειρότερα, οι φίλοι πια δεν θεωρούν περίεργο το ότι μένω στο σπίτι – είναι συνηθισμένο, για ανθρώπους της ηλικίας μου, να θέλουμε να ξεκουραστούμε. Ειδικά τον Αύγουστο, που το κοντέρ του χρόνου γυρίζει και δείχνει νούμερα που σίγουρα περιγράφουν την ηλικία κάποιου άλλου.
Αυτό που δεν αλλάζει είναι ο τρόπος ξεκούρασης. Με ζέστη στο μπαλκόνι ή με χουχούλιασμα στο κρεβάτι, μια ντάνα καλά βιβλία δίπλα μου είναι ένας ευλογημένος τρόπος για να περάσω κάθε Αύγουστο. Άλλωστε στα βιβλία χρωστάω όχι μόνο δύο, αλλά πολύ περισσότερες ζωές που έχω ζήσει μέσα τους.